Περί παρενδυσίας στο παγκόσμιο θέατρο

Συντάκτης: Ιωάννα Λιούτσια

Παρενδυσία ονομάζεται η επιλογή των ανθρώπων να ντυθούν με ρούχα χαρακτηριστικά του άλλου φύλου. Άντρες που ντύνονται γυναίκες, γυναίκες που ντύνονται άντρες. Βρίθει το παγκόσμιο θέατρο από παραδείγματα όπου κάποιος ή κάποιοι ήρωες, τόσο άντρες όσο και γυναίκες, επιλέγουν για διάφορους λόγους να αποκρύψουν το πραγματικό τους φύλο για να πετύχουν τον σκοπό τους. Η παρενδυσία δεν είναι μόνο ένα από τα στοιχεία που αφορούν το περιεχόμενο του έργου, αλλά αποτελεί κυρίως δραματουργικό εργαλείο που χρησιμοποιεί ο εκάστοτε συγγραφέας για να «δέσει» την πλοκή του. Είναι ένα από τα μέσα εκείνα που μεταχειρίζεται για να δημιουργήσει σασπένς και αγωνία στο κοινό, περιπλέκοντας τα επί σκηνής τεκταινόμενα σε σημείο να μοιάζουν άλυτα. Άλλοτε πάλι, η ίδια αυτή κατάσταση της παρενδυσίας μπορεί να οδηγήσει σε κωμικές παρεξηγήσεις και ευτράπελα ή και να προκαλέσει το γέλιο του κοινού – που είναι συνένοχο στη μεταμφίεση/εξαπάτηση –  άμα τη εμφανίσει του/της ηθοποιού στη σκηνή.

Σήμερα εδώ θα ασχοληθούμε με περιπτώσεις γυναικών,  που όπως η Αντωνούσα Καστανάκη*,  αποφάσισαν για ποικίλους λόγους να αποκρύψουν τη γυναικεία ταυτότητά  τους και να μεταμφιεστούν σε άνδρες.

Ο πρώτος διδάξας αυτού του χαριτωμένου σκηνικού παιχνιδιού – και το ονομάζω έτσι γιατί η παρενδυσία κλείνει το μάτι σ’ ένα από τα ουσιαστικότερα συστατικά του θεάτρου φανερώνοντάς το στο κοινό, το οποίο συστατικό δεν είναι άλλο από τη μεταμόρφωση, είναι ο Αριστοφάνης στις Εκκλησιάζουσες, που γράφτηκαν περίπου το 392 πΧ. Στην κωμωδία αυτή, η Πραξαγόρα ντυμένη άνδρας περιμένει αξημέρωτα και τις υπόλοιπες Αθηναίες να έρθουν φορώντας τα ρούχα και τα «παλιοπάπουτσα» των ανδρών τους και παίρνοντας ανδρικά ονόματα να συμμετάσχουν στην Εκκλησία του Δήμου και να ψηφίσουν στις εκλογές. Τι να ψηφίσουν; Να αναλάβουν οι γυναίκες την εξουσία. Στην Αθηναϊκή δημοκρατία οι γυναίκες δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα. Για να βρουν επομένως έναν τρόπο να μιλήσουν, ο Αριστοφάνης τις βάζει να πάρουν το όνομα και το σχήμα του άνδρα. Ακόμη και για να αναλάβουν τη διακυβέρνηση της πόλης όπως γίνεται τελικά, πρέπει οι άνδρες να είναι εκείνοι που θα τους παραχωρήσουν την εξουσία.

Ο Σαίξπηρ στη συνέχεια απογειώνει το εύρημα της παρενδυσίας το οποίο εμφανίζει σε πέντε έργα του, αρχής γενομένης από το πρώτο πρώτο που φέρεται να γράφει, δηλαδή την κωμωδία Οι δύο άρχοντες της Βερόνας γραμμένο ανάμεσα στα χρόνια 1589 -1593. Στο έργο αυτό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον πως η παρενδυσία εξυπηρετεί διπλό σκοπό. Αρχικά η Τζούλια μεταμφιέζεται σε άνδρα ώστε να μπορέσει να ταξιδέψει με ασφάλεια από τη Βερόνα στο Μιλάνο και να συναντήσει τον αγαπημένο της, χωρίς να βρεθεί αντιμέτωπη με ληστές ή επίδοξους βιαστές. Για μια γυναίκα δεν είναι ασφαλές να ταξιδεύει μόνη, διαχρονικά καθώς φαίνεται.  Όταν όμως φτάνει στο Μιλάνο, αντιλαμβάνεται πως ο αγαπημένος της έχει ερωτευτεί μια άλλη, την κόρη του Δούκα, και για να κερδίσει χρόνο ώστε να δει πώς θα τον κερδίσει πίσω, συνεχίζει να εμφανίζεται ως Σεμπάστιαν και γίνεται ένας από τους ακολούθους του. Έρωτας είναι η αιτία, λοιπόν, που την κάνει να συνεχίζει να ντύνεται και να συμπεριφέρεται ως άνδρας για να βρίσκεται κοντά στον αγαπημένο της.

Στον Έμπορο της Βενετίας γραμμένο αμέσως μετά, γύρω στα 1594-1597, έχουμε έναν διαφορετικό τύπο γυναίκας που τον χαρακτηρίζει έντονος δυναμισμός και υπερηφάνεια και που ο λόγος που την κάνει να μεταμφιέζεται σε άνδρα σχετίζεται με κώδικες τιμής και ανταπόδοσης. Με στόχο να ταξιδέψει και να περάσει τη δοκιμασία που θέτει η Πόρτσια στους επίδοξους μνηστήρες της, ο Μπαζάνιο δανείζεται χρήματα από τον φίλο του Αντόνιο, ο οποίος με τη σειρά του τα δανείζεται από τον τοκογλύφο Σάιλοκ, υπογράφοντας πως αν δεν τα επιστρέψει με τους τόκους τους τη συμφωνημένη ημέρα, ο Σάιλοκ θα του κόψει μια λίβρα κρέας από το σώμα. Όλα βαίνουν καλώς μεταξύ Μπαζάνιο και Πόρτσια, όμως τα πλοία του Αντόνιο βυθίζονται ξαφνικά κι έτσι οι δύο φίλοι καθυστερούν να επιστρέψουν τα χρήματα στον Σάιλοκ. Τότε εκείνος δεν δέχεται τα διπλά χρήματα που του προσφέρουν αφού η ημερομηνία παρήλθε, αλλά ζητά μια λίβρα κρέας από τον Αντόνιο, με τον οποίο έχει προηγούμενα, απαιτώντας αυτή η λίβρα να προέρχεται απ’ την καρδιά του. Όμως στο δικαστήριο εμφανίζεται ένας δόκιμος ανώτατος δικαστής με τον βοηθό του – που δεν είναι άλλοι από την Πόρτσια και την πιστή της ακόλουθο Νερίσσα μεταμφιεσμένες σε άνδρες – και σώζουν την τελευταία στιγμή τον Αντόνιο με το επιχείρημα πως αν ο Σάιλοκ πάρει μια λίβρα κρέας απ’ την καρδιά του θα τρέξει αναπόφευκτα κι αίμα, και το αίμα δεν προβλέπεται στο συμβόλαιο που έχουν υπογράψει. Έτσι, έμπρακτα η Πόρτσια ευχαριστεί στον ύψιστο βαθμό τον Αντόνιο που βοήθησε τον φίλο του με τον οποίο είναι τώρα πια ερωτευμένη, να έρθει στο δουκάτο της να τη βρει. 

Στο  Όπως σας αρέσει του 1599 όταν η Ροζαλίντ εξορίζεται από τη χώρα της και διώκεται από τον θείο της, μεταμφιέζεται σε άνδρα υπό το όνομα Γανυμήδης και καταφεύγει σε μία άλλη περιοχή όπου πρωτύτερα είχε καταφύγει ο Δούκας πατέρας της, επίσης εξόριστος από τον θείο της. Εδώ έχουμε ακόμη μία περίπτωση όπου η γυναίκα μεταμφιέζεται σε άνδρα ώστε αφενός να κάνει το ταξίδι της λιγότερο επικίνδυνο κι αφετέρου να μην αναγνωριστεί από τον εχθρικό προς αυτήν θείο της και να καταφέρει να επιβιώσει μέσα στο άγνωστο για εκείνη περιβάλλον του δάσους του Άρντεν. Επειδή είναι Σαίξπηρ, βέβαια, δεν αργούν να εμφανιστούν κι οι ερωτικές περιπλοκές λόγω της μεταμφίεσης αυτής.

Παρόμοιες ερωτικές περιπλοκές δημιουργούνται και από τη μεταμφίεση της Βιόλα στη Δωδέκατη Νύχτα (1601-1602). Εκεί η Βιόλα για να καταφέρει να επιβιώσει μετά από ένα ναυάγιο όπου χάνει τα ίχνη του δίδυμου αδερφού της με τον οποίο ταξίδευαν μαζί, ντύνεται άνδρας για λόγους ασφάλειας και ως Σεζάριο εμφανίζεται στον Δούκα του Ορσίνο και μπαίνει στις υπηρεσίες του. Δεν αργεί όμως να τον ερωτευτεί, ενώ εκείνος είναι ερωτευμένος με την Κόμισσα Ολίβια, η οποία μόλις συναντά τη Βιόλα την ερωτεύεται θεωρώντας πως είναι άνδρας. 

Κλείνοντας τον κύκλο του Σαίξπηρ, υπάρχει ακόμη ένα έργο όπου χάρη στη μεταμφίεση της ηρωίδας σε άντρα προστατεύεται η ζωή και η τιμή της. Πρόκειται για την Ιμογένη, στον λιγότερο γνωστό Κυμβελίνο του 1610. Στο έργο αυτό, μετά από μια σειρά μηχανορραφιών με τις οποίες έχουν πείσει τον βασιλιά Ιάκιμο που βρίσκεται σε εκστρατεία μακριά απ’ το παλάτι του ότι η γυναίκα του η Ιμογένη τον απατά, εκείνος διατάζει τον ακόλουθό του τον Pisanio να τη σκοτώσει. Αντ’ αυτού εκείνος πεπεισμένος για την αθωότητά της, της προτείνει να μεταμφιεστεί σε άνδρα, να φύγει από το παλάτι και να ψάξει να βρει τον άνδρα της για να τον πείσει για την αθωότητά της. Πώς θα μπορούσε, άλλωστε, μια γυναίκα και δη βασίλισσα να ταξιδέψει αναζητώντας τον άνδρα της; Δεν θα άρμοζε στη θέση της υπό καμία από τις δύο ιδιότητες και θα ήταν ακόμη μια φορά – για έργο του Σαίξπηρ – επικίνδυνο. Για να ανοίξει δρόμο προς τον σκοπό της, πρέπει να γίνει άνδρας.

Στα μέσα του 17ου αιώνα, αιώνα που γνωρίζει άνθηση κατά τόπους το ιησουιτικό δράμα, το οποίο παίρνει την ονομασία του από τις σχολές των Ιησουιτών μοναχών στις οποίες παρουσιαζόταν, παρατηρείται επίσης το τέχνασμα της παρενδυσίας σε έργα όπως οι τραγωδίες Suevia, Hermengildus και Oduardus. Στα έργα αυτά επικρατεί το ίδιο μοτίβο: η γυναίκα ντύνεται άνδρας για να καταφέρει να ακουστεί η φωνή της και να παρακαλέσει να σωθεί ή να δοθεί χάρη στον άντρα της ή στον γιο της.

Τις κωμικές διαστάσεις της παρενδυσίας για χάρη του έρωτα εξερευνεί στα έργα του ο Γάλλος συγγραφέας Μαριβώ. Τόσο στο έργο του Ψευτοϋπηρέτρια του 1724 μια πλούσια κληρονόμος μεταμφιέζεται σε άνδρα και επισκέπτεται το σπίτι του νεαρού με τον οποίο η οικογένειά της προορίζει να την παντρέψει, ώστε να ανακαλύψει τις πραγματικές του προθέσεις και να γνωρίσει τον χαρακτήρα του, όσο και στον γνωστότερο Θρίαμβο του Έρωτα του 1732 η νεαρή βασίλισσα της Σπάρτης Λεωνιδία μεταμφιέζεται σε άνδρα και πηγαίνει να συναντήσει τον Άγι, νόμιμο διάδοχο του θρόνου που κατέχει ο πατέρας της. Εδώ η μεταμφίεση σχεδόν επιβάλλεται από τη γενικότερη στάση που κρατά ο Άγις απέναντι στις γυναίκες, και ιδιαίτερα απέναντι στη Λεωνιδία, την οποία έχει μάθει να μισεί ως κληρονόμο του θρόνου που θεωρεί δικό του. Επομένως, η μεταμφίεση της Λεωνιδίας σε Φωκίωνα αποτελεί μέρος ενός στρατηγικού σχεδίου για να τον πλησιάσει, να τον γνωρίσει, και εν τέλει να αποδώσει δικαιοσύνη χωρίς να χάσει και αυτή τα βασιλικά της προνόμια.

Λίγα χρόνια αργότερα, το 1745, γράφεται η κωμωδία παρεξηγήσεων Υπηρέτης δύο αφεντάδων από τον Κάρλο Γκολντόνι, αξιοποιώντας ακριβώς όλα αυτά τα μπερδέματα που μπορεί να προκαλέσει η διπλή ταυτότητα φύλου. Ο Φλορίντο, εραστής της Beatrice, σκοτώνει τον αδερφό της τον Φεντερίκο καθώς εκείνος έφερνε αντιρρήσεις για τη σχέση τους και καταφεύγει στη Βενετία για να μην τον βρουν. Η Μπεατρίτσε τότε δεν ενδύεται απλώς ανδρικά ρούχα για να ταξιδέψει με περισσότερη ασφάλεια και χωρίς να προκαλέσει τα βλέμματα, αλλά παίρνει και το όνομα του σκοτωμένου αδερφού της του Federico κι επισκέπτεται τον Πανταλόνε στη Βενετία για να εισπράξει την προίκα που θα λάμβανε ο αδερφός της για τον επικείμενο γάμο του με την κόρη του Πανταλόνε. Και ας μην έφτανε η παρενδυσία από μόνη της, ο Γκολντόνι προσθέτει και τον Τρουφαλδίνο, τον υπηρέτη του τίτλου που περιπλέκει τα πράγματα ακόμη περισσότερο.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να κάνουμε μια στάση και στο μουσικό θέατρο, στην όπερα, και να αναφερθούμε σύντομα στην όπερα Fidelio, τη μοναδική που συνέθεσε ο Λούντβιχ φον Μπετόβεν. Στην όπερα αυτή, που παρουσιάστηκε το 1805, η Λεονόρε μεταμφιέζεται σε σωφρονιστικό υπάλληλο με το όνομα Φιντέλιο, για να σώσει από τη θανατική καταδίκη τον άνδρα της τον Φλορεστάν, ο οποίος κρατείται για πολιτικούς λόγους. Στο φινάλε της όπερας εξυμνείται η θυσία της και η στάση της ως πιστής και ιδιαίτερα τολμηρής γυναίκας που κινδύνεψε τη ζωή της για να σώσει τον άνδρα της μέσα σ’ ένα τόσο στενά ανδροκρατούμενο πλαίσιο, όπως αυτό της φυλακής.

Μια αναφορά αξίζει και στο, εν πολλοίς άγνωστο, έργο της Ελληνίδας Αντωνούσας Καμπουράκη** με τίτλο «Λάμπρω», πρωτοτυπωμένο το 1861. Στο έργο αυτό η ομώνυμη ηρωίδα ντύνεται με ρούχα ανδρικά κι ακολουθεί τον αγαπημένο της σε μια πολεμική εκστρατεία στη Χίο, δίχως εκείνος να το γνωρίζει. Σκοπός της είναι απλώς και μόνο να είναι κοντά του, να μη χωριστούν λίγο πριν τον γάμο τους. Δυστυχώς, αυτός που θα τους χωρίσει θα είναι ο θάνατος όταν η Αντωνούσα θα πληγωθεί θανάσιμα από βόλι, στην προσπάθειά της να προστατέψει και να λειτουργήσει ως ασπίδα για τον αγαπημένο της.

Πολύ αργότερα γράφεται το έργο του Τζων Μπέρναρντ Σω Αγία Ιωάννα (1923), στο οποίο ο συγγραφέας παρακολουθεί και αξιοποιεί τον θρύλο της Ιωάννας της Λωρραίνης που ντυμένη ως άνδρας καθοδήγησε τα γαλλικά στρατεύματα εναντίον της Αγγλίας στον Εκατονταετή πόλεμο. Το ίδιο έκανε σχεδόν έναν αιώνα νωρίτερα ο Φρίντριχ Σίλερ συγγράφοντας τη ρομαντική τραγωδία του Η Παρθένα της Ορλεάνης (1801). Φαίνεται πως ακριβώς αυτή η παρενδυσία που υπαγορευόταν τόσο από λόγους στρατιωτικούς, όσο και από λόγους προστασίας της Ζαν Ντ’ Αρκ κατά την περίοδο φυλάκισής της –  καθώς κατά τα λεγόμενά της όπως αυτά έχουν διασωθεί, ένιωθε πιο ασφαλής και προστατευμένη από τυχόν βιασμούς κι επιθέσεις φορώντας ανδρικά ρούχα, ήταν που την οδήγησε να καταδικαστεί τελικά ως αιρετική. Η ιστορία αυτή ενέπνευσε πλήθος δημιουργών πέρα από τους προαναφερθέντες, όπως ο Ζαν Ανούιγ με τη δική του Αγία Ιωάννα, όπου παρακολουθούμε τη δίκη της Ζαν ντ’ Αρκ σε ηλικία μόλις 19 χρόνων, ο Μπέρτολτ Μπρεχτ με την Αγία Ιωάννα των σφαγείων σε μια σύγχρονη εκδοχή της ηρωίδας που εδώ μάχεται τον καπιταλισμό και τις βιομηχανίες κρέατος, ενώ παράλληλα ενέπνευσε και συνθέτες όπερας όπως ο Τζουζέπε Βέρντι κι ο Πιοτρ Τσαϊκόφσκι με ομώνυμα με την ηρωίδα έργα.

Μια που αναφέραμε τον Μπέρτολτ Μπρεχτ, δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε το έργο του Ο καλός άνθρωπος του Σε Τσουάν (1943). Ποιος είναι ο καλός άνθρωπος του Σε Τσουάν; Η Σεν Τε. Πώς να τα βγάλει, όμως, πέρα η Σεν Τε που η ευγενική της φύση συγκρούεται συνεχώς με την κακία και τη πονηριά του κόσμου, με αποτέλεσμα να εκμεταλλεύονται όλοι την καλοσύνη της κι εκείνη να μην μπορεί να κάνει αλλιώς; Η λύση είναι να γίνει άνδρας. Έτσι όταν βρίσκει τα δύσκολα, μεταμφιέζεται και εμφανίζεται αντ’ αυτής ο ξάδερφός της ο Σούι Τα κι αντιμετωπίζει τον κόσμο όπως κι εκείνη θα ήθελε να μπορεί να το κάνει. Μα ως γυναίκα, δεν μπορεί.

Τελευταίο έργο που θα δούμε σήμερα είναι το μιούζικαλ Βίκτωρ Βικτώρια γραμμένο αρχικά ως κινηματογραφικό σενάριο το 1933 και μεταφερόμενο στη σκηνή του Broadway κι από εκεί στις σκηνές όλου του κόσμου, αρχικά το 1995. Στο έργο αυτό του Μπλέικ Έντουαρντς που διαδραματίζεται στο Παρίσι του Μεσοπολέμου, μία σοπράνο στα όρια της φτώχειας λόγω ανεργίας αναγκάζεται να μεταμφιεστεί σε άνδρα κατόπιν υποδείξεων ενός ιμπρεσάριου, ώστε να βρει δουλειά σε κάποιο καμπαρέ ως τραγουδιστής. Πράγματι, αυτή η επιλογή καριέρας πετυχαίνει μέχρι τη στιγμή – φυσικά – που εμφανίζεται ο έρωτας.

Ολοκληρώνοντας, λοιπόν, εδώ αυτό το γαϊτανάκι των μεταμφιέσεων στα θεατρικά έργα του παγκόσμιου ρεπερτορίου και με δεδομένο ότι σίγουρα κάποιο θα παρέλειψα να αναφέρω, θα ήθελα να ανακεφαλαιώσουμε τους λόγους εκείνους που οδηγούν τις θεατρικές ηρωίδες να αλλάξουν την υπόστασή τους και να μεταβάλλουν στην ουσία το θεατρικό τους προσωπείο. Τις περισσότερες φορές, δυστυχώς, η παρενδυσία οφείλεται σε λόγους προστασίας της γυναίκας από τυχόν κινδύνους, αλλά και σε λόγους που σχετίζονται με την αδυναμία της γυναίκας να ταξιδέψει μόνη της ή να πάρει αποφάσεις λόγω των πατριαρχικών κοινωνιών και των συνθηκών μέσα στις οποίες βρίσκεται. Κάποτε, αυτή η προστασία που προσφέρει η μεταμφίεση μπορεί να είναι και συναισθηματική: να ελέγξει τις προθέσεις και τα αισθήματα των ανθρώπων που την περιτριγυρίζουν. Δεν είναι λίγες οι φορές που η γυναίκα αναγκάζεται να εμφανιστεί ως άνδρας ενώπιον της κοινωνίας για να ληφθεί υπόψη ο λόγος της, να της δώσουν σημασία που αλλιώς δεν θα της έδιναν και κάποτε είναι εκείνη που μεταμφιεσμένη καταφέρνει να δώσει την καίρια λύση που τόσοι άνδρες δεν κατάφεραν να δώσουν. Μερικές φορές η παρενδυσία μπορεί να αξιοποιείται και για εντελώς αντικρουόμενους σκοπούς: άλλοτε να αποτελεί παγίδα, κι άλλοτε το μέσο για τη σωτηρία του αγαπημένου προσώπου.

Όπως και να έχουν τα πράγματα, μ’ όποιον τρόπο κι αν χρησιμοποιείται αυτό το τέχνασμα, καταλήγει πάντα σε ένα κοινό συμπέρασμα: αν θες να αλλάξεις τον κόσμο – ή έστω τον κόσμο σου – πρέπει να είσαι άνδρας.

Γι’ αυτό, ας υποθέσουμε κι ας ελπίσουμε πως είναι θετικό που η αναδρομή μας αυτή στα έργα παρενδυσίας σταματά κάπου 70 χρόνια πριν.

 

 

Σημειώσεις:

*Η Αντωνούσα Καστανάκη γεννήθηκε στην Κερά Κισσάμου Χανίων το 1844. Το 1866 σκοτώνει με το ίδιο του το γιαταγάνι τον Τούρκο αξιωματούχο Μουσά – Δερβίση, ντύνεται με την παραδοσιακή ανδρική κρητική στολή – την οποία δεν έβγαλε μέχρι το τέλος της ζωής της – και ενώνεται με τους επαναστάτες στα βουνά πολεμώντας εναντίον των Τούρκων, από το 1866 ως το 1879. Το 1882 αυτοεξορίζεται στην Αθήνα, πάντα ντυμένη ως άνδρας και εμφανίζεται μπροστά στον Βασιλιά Γεώργιο Α’,  ο οποίος την παρασημοφορεί και την ονομάζει «οπλαρχηγό». Ως οπλαρχηγός πια, συγκροτεί δικό της σώμα ανδρών και παίρνει μέρος και στους ηπειρώτικους αγώνες για την απελευθέρωση. Πέθανε το 1918.

** Η «Λάμπρω: τραγωδία εις πράξεις πέντε» εκδόθηκε το 2013 από τις εκδόσεις Έρεισμα, με εισήγηση και επιμέλεια του διευθυντή του Ιστορικού Αρχείου Κρήτης κ. Κωνσταντίνου Φουρναράκη.

***Το κείμενο εκφωνήθηκε ως ομιλία στο πλαίσιο των εκδηλώσεων Γιορτές Ρόκκας – Κερά μια σκηνή, που πραγματοποιήθηκε στις 6-8 Αυγούστου 2021 στην Κερά του Δ. Κισσάμου Χανίων, προς τιμήν της Αντωνούσας Καστανάκη.

Μετάβαση στο περιεχόμενο