Ζωγραφίζοντας τοπία λέξεων και αισθημάτων στη σκηνή του θεάτρου
Ο Άκης Δήμου συγκαταλέγεται στους πιο καταξιωμένους εκπροσώπους της νέας γενιάς θεατρικών συγγραφέων. Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά την παράσταση του πρώτου έργου του …και Ιουλιέττα, που παρουσιάστηκε στην Πειραματική Σκηνή της Τέχνης στη Θεσσαλονίκη το 1995, τα θεατρικά του έργα έχουν εκδοθεί και έχουν όλα σχεδόν ανέβει στο θέατρο, ορισμένα μάλιστα σε περισσότερες από μία σκηνοθετικές εκδοχές, ενώ έργα του έχουν παρουσιαστεί και σε σκηνές εκτός Ελλάδας. Ένα από τα στοιχεία που συνέβαλε στην εδραίωσή του είναι, αναμφίβολα, η σταθερή του σχέση με τη θεατρική σκηνή, κάτι που, όπως ο ίδιος έχει επισημάνει, δεν ήταν ούτε αυτονόητο ούτε πάντοτε εύκολο. Αλλά εκείνο που παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον στην περίπτωσή του είναι το γεγονός ότι έχει συνεργαστεί, και ως συγγραφέας και ως δραματουργός, με διαφορετικά ως προς τις αισθητικές επιλογές τους θεατρικά σχήματα, σκηνοθέτες και ηθοποιούς, καλύπτοντας ένα ευρύτατο φάσμα: πειραματικές ομάδες και σκηνοθέτες, κρατικές σκηνές, καταξιωμένοι ηθοποιοί, θεατρικά και μουσικοθεατρικά σχήματα που «ανήκουν» στο εμπορικό/ψυχαγωγικό θέατρο και μουσικικοθεατρικές ομάδες.
Ο Δήμου συγκαταλέγεται στη νέα γενιά των θεατρικών συγγραφέων, οι οποίοι εμφανίζονται στην ελληνική σκηνή στη δεκαετία του 1990 και πειραματίζονται με νέες δραματουργικές φόρμες, που συχνά υπερβαίνουν τον κανόνα του (φωτογραφικού) κοινωνιογραφικού και ψυχολογικού ρεαλισμού. Οι περισσότεροι συγγραφείς της γενιάς αυτής, ανεξάρτητα από την αισθητική που καθένας καλλιεργεί, αναπτύσσουν συνήθως αμεσότερη σχέση με το χώρο της σκηνής, ενώ έχουν και μια μεγαλύτερη επαφή με τα ρεύματα του ευρωπαϊκού θεάτρου, παράγοντες που λειτουργούν αναμφίβολα ως δημιουργικά κίνητρα.
Ο Δήμου υπογραμμίζει ότι δουλεύει πολύ για την «ισότιμη συμμετοχή» του στη διαδικασία της παράστασης, αφού έτσι μόνον αντιλαμβάνεται τη θεατρική πράξη.[1]
Πειραματίζεται με διαφορετικές φόρμες και διαμορφώνει ένα σύνθετο θεατρικό ιδίωμα, που στηρίζεται σε συγκεκριμένους αναγνωρίσιμους άξονες οι οποίοι αναφέρονται κυρίως στις δραματουργικές τεχνικές που επεξεργάζεται αλλά και στις θεματολογικές του αναζητήσεις.
Η ενασχόλησή του με το είδος του μονολόγου είναι ένας από τους άξονες αυτούς. Ο μονόλογος έχει εξελιχθεί σε ένα από τα δημοφιλέστερα είδη στη σύγχρονη θεατρική γραφή, επειδή αφενός μπορεί να συνυφαίνει τον προβληματισμό για τις διαφορετικές εκδοχές του έμφυλων, κοινωνικών, εθνοτικών, ιστορικών, μυθικών υποκειμένων με τη μεταθεατρική λειτουργία και την κινητοποίηση μιας δημιουργικής διαδικασίας πρόσληψης και, αφετέρου, να αποτελεί ένα εξαιρετικό όχημα για τη δοκιμασία της δημιουργικότητας του ηθοποιού. Ο Δήμου έχει κατ’ επανάληψη δουλέψει με το είδος αυτό, ήδη από το πρώτο του έργο. Οι πρωταγωνίστριες στους μονολόγους του, ανεξάρτητα εάν προέρχονται από τη σύγχρονη πραγματικότητα ή από τον κόσμο των μύθων και της ιστορίας, στηρίζονται στο λόγο για να μπορέσουν να «υπάρξουν», να αφηγηθούν τη διαδρομή τους, ενώ πάντοτε επινοούν έναν ή περισσότερους ακροατές/συνομιλητές για να διατηρήσουν την ψευδαίσθηση του διαλόγου. Η Ιουλιέττα, στο ομώνυμο έργο, απευθύνεται στον βραδινό της επισκέπτη, η Βιολέττα στο Αιώνες μακριά από την Αλάσκα συνομιλεί με τη μουσική που συνοδεύει την εξομολόγησή της, ενώ ο Σεμπάστιαν, στο Χλόη στα δάχτυλα, απευθύνεται στον γιατρό Κούκροβιτς.
Ένας άλλος άξονας στο έργο του Δήμου αφορά τη σχέση του φανταστικού κόσμου των έργων του με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Πρόκειται για μια σχέση διαμεσολαβημένη, αφού η πραγματικότητα παρουσιάζεται ελαφρώς «παραποιημένη», σαν να την βλέπουμε μέσα από έναν φακό που παραμορφώνει, άλλοτε αδιόρατα κι άλλοτε πιο αισθητά, το είδωλό της. Ακόμη και στα έργα που έχουν πιο «συμβατική» δομή και περισσότερο «φωτογραφική» πρόθεση, όπου τα πρόσωπα και οι καταστάσεις είναι σαφές ότι αναφέρονται στη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα, παρεισφρέει μια λεπτομέρεια για να υπονομεύσει τη ρεαλιστική αυτή απεικόνιση. Σε κάποια έργα η λεπτoμέρεια αυτή αναφέρεται στο φαντασιακό ή το ονειρικό στοιχείο που διαμορφώνει τον τρόπο με τον οποίο τα πρόσωπα βλέπουν και προβάλλουν στους άλλους την πραγματικότητα γύρω τους. Δεν μπορούμε να «επαληθεύσουμε» αν, τελικά, οι τρεις νεαροί στα Λουλούδια στην Κυρία έχουν μια όμορφη γειτόνισσα στο απέναντι μπαλκόνι και κατά πόσο την έχουν συναντήσει, όπως δεν μπορούμε να «επαληθεύσουμε» αν πράγματι η Βιολέττα στο Αιώνες μακριά από την Αλάσκα γνώρισε ή όχι τον γιατρό των ονείρων της. Σε κάποια άλλα, ο ρεαλισμός υπονομεύεται από την κυρίαρχη ονειρική ατμόσφαιρα όπως, για παράδειγμα, στη Νύχτα των μυστικών, όπου ο Κωνσταντίνος και η Μιράντα αιχμαλωτίζονται στη μαγική, αλλόκοσμη ατμόσφαιρα του τσίρκου, ή από κάποια υπερρεαλιστική λεπτομέρεια όπως ο μυστηριώδης και πανταχού παρών Γιούρι στο Απόψε τρώμε στης Ιοκάστης. Σε ορισμένες περιπτώσεις ο συγγραφέας «θολώνει» τη ρεαλιστική απεικόνιση χρησιμοποιώντας μεταθεατρικά τεχνάσματα: οι σχέσεις και ο διάλογος των προσώπων είναι ένας διάλογος που διαμείβεται ανάμεσα στα πρόσωπα ενός θεατρικού έργου. Η λογική αυτή κυριαρχεί εμφανώς στο Ένα φως για κάθε σκοτάδι, στο οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική του θεάτρου εν θεάτρω, αλλά συναντάται και σε άλλα έργα, με πιο έμμεσο τρόπο. Η Μαργαρίτα, η ηρωίδα που ταξιδεύει από το μυθιστόρημα του Δουμά στο θεατρικό σύμπαν του Δήμου, στο Η Μαργαρίτα Γκωτιέ ταξιδεύει απόψε, συνομιλεί με τον συγγραφέα-δημιουργό της, τον Αλέξανδρο Δουμά, με απώτερο στόχο να προετοιμάσει όσο το δυνατόν καλύτερα την τελευταία πράξη του ρόλου της, την ηρωική της «έξοδο».
Ο σημαντικότερος άξονας ωστόσο, που αποτελεί και το σήμα κατατεθέν της θεατρικής αισθητικής του Δήμου, είναι η συνομιλία του με άλλα κείμενα. Η διακειμενικότητα, ένα από τα κεντρικά γνωρίσματα της σύγχρονης σκηνικής γραφής, είναι μια διαδικασία που, από τα πρώτα του κιόλας έργα, ο συγγραφέας επεξεργάζεται με μεγάλη δεξιοτεχνία. Ο τρόπος αυτός που διαμορφώνει τον διάλογο με τα άλλα κείμενα διαφέρει από έργο σε έργο: σε κάποιες περιπτώσεις επικεντρώνεται σε ένα πρόσωπο και ψάχνει να νοηματοδοτήσει από μια άλλη οπτική την περιπέτειά του, όπως συμβαίνει με την Ιουλιέττα, στο …και Ιουλιέττα, με την Ανδρομάχη, στο Ανδρομάχη ή τοπίο γυναίκας στο ύψος της νύχτας, με την Αγάπη Αντρέεβνα στο Άσπρο ψωμί και μέλι. Σε κάποιες άλλες τα διακείμενα λειτουργούν με τρόπο υπόγειο και αναδεικνύονται σαν μια λεπτομέρεια που χρωματίζει την ατμόσφαιρα του έργου. Η Ντομινίκ στο Δάκρυ των χεριών, με την ιστορία και την παρουσία της στην έπαυλη της οικογένειας Χειλά, ανακαλεί εικόνες από την περιπέτεια άλλων ηρωίδων: από τη γοητευτική και μυστηριώδη Υζέ στον Κλήρο του μεσημεριού του Πωλ Κλωντέλ και την Εύα Σαββίδη από τα Φτερά στρουθοκαμήλου του Ανδρέα Στάικου. Η ψίχα του νερού, από την άλλη, παραπέμπει με παρόμοιο τρόπο στο Πανηγύρι του Δημήτρη Κεχαΐδη. Σε άλλες περιπτώσεις η συνομιλία με τα κείμενα δεν επικεντρώνεται στα πρόσωπα αλλά στην αίσθηση μιας εποχής, όπως συμβαίνει στο Αίμα που μαράθηκε, όπου ο δραματικός μύθος ανασυνθέτει τη φορτισμένη ατμόσφαιρα των έργων του Χρηστομάνου ή την ατμόσφαιρα των ποιητών του μεσοπολέμου στο Απόψε η μουσική.
Ένα τελευταίο γνώρισμα του θεατρικού ιδιώματος του Δήμου αφορά τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται το κωμικό στοιχείο. Προσδίδοντάς του άλλοτε μια υπερρεαλιστική και άλλοτε μια διακριτικά ειρωνική απόχρωση, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί το κωμικό στοιχείο στη σκιαγράφηση προσώπων και καταστάσεων. Το χιούμορ είναι το στοιχείο που συγκρατεί τα πρόσωπά του –ειδικά στα πρώτα του έργα– απο την παγίδα του «φορτωμένου» λυρισμού και του βάρους των συναισθημάτων τους, ενώ στα αμιγώς κωμικά του έργα, το χιούμορ τού επιτρέπει να αναδείξει με μεγάλη ακρίβεια τα ‘τρωτά’ της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας. Ο Δήμου είναι αναμφίβολα από τους λίγους νέους συγγραφείς που κινούνται με μεγάλη άνεση στο χώρο της κωμωδίας. Το πιο επιτυχημένο παράδειγμα είναι η μορφή της Ιοκάστης Παπαδάμου στο Απόψε τρώμε στης Ιοκάστης, A pop family story, που διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά μιας γνήσιας κωμικής ηρωίδας: το στοιχείο της υπερβολής, την απουσία συναισθηματικής ευελιξίας, τον μηχανικό τρόπο που χαρακτηρίζει τις αντιδράσεις της και τη συμπεριφορά της απέναντι στον εαυτό της και τους άλλους. Εξίσου επιτυχημένα είναι και τα πορτρέτα των μελών της οικογένειας των Ατρειδών στο Σιγά τα αίματα!… Oresteia the next generation. Εκτός από τη θεαματική Ηλέκτρα ντυμένη ως Αστραπόγιαννο, ο Δήμου παρουσιάζει τον συγγραφέα Αισχύλο και τον θεατρικό παραγωγό Θεοφύλακτο Μπεσικιώτη, δίνοντας στο έργο του τον χαρακτήρα μιας γενικής δοκιμής, όπου τα μυθικά πρόσωπα επιχειρούν να «παίξουν» και να προσαρμόσουν τον ρόλο τους (και τα στερεότυπα που τον συνοδεύουν, τόσους αιώνες τώρα) όσο καλύτερα μπορούν στο πνεύμα μιας τόσο ανατρεπτικής κωμωδίας. Με εξίσου ηχηρό και διαβρωτικό χιούμορ στο Όθων και Ποθούλα διατρέχει την ιστορία του νεοελληνικού κράτους μέσα από τις περιπέτειες της οικογένειας του Όθωνα Μολοχάνθη.
Οι πρωταγωνίστριες και οι πρωταγωνιστές στο θεατρικό σύμπαν του Άκη Δήμου παλεύουν να «συγκατοικήσουν» με τα συναισθήματα και τις επιθυμίες τους και να αντιμετωπίσουν αυτό που κάθε φορά αντιλαμβάνονται ως πραγματικότητα. Στην προσπάθειά τους να αποτυπώσουν το χάρτη των συναισθημάτων τους φλερτάρουν με τις λέξεις και πηγαινοέρχονται από το παρόν στο παρελθόν, δοκιμάζοντας να επαληθεύσουν την αφετηρία, τις παγίδες ή το τέλος ενός αισθήματος. Σε κάποια έργα τα πρόσωπα παρασύρονται στη γοητεία ενός λυρισμού, τον οποίο συνήθως με αυτοειρωνικό τρόπο υπονομεύουν, σε κάποια άλλα υιοθετούν έναν λόγο πιο γυμνό και επιδίδονται σε ατελείωτες στιχομυθίες. Στα πρόσφατα έργα ο λόγος άλλοτε αντιγράφει τους γλωσσικούς κανόνες των sms κι άλλοτε κινείται με βάση τον ρυθμό και τη μουσικότητα των λέξεων και των φράσεων, αφού τα πρόσωπα μιλάνε με στίχους από τραγούδια.
Ο συγγραφέας μάς δίνει εικόνες αυτού που είναι η σύγχρονη πραγματικότητα αλλά και τα κείμενα στα οποία αυτή «παραπέμπει»: θεατρικά έργα, ποιήματα, ταινίες, μυθικές μορφές, παραδόσεις, τραγούδια. Ζωγραφίζοντας τον φανταστικό κόσμο των έργων του σαν σκιτσογράφος ή επιλέγοντας την τεχνική του υπερρεαλιστικού κολάζ, χρησιμοποιεί μια ποικιλία από ετερόκλητα υλικά. Τα φωτογραφικά στιγμιότυπα από το σύγχρονο κοινωνικό τοπίο μπερδεύονται με εικόνες και κείμενα από παλιότερες εποχές και με έντονα χρώματα και γνώριμες μουσικές που συνθέτουν το παλίμψηστο του σύγχρονου πολιτιστικού τοπίου.
Ο Δήμου θυμίζει την ηρωίδα του, την Ανδρομάχη, που καθώς προσπαθεί να βρει τις λέξεις για να μας εξιστορήσει την περιπέτειά της, ζωγραφίζει και ξαναζωγραφίζει εικόνες από την μνήμη της «σκορπίζοντας τις εποχές, διαλύοντας τα χρόνια σ’ άλλα χρόνια».[2]
[1] [www.bookpress.gr/sinenteuxeis/ellines/akisdimou 24/5/2014]
[2] Ανδρομάχη ή τοπίο γυναίκας στο ύψος της νύχτας, στο Άκης Δήμου, Άπαντα τα θεατρικά, τόμος Α΄, Αθήνα: Αιγόκερως, σ. 257.