H μέρα μετά ήταν η μέρα πριν. Ήταν αυτός, το συκώτι του, η σπλήνα του, η καρδιά του, οι αρτηρίες του, το ντροπαλό του κουντεπιέ . Ήταν αυτός πέντε λεπτά με το ρολόι, ίσα ίσα προλαβαίνω να σας δω, χτυπήστε στον τέταρτο, μια χαρά μου φαίνεστε, δεν έχετε ανάγκη, θα μας θάψετε όλους. Ήταν τα μαλλάκια του καθαρά- καθαρά και τα χεράκια του πλυμένα- πλυμένα κι η φωνή του να ξαναλέει μα δεν βαρεθήκατε τόσο καιρό να με ταλαιπωρείτε ; H μέρα μετά ήταν όλες οι μαρμότες του κόσμου μαζεμένες μπροστά στην πόρτα μου να φωνάζουν βγες καλέ κορίτσι, βγες! εκεί είναι και σε περιμένει να τον ξανανευριάσεις, να τον βγάλεις έξω απ’ την άσπρη του την μπλούζα την ξέξασπρη κι απ’ τον ήλιο ξεξασπρότερη. Η μέρα μετά ήταν η μέρα που μου ’πεσε η τσάντα και το σακβουαγιάζ και τα γυαλιά ηλίου και τα γυαλιά καρφιά και δεν έλεγα να σηκωθώ απ’ τα μάτια του μέχρι να ‘ρθουνε οι φουσκωτοί να κλειδώσουν την είσοδο και μέχρι να ‘ρθουν τα τσιμέντα τιτάν να χτίσουν την έξοδο και μέχρι να ‘ρθει αυτός και να πει να πηγαίνουμε σιγά σιγά, βιάζομαι πολύ ξέρετε.
Η μέρα μετά ήταν η μέρα πριν και η μέρα παραπρίν κι όλες οι μέρες που εγώ ερχόμουνα κι αυτός έφευγε αλλά ούτε που με πείραζε γιατί άχνιζε και μοσχοβολούσε το αίμα με το πήγαιν’ έλα.