BACKSTAGE: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΜΟΥΜΟΥΡΗ

Τατού Δέδε

 

Η Ευαγγελία Μουμούρη είναι ηθοποιός. Όμορφη, λαμπερή, ταλαντούχα. Είναι όμως και η αγαπημένη μας καθώς αυτές τις μέρες δέχθηκε την πρόσκλησή μας και αναμετράται με το βραβευμένο από τον διαγωνισμό του GPP έργο Ελένη ή Σούλα της Δέσποινας Καλαϊτζίδου σε σκηνοθεσία του Γιώργου Λύρα.

 

Την συναντώ να διαβάζει το βιβλίο της Στέλλα Άντλερ για την τέχνη του ηθοποιού…

 

Ακόμα μελετάς; Με τέτοια εμπειρία;

Από πέρσι, για κάποιο λόγο, μου ζητάνε να διδάξω. Το είχα σκεφτεί αλλά θεωρούσα πάντα ότι είναι πολύ νωρίς. Όμως τον τελευταίο καιρό μου ζητάνε. Και αναρωτήθηκα γιατί. Γιατί εγώ πάντα είμαι μαθήτρια. Ακόμα είμαι μαθήτρια, τραγουδιού, της ορθοφωνίας, των συναισθημάτων. Το να είσαι δάσκαλος, είναι σαν να ξαναγυρίζεις πάλι στο να είσαι μαθητής. Και  για μένα πάντα είναι ένα ταξίδι. Κάτι δηλαδή που δεν μπορείς να κάνεις, σου δίνεται η δυνατότητα να το κάνεις, και πολλές φορές είναι σαν να σου λέει, μπορείς να το κάνεις αυτό; Μπορείς να πετάξεις; Ναι, μπορώ να πετάξω. Ή όχι δεν μπορώ, αλλά στην πρεμιέρα θα πετάξω. (γέλια) Δηλαδή, θα μάθω στην πρόβα και στην πρεμιέρα θα πετάξω. Πολλά πράγματα στο θέατρο ξεκίνησαν από το «δεν μπορώ να το κάνω». Αυτό το φοβάμαι, αλλά θα το κάνω.

 

Ωραία. Ας ξεκινήσουμε από εκεί. Πώς είσαι στην πρόβα; Λένε πολλές φορές ότι η πρόβα είναι πιο δυνατή από την παράσταση. Εσύ πώς λειτουργείς; Έχεις μια διαδικασία; Το προετοιμάζεις;

Στην πρόβα είμαι όπως θέλει ο σκηνοθέτης. Δηλαδή, έχει υπάρξει πρόβα, όπου ο σκηνοθέτης θέλει να κάνουμε σωματικές ασκήσεις, θέλει να κάνουμε παιχνίδια, θέλει να παίζουμε με μπάλες, να αγγιζόμαστε, να αγκαλιαζόμαστε, να έχουμε μια σωματική επαφή, και το κείμενο έρχεται τελευταία στιγμή. Υπάρχουν πρόβες, που κάνεις τραπέζι ένα μήνα, δηλαδή κάθεσαι, συζητάς, κάνεις ένα στρογγυλό τραπέζι, όπως στο πανεπιστήμιο, διαβάζεις, συζητάς, έτσι έρχεσαι πιο κοντά. Υπάρχουν σκηνοθέτες που σου ζητάνε να μάθεις τα λόγια και να έρθεις. Κάθε φορά, εγώ ακολουθώ τη μέθοδο του σκηνοθέτη, γιατί καλούμαι να ακολουθήσω το όραμα του.»

 

Νιώθεις εργαλείο; Δηλαδή θεωρείς ότι οι ηθοποιοί είναι τα εργαλεία και οι σκηνοθέτες είναι οι «μάστοροι».

Ναι. Είναι αυτό που λέμε, ότι οι τραγουδιστές είναι απλώς ερμηνευτές και δεν είναι δημιουργοί έτσι; Εγώ, αρχικά, νιώθω εργαλείο και ευελπιστώ να έρθει η στιγμή, με τον κόσμο, που θα γίνω  δημιουργός. Ο κόσμος φέρνει, για μένα, την αίσθηση. Χρησιμοποιώ πολύ την τεχνική. Πολύ. Δεν αφήνομαι στο πως θα νιώθω κάθε φορά. Την χρησιμοποιώ την τεχνική, επιλέγουμε με τους σκηνοθέτες, τουλάχιστον με τους σκηνοθέτες που αγαπώ,  τι συμφέρει το έργο, από κοινού, ή έχει κι αυτός μια άποψη, και  γίνεται μια ζύμωση. Κατάλαβες. Αλεύρι και νερό δεν γίνεται ψωμί. Κάτι γίνεται και γίνεται ψωμί. Με το που θα μπει ο κόσμος, αυτό το πράγμα γίνεται σαν ανάγλυφο. Τότε, όταν μπαίνει ο κόσμος, γίνεται 3D και μην σου πω γίνεται και 4D…

 

Ποια ήταν η πρωταρχική σου αίσθηση για να βγεις στη σκηνή; Το πρώτο πράγμα που σου έρχεται; Ποια είναι η ανάγκη σου; Δεν είναι απλό πράγμα να είσαι στην σκηνή, έτσι;

Όχι, όχι. Δεν είναι. Αλλά δεν είναι, νομίζω, για αυτόν που δεν θέλει να είναι στη σκηνή. Αυτό που σκέφτομαι, αρχικά, η αίσθηση που είχα από πάντα, από μικρή, επειδή είμαι μοναχοπαίδι, καθόμουν στο σαλόνι, που τα παιδάκια παίζανε όλα μαζί και τα λοιπά,  εγώ καθόμουν στο σαλόνι, και απ’ ότι καταλαβαίνω τώρα, αυτό που έκανα, ήταν ότι οραματιζόμουν ιστορίες. Ζούσα ιστορίες, δηλαδή, πώς κάνεις έναν διαλογισμό. Και έτσι έπαιζα. Αυτό, λοιπόν, μετά, ως η διασκέδαση του μοναχοπαιδιού, τελικά, το βρήκα ως επάγγελμα, το βρήκα ως τέχνη. Γιατί νομίζω ότι είναι τέχνη. Δηλαδή, σαν ένας άνθρωπος να πάρει ένα κομμάτι ξύλο  και να κάνει ένα υπέροχο τραπέζι. Που είναι και ένα έργο τέχνης αλλά και ένα χρηστικό αντικείμενο. Εγώ λοιπόν ξεκίνησα από εκεί. Αυτή ήταν η ανάγκη μου, δηλαδή, να φτιάχνω ιστορίες και να τις ζω. Ήταν γιατί δεν είχα αδέρφια, είχα φίλους κλπ, αλλά ήταν ιερή στιγμή αυτή που απομονωνόμουν. Και αντιστοίχως, αφού μπορούσα να απομονωθώ, μπορούσα να απολαύσω και το παιχνίδι με τους φίλους μου τελικά. Και στο τέλος αυτό  νομίζω ότι είναι το θέατρο. Να παίζεις, με τους άλλους, και να φτιάχνεις κόσμους. Όπως το παιδί που παίρνει ένα μπουκάλι πλαστικό και φτιάχνει ιστορίες, εμείς με τα ψέματα, φτιάχνουμε κόσμους. Και, επίσης, φτιάχνουμε και χρόνο. Φτιάχνουμε χώρο, φτιάχνουμε και χρόνο. Δηλαδή, μπορεί να είναι χειμώνας κι εμείς να είμαστε με το καλοκαιρινό ρουχαλάκι στην Αμερική. Και ενώ είμαστε στην πλατεία Αμερικής, εσύ να είσαι στην Αμερική. Φτιάχνεις χώρο και χρόνο. Αυτό για εμένα είναι πολύ μαγικό και ακόμα περιμένω πώς και πώς να μπω σε αυτό τον χώρο και τον χρόνο που έχουμε συμφωνήσει. Μαζευόμαστε, δηλαδή, επαγγελματίες, κρυφά παιδιά, και έχουμε συμφωνήσει ότι εμείς θα κάνουμε αυθόρμητα πράγματα, όπου, όμως, τα έχουμε συμφωνήσει από πριν. (γέλια) Το πώς αυτό, το πολύ πρακτικό, η πολλή σκέψη, γιατί είναι δουλειά – είμαστε εργάτες-, θα γίνει αυθόρμητο, αυτό είναι τέχνη.

 

Έχεις κάνει και αρκετή τηλεόραση. Η τέχνη σου είναι ίδια; Έχεις μια ίδια μέθοδο; Είναι το ίδιο και στα δύο; Θέατρο, τηλεόραση;

Η μέθοδος δεν είναι ίδια, γιατί δεν είναι οι συνθήκες ίδιες. Το κάμα, το κάψιμο της δημιουργίας, είναι ίδιο. Δηλαδή, χρησιμοποιείς διαφορετικές τεχνικές, αλλά είσαι ο ίδιος, το ίδιο σώμα. Μπορεί να έχεις άλλο χρόνο, μπορείς να έχεις άλλες σκέψεις, να σκέφτεσαι διαφορετικά, αλλά η ανάγκη σου να κάνεις, να υπάρχεις, εννοώ να υπάρχεις στον ρόλο, είναι ίδια. Και στο σινεμά. Και στην τηλεόραση και στο θέατρο. Αλλά είναι άλλη τεχνική. Την στιγμή που λες, 5,4…

Πολλές φορές όταν ξυπνάς πρωί, μετά ξέρω ‘γω από διπλή παράσταση και πρέπει να πας στην τηλεόραση και όλα τα σχετικά, ε δεν τα πολυσκέφτεσαι αυτά. Όμως, όταν σκεφτείς ότι αυτό που θα αποτυπωθεί τώρα, θα πάει και στο τελευταίο χωριό που οι άνθρωποι μπορεί να μην έχουν δει ποτέ θέατρο και θέλουν το απόγευμα να κάτσουν να δουν τηλεόραση, να ξεχαστούν, να παρακολουθήσουν μια ιστορία και να μπεις στο σπίτι τους, ξαφνικά γίνεται σημαντικό. Ναι. Γίνεται σημαντικό. Αρκεί να το ‘χεις στο νου σου, γιατί πολύ εύκολα μπαίνεις στην συνήθεια του, «ωχ μωρέ και σήμερα το ίδιο».

 

Με την εικόνα σου πως λειτούργησες ως ηθοποιός; Γιατί στο θέατρο η εικόνα ναι μεν μένει, αλλά δεν είναι το ίδιο όπως στην τηλεόραση. Αυτό σε παγίδευσε ή σε ελευθέρωσε; Στην τεχνική σου, στο επάγγελμα σου; Σε εμπόδισε; Ότι πολλοί μπορεί να σε θεωρούν η Εύα Μουμούρη της τηλεόρασης.

Ναι. Για πολλούς είμαι «η χήρα του Φατσέα», για άλλους η «Ευλόγησον». Ναι. Αλλά για κάποιους άλλους όμως… Ξέρεις τι γίνεται; Θα σου πω. Είναι ευλογία το να έχεις μπει στα σπίτια των ανθρώπων, μάλλον όχι να έχεις μπει, να έχουν επιλέξει να έχεις μπει. Γιατί το κουμπί είναι το άγιο κουμπί. Πατάς και… Είναι ευλογία το, ας πούμε, να σε σταματάνε στον δρόμο και να χαμογελάνε, επειδή εσύ έχεις παίξει σε κωμωδίες ή να σου πούνε, «πωπω πόσο στην τάδε σκηνή…», μου λένε ακόμα σκηνές. Μου λένε σκηνές από την «Εθνική Ελλάδος». Επίσης, δεν είναι , μπορεί εσύ να μεγαλώνεις, τα μέσα σου να αλλάζουνε, τα τεχνικά σου μέσα να αλλάζουνε, αλλά για εμένα, εγώ το νιώθω σαν ευλογία, δεν έχει αλλάξει ούτε η ζωή μου, ούτε έχω παγιωθεί σε κάτι. Γιατί αυτό είναι, έχει μείνει εκεί, παίζεται, μπορεί να ξαναπαίζεται και είναι αυτό που είναι.

Από την άλλη μεριά, το θέατρο. Έχω βρεθεί και σε στιγμές….. μου στέλνουν μηνύματα, ακόμη, ότι στην τάδε παράσταση θυμάμαι πώς έπαιξες, ή εκείνη τη στιγμή ή εκείνη την κίνησή σου. Εντάξει, το θέατρο έχει κάποια θνητότητα. Αλλά, νομίζω ότι κι εμείς για κάποιο λόγο το κάνουμε. Το κάνουμε ακριβώς γι’ αυτό. Ότι είναι αυτή η στιγμή, η οποία φεύγει στο σύμπαν. Και μένει μόνο, μπορεί, ίσως, κάποτε, στην ψυχή του ανθρώπου που ήρθε και είναι από κάτω. Που μπορεί να τον άγγιξες και να τον έχεις αγγίξει για πάντα. Μπορεί να μην το μάθεις ποτέ. Αυτό είναι. Και παράλληλα όλο αυτό το μαγικό, έχει και ένα τελείως πρακτικό πράγμα. Ότι είναι ένα σώμα, το οποίο ταλαιπωρείται, είναι ένα σώμα που αλλάζει με τα χρόνια, και είναι ένα σώμα που, πώς να πω, ενσωματώνεις ρόλους, και αυτό το σώμα σε φέρνει απέναντι.

 

Άρα για εσένα Εύα, η πορεία σου στον χρόνο ως άνθρωπος, μαζί με την πορεία σου στον χρόνο ως ηθοποιός μπλέκονται; Επηρεάζει το ένα το άλλο;

Α, πολύ ωραία ερώτηση. Δεν το είχα σκεφτεί αυτό. Κοίτα, η αλήθεια είναι ότι μεγαλώνοντας το έχουμε δει, το έχουμε διαβάσει ότι ηθοποιός δεν είσαι, ηθοποιός καταλήγεις. Δηλαδή, το όνειρό μου είναι να καταλήξω ηθοποιός. Εννοώ ότι τα χρόνια σε κάνουν ηθοποιό. Βέβαια, στην αρχή, όταν ήμουνα μικρή, έλεγα τα ξέρω όλα. Μεγαλώνοντας όσο πας, καταλαβαίνεις ότι δεν ξέρεις. Ξέρω όλο και λιγότερα. Ξέρω όλο και λιγότερα. Γι’ αυτό και εγώ νιώθω ότι τα χρόνια σε φέρνουν έτσι που πρέπει να φτάσεις σε ένα σημείο που να μην παίζεις αλλά να υπάρχεις επάνω στην σκηνή. Να υπάρχεις. Αυτό είναι το ζητούμενο. Απλώς να υπάρχεις και να λες τα λόγια. Όμως το να φτάσεις σε σημείο, απλώς να υπάρχεις, και να λες τα λόγια, και να είσαι, ακριβώς, το να υπάρχεις, να είσαι εκεί, δεν είναι εύκολο. Θέλει πολλή πολλή δουλειά. Και ξέρεις, είναι ένα πάρε – δώσε. Δηλαδή, τώρα μπορεί να έχω παραπάνω, γνώσεις, εμπειρίες, ώρες πτήσης στο θέατρο, αλλά μπορεί να έχω χάσει τον αυθορμητισμό μου. Σε νέους συναδέλφους που παίζουμε μαζί, απολαμβάνω τον αυθορμητισμό και βλέπω την έλλειψη της εμπειρίας. Αλλά αυτό, επειδή είναι ένα ομαδικό άθλημα, ο ένας έρχεται και κουμπώνει στον άλλον.

 

Πως λειτουργείς σε αυτό το ετερόκλιτο σύνολο; Πως τοποθετείς τον εαυτό σου;

Δεν ξεκινάω από την αρχή να ξέρω πως. Ξέρεις, κάθε χρόνο, και ίσως και λιγότερο από κάθε χρόνο, κάθε εξάμηνο, βρίσκεσαι ξαφνικά ανάμεσα σε άλλους ανθρώπους. Ωραία. Τι γίνεται τώρα; Και νομίζω ότι κάθε φορά είσαι διαφορετικός. Είσαι εσύ, αλλά διαφορετικός. Και βλέπεις και διαφορετικά κομμάτια του εαυτού σου. Μου έχει συμβεί να έχω βρεθεί σε ένα θέατρο που όλοι είμαστε πολύ φωνακλάδες. Κυρίως στα musical, κυρίως, σε μεγάλους θιάσους, που χρειάζεται αυτή η ενέργεια. Έχω βρεθεί σε θιάσους, που μιλάμε πάρα πολύ σιγά γιατί η ατμόσφαιρα είναι έτσι. Αυτό που γίνεται, μπαίνεις και γίνεσαι ένα με το περιβάλλον. Ο ηθοποιός οφείλει να είναι ευπροσάρμοστος. Να αγαπήσεις τον άλλον ακόμα και αν τον σιχαίνεσαι. Δηλαδή, εμένα μου έχει τύχει να μην συμπαθώ καθόλου, δηλαδή να τον σιχαίνομαι τον άλλον, να μην συμπαθώ καθόλου την προσωπικότητα του συναδέλφου, αλλά επειδή ήμασταν τρία χρόνια στον ίδιο θίασο, να έχω αγαπήσει την ψυχή του. Να μην θέλω να κάνω παρέα μαζί του. Αλλά στην πρώτη στιγμή που κάτι συμβαίνει σε αυτόν, τρέχω, γιατί έχουμε ζήσει μαζί. Έχουμε συμβιώσει. Πολλές φορές έχω βρεθεί να είμαι περισσότερο καιρό  με τον συνάδελφο, παρά με τον άντρα μου. Και αυτό με έκανε να αγαπήσω τους ανθρώπους περισσότερο, το θέατρο. Ότι δεν μπορώ να είμαι μόνη μου. Ότι έχω ανάγκη στην σκηνή τον άλλον, και ο άλλος εμένα. Ότι έχουμε έναν κοινό κώδικα, ότι δρούμε μαζί. Και αυτό ακόμα το αναζητώ. Ακόμα.

 

Με τους σκηνοθέτες ποια είναι η σχέση σου; Πιστεύεις ότι είναι καλό ο ηθοποιός να έχει και προσωπική σχέση με τους σκηνοθέτες ή όχι;

Όχι. Δεν είναι απαραίτητο. Το πώς καταλαβαίνει ο σκηνοθέτης τον ηθοποιό, δεν έχει να κάνει με το αν τον βρίζει ή όχι, έχει να κάνει με την διαθεσιμότητα των δύο. Αν εμείς είμαστε φίλοι κι εσύ με σκηνοθετείς, κι εγώ είμαι κλειστή, δεν θα με δεις ποτέ. Δεν θα με βρεις ποτέ. Και μετά έξω θα είμαστε φίλοι. Το θέμα είναι να είναι διαθέσιμοι και οι δύο. Και αυτή η διαθεσιμότητα, δεν είναι εύκολη. Να είσαι διάφανος, αλλά και διαθέσιμος. Να θέλουμε και οι δύο να είμαστε εδώ την ίδια στιγμή. Για εμένα αυτό είναι πολύ σημαντικό στο θέατρο.

 

Έχεις κάποια διαδικασία που το κάνεις αυτό; Είσαι από την αρχή διαθέσιμη;

Όχι. Δεν ξέρω. Αρχικά λέμε ότι πρέπει να είμαστε διαθέσιμοι. Τι σημαίνει αυτό όμως, δεν το ξέρεις.

 

Το λέω, γιατί επιπλέον στην κοινωνία που ζούμε ο κόσμος είναι κλεισμένος και δεν επικοινωνεί εύκολα. Πόσο μάλλον όταν χρειάζεται να ανοίξεις την ψυχή σου.

Ναι,  αλλά εγώ μάλλον γι’ αυτό κάνω αυτή την δουλειά. Για να είμαι διαθέσιμη. Δεν είναι εύκολο , αλλά νομίζω ότι αυτό που αρχίζω είναι ότι θα λέω αυτό που σκέφτομαι χωρίς να έχω δεύτερη σκέψη. Τη δεύτερη σκέψη θα την πω. Αυτό δεν είναι εύκολο πάντα. Γιατί ο άλλος μπορεί να μην το δέχεται. Από την άλλη, έχει τύχει και στιγμή που υπάρχει αυτή η εξουσία του σκηνοθέτη. Ότι εγώ θα πρέπει να πω ναι, ακόμα και αν δεν συμφωνώ, γιατί υπερισχύει ο σκηνοθέτης. Γιατί δεν έχει μόνο εμένα ο σκηνοθέτης, έχει την επίβλεψη όλης της παράστασης. Δηλαδή, ο σκηνοθέτης θα πρέπει να είναι και μαμά μου, και σύντροφος μου και γκόμενος μου, και το κοινό, και παραγωγός, δηλαδή όλα αυτά. Κάνω πίσω και περιμένω την στιγμή να βρω τον τρόπο. Ή δεν την περιμένω. Δεν ξέρω, κοίταξε, αυτό κάθε φορά είναι διαφορετικό.

 

Γενικά στην ζωή σου έχεις πειθαρχεία; Δηλαδή αυτή την μεθοδικότητα της δουλειάς, την έχεις και στη ζωή σου;

Η μέθοδος και η πειθαρχεία, και όλα αυτά, έρχονται έτσι σε εμένα, υπάρχουν, μόνο και μόνο, για να φτιάξουν ένα ασφαλές περιβάλλον για να ελευθερωθώ. Για εμένα αν όλα είναι έτοιμα, νιώθω μια ασφάλεια να ελευθερωθώ στο θέατρο. Επειδή το κάνω αυτό πολύ συγκεκριμένα στην παράσταση, νομίζω ότι μου εξαντλείται η πειθαρχία στη ζωή μου. Δεν το έχω παντού, δηλαδή, μόνο εκεί. Μόνο στη δουλειά. Στη ζωή δεν χρειάζεται. Δεν νιώθω ότι μου χρειάζεται.

 

Στην κοινωνία μας είναι δύσκολα τα πράγματα και ο κόσμος γύρω μας ταλαιπωρείται. Αυτό το παίρνεις στην δουλειά σου; Σε αφορά;

Στους ρόλους δεν μπορείς να βάλεις την κρίση, τον προβληματισμό σου. Όχι δεν μπορείς να το βάλεις σε ένα ρόλο. Να βάλω εγώ στον ρόλο στην Νίκη του Χωμενίδη ότι έχω πληρώσει το ΦΠΑ και λοιπά, γιατί; Οι άνθρωποι πάνε στο θέατρο, κι εμείς κάνουμε αυτό το πράγμα για να φτιάξουμε κάτι, εκτός και αν μιλάμε για ένα πολιτικό θέατρο που ο σκηνοθέτης θα φτιάξει επί τούτου το έργο ώστε να μιλήσει για κάτι. Όχι, δεν θεωρώ εγώ ότι αυτός είναι ο ρόλος του θεάτρου. Το γεγονός ότι προβληματίζομαι για την καθημερινότητα, προβληματίζομαι για το ότι οι άνθρωποι έχουν βγάλει τα όπλα, το ότι οι άνθρωποι είναι εχθρικοί απέναντι στον άλλον άνθρωπο, αυτό δεν μπαίνει μέσα στο θέατρο. Μπορεί να γυρίζει περί το θέατρο, να συζητάμε αν θα μας πληρώσουν, δεν θα μας πληρώσουν, όλα αυτά, αλλά οφείλεις να μην το κουβαλάς αυτό πάνω στην σκηνή. Δηλαδή, εμένα μου έχει τύχει να συζητάμε με τους συναδέλφους για τα πολύ πρακτικά και επειδή το συζητάγαμε στο διάλειμμα, ξεκίνησα και βγήκα στην σκηνή με αυτή την σκέψη. Και λέω, όχι, δεν θα το επιτρέψω αυτό το πράγμα. Γιατί; Γιατί αυτή η κοπέλα ήτανε το ’50.

 

Ποια είναι η σχέση σου με το καμαρίνι; Γενικά με την συνθήκη του καμαρινιού.

Πηγαίνω νωρίτερα απ’ όλους και φεύγω αργότερα απ’ όλους. Το καμαρίνι είναι ο χώρος που μπαίνεις κανονικά, έτσι όπως με βλέπεις, και βγαίνεις στη σκηνή. Νομίζω είναι ο προθάλαμος της σκηνής. Δεν μπαίνω από το αυτοκίνητο να πάω στην σκηνή. Χρειάζεται κάτι. Χρειάζεται ένας καφές μες το καμαρίνι, χρειάζεται μια κουβέντα μέσα στο καμαρίνι ή μόνος σου, αν είσαι μόνος σου. Το καμαρίνι για εμένα είναι πολύ ιερό. Πολύ πολύ ιερό. Θυμάμαι μια φορά που είχα πει στον σύντροφό μου, του λέω, «μα καλά, πώς είναι δυνατόν το καμαρίνι μου να το αφήνω τέλειο το βράδυ και το σπίτι μου να είναι χάλια;», και μου λέει, «όχι, όχι δεν έχεις καταλάβει. Το μέρος που ζεις είναι χάλια. Το σπίτι σου είναι καθαρό.», θέλοντας να μου πει, ότι καταλαβαίνω πολύ καλά ποιο είναι το σπίτι σου. Χωρίς καμαρίνι δεν υπάρχει σκηνή για εμένα. Και είναι ιερή στιγμή που βρισκόμαστε και πίνουμε τον καφέ μας και λέμε τα καθημερινά μας, τι περάσαμε, για εμένα αυτό είναι υπέροχο. Έτσι το βλέπω.

 

Κάνεις κάτι πριν από τις παράσταση; Έχεις κάποιο τελετουργικό; Δικό σου; Πολύ προσωπικό;

Ε, κάνω κάτι αλλά δεν μπορώ να στο πω. Ναι, ναι κάνω κάτι. Είναι σαν αυτό που κάνουν οι ποδοσφαιριστές που πιάνουν το γκαζόν και λοιπά. Κάνω κι εγώ κάτι και μάλιστα το έχουμε στο καμαρίνι ότι το κάνουμε όλοι. Κάτι γίνεται…

 

Ποια διαδικασία απολαμβάνεις πιο πολύ κατά την διάρκεια των προβών;

«Κατά καιρούς, υπάρχουν διαφορετικές. Δηλαδή, μπορεί να έχω απολαύσει μία πρόβα, ας πούμε, στην Νίκη του Χωμενίδη, είχα απολαύσει μία καταπληκτική πρόβα, που δεν κάναμε ούτε καν πρόβα, μας μιλούσε ο Σταμάτης Φασουλής. Ήταν μαγικά. Είχα συγκινηθεί δηλαδή. Δεν είναι πάντα τέλεια τα πράγματα. Δηλαδή, ότι πρέπει να πάς να παρκάρεις στην Σωκράτους για να πάς στο βεστιάριο, και μες στο κρύο να βρίσκεις ρούχα, δεν είναι… αλλά νομίζω ότι η χειρότερή μου στιγμή, είναι λίγες μέρες πριν την πρεμιέρα, που είναι λίγο, ότι έχω φτιάξει, είναι σαν να μην έχει φτιαχτεί ποτέ, σαν να έχει γκρεμιστεί. Δεν είμαι σίγουρη για καμία από τις επιλογές που έχουμε κάνει, λίγες μέρες πριν την πρεμιέρα. Και αυτό δεν το ήξερα. Επειδή μου το είπε ένας άλλος άνθρωπος το κατάλαβα. Ο Γιώργος Λύρας. Ότι εσύ στο τραπέζι κάνεις κάτι φανταστικά πράγματα, λίγο πριν την πρεμιέρα είσαι, κουτουλάς σε τραπέζια, δεν ξέρεις από πού να μπεις και που να βγεις, και μετά αυτό αλλάζει στην παράσταση. Και λοιπόν, διαπιστώνω, αφού μου το είπε, συμφωνώ κι εγώ με τον Γιώργο Λύρα, ότι λίγες μέρες πριν την πρεμιέρα, σκέφτομαι πάρα πολύ. Σκέφτομαι. Πολύ, πολύ, πολύ. Το κεφάλι μου γίνεται τόσο. Έχω τα πάντα στην θέση τους. Συναισθήματα, ρούχα, για να μπει ο κόσμος μέσα. Και όταν μπαίνει ο κόσμος μέσα, οφείλω να μην σκεφτώ τίποτα, αλλά πριν, σκέφτομαι πάρα πολύ. Θέλω να είναι όλα έτοιμα.»

 

Έχεις δηλαδή, μια μέθοδο. Έχεις έναν τρόπο προετοιμασίας. Ακολουθείς έναν δρόμο, έχεις φτιάξει, κομμάτι – κομμάτι, ένα «μονοπάτι».

Ναι. Ένα μονοπάτι, που πάντα, το τελικό όργωμα, το κάνει ο σκηνοθέτης. Αλλά προς το τέλος, που έχει δουλέψει  ο σκηνοθέτης, τώρα λες… -σήκωσε τα μανίκια Ευαγγελίτσα και ετοιμάσου-.

 

Έχει διαφορά για εσένα το  να παίζεις σε μεγάλες ή σε μικρές θεατρικές σκηνές;

Κοίτα, είναι η διαφορά της ενέργειας. Υπάρχει διαφορά. Τα τελευταία χρόνια, έχω παίξει σε πολύ μεγάλα θέατρα. Εννοώ, αυτά που παίρνουν 2.000 κόσμο, Μπάντμιντον, Παλλάς, το πιο μικρό, τα τελευταία χρόνια, είχε 600 άτομα. Επίσης, υπάρχει και το μικρόφωνο εκεί. Πρέπει να χειριστείς τον λόγο και το σώμα με έναν άλλο τρόπο απ’ ότι τον χειρίζεσαι τώρα, στο θέατρο Σταθμός. Εμένα, με γοητεύει όλο αυτό το να γοητεύεις στο συναίσθημα με τη φωνή σου, όπου η φωνή σου πρέπει να μπει μέσα στο μικρόφωνο αλλά το σώμα πρέπει να φανεί να είναι χωρίς μικρόφωνο. Με γοητεύει πάρα πολύ αυτή η αρμονία. Το να βρεις την ισορροπία σε αυτό. Το να μεταφέρεις αυτό το συναίσθημα, που μπορεί  να είναι μικρό, αλλά να το μεταφέρεις πάρα πολύ μακριά. Είναι πολύ ενδιαφέρον να βρεις τον τρόπο. Και αυτό είναι κάτι που το μαθαίνω. Δηλαδή, η ανάγκη στο θέατρο, οι απαιτήσεις οι διαφορετικές, μου μαθαίνουν κάτι διαφορετικό. Τώρα ας πούμε, εδώ, που είναι μονόλογος. Ποτέ δεν ήθελα να κάνω μονόλογο….

 

Είναι πρώτη σου φορά;

Ναι. Δεν έχω σκεφτεί, έχω παίξει δηλαδή, έχω παίξει και στο τρένο στο Ρουφ, με 70 θέσεις, αλλά δεν είμαι από τους ηθοποιούς που θα ήθελα να κάνω έναν μονόλογο. Να παίξω μόνη μου. Θέλω να παίζω με κόσμο.

 

Ποια ήταν η διαδικασία σας εδώ, στο θέατρο Σταθμός, με τον Γιώργο Λύρα; Για την παράσταση «Ελένη ή Σούλα»;

Εδώ, η διαδικασία ήταν αυτή. Η Ειρήνη Μουντράκη, λοιπόν, με το Greek Play Project, ανέθεσε, στον Γιώργο Λύρα και σ’ εμένα, να παρουσιάσουμε στο φεστιβάλ αυτό, το βραβευμένο έργο, της Δέσποινας Καλαϊτζίδου, το «Ελένη ή Σούλα». Το οποίο ήταν μονόλογος. Εγώ είχα αυτό το κενό, ανάμεσα στις διακοπές μου και στις παραστάσεις της Νίκης, και φυσικά όταν μου δίνεται η ευκαιρία να ασχοληθώ με κάτι καινούριο για το θέατρο, φυσικά πάω τρέχοντας. Έτσι, λοιπόν, δέχτηκα αυτή την πρόσκληση της Ειρήνης και πρόκληση, βεβαίως, για εμάς. Τον Γιώργο και εμένα. Τον Γιώργο τον γνώριζα, ήταν βοηθός του Σταμάτη Φασουλή, και είχαμε κάνει πολλές δουλειές μαζί, και ήταν μια ευκαιρία, να δουλέψουμε και μαζί. Χωρίς τον Σταμάτη αυτή τη φορά. Να δούμε πως μπορεί να υπάρξει και πως μπορούμε από κοινού να διαβάσουμε αυτό το έργο. Παρόλα αυτά, θέλω να σου πω, ότι μετά από την δουλειά που κάνουμε με τον Γιώργο, διαπιστώνεις ότι τελικά, ναι, δεν είναι μονόλογος, είναι ένας ηθοποιός στην σκηνή μόνος του, αλλά δεν είναι μόνος του. Δηλαδή, μπορεί να βλέπεις έναν, αλλά υπάρχουν πολλές ενέργειες που αντιδρούν επάνω στην σκηνή και απαντά ο μόνος του ηθοποιός πάνω στην σκηνή, όποτε διαπιστώνω τελικά ότι δεν είμαι μόνη μου. Τώρα, τι θα γίνει 1 και 2 Οκτώβρη, δεν το ξέρω….

 

Η διαδικασία αυτή που ήταν διαφορετική, την απόλαυσες; Τη μοναξιά στη σκηνή;

Όπως σου είπα πριν, κατάλαβα ότι σε κανέναν μονόλογο δεν είσαι μόνος σου. Ξέρεις πως είναι να παίζεις με τον άλλον και να νιώθεις μόνος σου; Επειδή το έχουμε νιώσει, – μπορεί να το έχουμε νιώσει – και ο άλλος μπορεί να το έχει νιώσει με εσένα, δηλαδή να είμαστε πάνω στη σκηνή και για κάποιο λόγο να μην είμαστε μαζί. Δεν είναι εύκολο. Άρα, λοιπόν, κανένας ηθοποιός που έχει κάνει μονόλογο δεν νιώθει μοναξιά. Δεν προλαβαίνει να νιώσει μοναξιά, γιατί οφείλει να πάει στο επόμενο βήμα. Και ξέρεις είναι πολύ σημαντικό αυτό που κάνει η Ειρήνη Μουντράκη, γιατί έχω παίξει έργο της, στην Επίδαυρο, τους Σκηνοβάτες, που έκανε, συνέγραφε, με τον Σταμάτη Φασουλή και τον Γιώργο Λύρα. Αυτό που κάνει με το Greek Play Project είναι πολύ ωραίο, είναι σπουδαίο, να υπάρξει μια πλατφόρμα, που να μπορεί κάποιος να απευθυνθεί και να δώσει σε ανθρώπους στον χώρο τη δυνατότητα να διαβαστούν κείμενά τους. Γιατί έτσι πάει μπροστά το θέατρο. Και για εμένα είναι πολύ σπουδαίο να πάρουμε ένα έργο που είναι ποιητικό και να το μιλήσουμε, να δώσουμε μια ανάγνωση. Αυτό το έργο μπορεί να παιχτεί και αλλιώς. Μπορεί να έχει πάμπολλες αναγνώσεις. Όπως όλα τα έργα. Και είναι πολύ σπουδαίο για εμένα και για τον Γιώργο Λύρα που πήραμε αυτό το έργο και θα του δώσουμε ζωή.

 

Χρησιμοποιείς τον κόσμο γύρω σου; Χρησιμοποιείς φάτσες; Ο ηθοποιός, λένε, είναι παρατηρητής της κοινωνίας.

Ναι, ναι. Παρατηρητής. Το λέγανε από τη σχολή. Εγώ δεν καταλάβαινα. Ήμουνα πολύ μέσα μου. Θεωρούσα ότι το μέσα μου είναι πιο σημαντικό από τους γύρω. Όταν είδα ότι το μέσα μου είναι πολύ βαθύ και δεν καταλαβαίνω, δηλαδή, γίνεται της τρελής μέσα, αποφάσισα μετά από πάρα πολλά χρόνια, και άρχισα να κοιτάω προς τα έξω. Το προς τα έξω, λοιπόν, έχει πάρα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον και βλέποντας προς τα έξω αναγνωρίζεις καθρέφτες σου. Και έτσι, κοιτώντας προς τα έξω, στο μέσα μου μπήκαν πολλά κουτάκια στην θέση τους. Σε έργα, ακόμη και εξωτερικά, εξωτερικά τεχνάσματα από αυτά που βλέπω, για κάποιο λόγο γίνονται και έχουν ένα συναίσθημα από πίσω. Έχει τύχει να κάνω την θεία μου, να την βάλω σε ένα ρόλο, στο Καφέ της Χαράς. Έκανα  την θεία μου. Αυτή ήταν κοκκινομάλλα και την έβλεπες και έλεγες ότι αυτή είναι πολύ πρόστυχη, ας πούμε. Εκείνη, όμως, ήταν με την θρησκεία, πολύ καλή, αλλά η αισθητική της ήταν έτσι. Με κρίκους και λοιπά. Έχω χρησιμοποιήσει. Ναι. Την γιαγιά μου…

Γιατί κάνεις θέατρο; Με μία φράση.

Γιατί ήμουνα μοναχοπαίδι. Γι’ αυτό.

 

Τι εύχεσαι;

Να κάνει ο καθένας ότι μπορεί, ότι θέλει, ότι έχει ανάγκη, για να γίνουμε στην ζωή μας πιο συνειδητοί. 

 

_________________________________

Δημιουργία Video: Filmcat Productions

Συνεντεύξεις

Μετάβαση στο περιεχόμενο