Τρεις νέοι συγγραφείς στο Κακογιάννη.

Ειρήνη Μουντράκη

Τεργέστη,Το αυγό, Νεάπολη(Κορυδαλλός, Πρωί με ήλιο. Σε λίγες μέρες τα έργα τρίων νέων συγγραφέων βρίσκουν το δρόμο τους για τη σκηνή του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης. Τρεις συγγραφείς που αναδείχθηκαν μέσα από το ετήσιο εργαστήριο νέων θεατρικών συγγραφέων που διοργανώνεται εκεί. Ελένη Γαλάνη, Ιωάννα Παπάζογλου, Γιώργος Χαραλαμπόπουλος. Τις παραστάσεις τους μάλιστα θα συνοδεύσει δίγλωσση έκδοση των έργων (ελληνικά – αγγλικά) από τις Εκδόσεις σεναριογράφων Ελλάδας.
Οι τρεις συγγραφείς απαντάνε στην ερώτηση του Greek Play Project για το αν μαθαίνεται η τέχνη της γραφής αλλά και για τα κέρδη που αποκόμισαν στη διάρκεια της πορείας τους στο εργαστήριο.
Μαθαίνεται η τέχνη της γραφής;
Ε.Γ.: Ναι και όχι:  μαθαίνεται η τεχνική – στην περίπτωσή μου, για παράδειγμα (έχω δημοσιεύσει μέχρι σήμερα άρθρα/ κριτικές εκθέσεων, ταξιδιωτικά κείμενα,  και ποιήματα) ήθελα εδώ και καιρό να γράψω ένα θεατρικό έργο, αλλά δεν ήξερα πώς να ξεκινήσω και σε ποιόν να απευθυνθώ: κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης προσφέρονται  σημαντικά ερεθίσματα, μέσα από τη διάδραση με άλλα άτομα, που έχουν παρόμοια ενδιαφέροντα, μέσα από τη γόνιμη επικοινωνία μαζί τους, παράγονται ιδέες, γεννιούνται νέα πράγματα. Κυρίως, μέσα από σεμινάρια γραφής, όπως αυτό του ΕΝΘΕΣΥ, αποκτάει κανείς πρόσβαση σε πρακτικές πληροφορίες -κάτι που μπορεί να μοιάζει εύκολο, ωστόσο δεν είναι καθόλου αυτονόητο για ανθρώπους που κινούνται «έξω από τον χώρο». Απαραίτητη προϋπόθεση, πάντως, για όλα τα παραπάνω και για οποιονδήποτε γράφει, με σκοπό να επικοινωνήσει με οποιονδήποτε τρόπο το έργο του σε ένα ευρύτερο κοινό είναι να έχει κάτι να πει. 
Ι. Π.: Πιστεύω ότι ναι, η τέχνη της γραφής μαθαίνεται. Μαθαίνεται με την εξής έννοια: Αγαπώντας κάτι και καθώς καταπιάνεσαι μαζί του από κάθε δυνατή μεριά και με όποια πτυχή του νομίζεις, σιγά-σιγά μπορείς και εμβαθύνεις, και “ευκολύνεσαι” κυρίως στο να εκδηλώνεις, ίσως όλο και πιο συχνά, αυτήν την αγάπη και την τάση, όσο μπορείς δηλαδή να φτάνεις να την κάνεις πράξη, στην περίπτωσή μας γραπτό λόγο, «συμπαγή».
Γ.Χ.: Η γραφή πυροδοτείται από μια εσωτερική ανάγκη να μετουσιώσω σε λέξεις τις σκέψεις, το συναίσθημα, τις αγωνίες, τις ιδέες, τα ερωτηματικά μου στο χαρτί. Στη διαδικασία αυτή η «διδασκαλία της γραφής» νομίζω πως συμβάλλει στη μετουσίωση της έμπνευσης σε λόγο και κυρίως στη διαμόρφωση του προσωπικού ύφους. Φυσικά δεν αρκούν κανόνες και θέσφατα. Ναι μεν, ο Αριστοτέλης με την «Ποιητική» του τόλμησε να δώσει τις πρώτες συμβουλές και κανόνες, ωστόσο, δεν περιόρισε αφοριστικά την τέχνη της θεατρικής γραφής, αντίθετα. Η εμπειρία του «ειδήμονα» μπορεί να μεταφερθεί στον «μαθητευόμενο» αλλά για να διδαχτεί θα πρέπει ήδη να έχει εξελιχθεί σε γνώση. Κρίσιμος παράγοντας στην «εκμάθηση της γραφής» αποτελεί η ανάγνωση, ο σχολιασμός και η ανάλυση έργων σημαντικών συγγραφέων. Και φυσικά η εξάσκηση στη γραφή, γεμίζοντας το καλάθι των αχρήστων με χιλιάδες λέξεις. Χωρίς το τελευταίο, καθίσταται αμφίβολο το «δημιουργικό» της γραφής. 
 
Τι κέρδισες από την πορεία αυτή στο εργαστήριο; 
Γ.Χ.: Φίλους, εμπειρία, ιδιαίτερα ενδιαφέροντες επαγγελματίες του «συναφιού», γνώση και αυτοπεποίθηση στη θεατρική γραφή. Εισηγητές και μαθητές γίνονται μια παρέα, σε ένα αξιοπρεπές περιβάλλον, που τα μέλη της εκφράζονται ελεύθερα ακόμα κι όταν διαφωνούν ή όταν κριτικάρουν τα πονήματα του καθενός μας, χωρίς όμως η κριτική αυτή να σε αποθαρρύνει ακόμα κι όταν είναι καυστική. Με δυο λόγια, το εργαστήριο σε παρακινεί, σε ενθαρρύνει, σε καθοδηγεί, επισημαίνει τις αστοχίες σου, σου δίνει τη δυνατότητα να «εκτεθείς», ενδιαφέρεται για σένα. Η εμπειρία και η γνώση  των εισηγητών μάς μεταφέρθηκαν όχι ως θέσφατο ή απαράβατος κανόνας θεατρικής γραφής αλλά ιδίως ως πυξίδα στη μοναχικότητα της γραφής.  Τέλος, προσωπικά, το γεγονός ότι ολοκλήρωσα θεατρικά που είχαν ξεμείνει στο συρτάρι για καιρό, ήταν ένα κερδισμένο στοίχημα από το εργαστήριο αυτό.
Ε.Γ.: Όλα τα παραπάνω: γνώρισα ενδιαφέροντες ανθρώπους, έμαθα καινούρια πράγματα, μοιράστηκα συναισθήματα και εμπειρίες. Πέρασα -κυρίως- καλά. Συνεργάστηκα – κάτι που επίσης δεν είναι αυτονόητο- (στην Ελλάδα δεν το μαθαίνουμε συνήθως ποτέ, ούτε κατά τη διαδικασία της βασικής εκπαίδευσης). Στην περίπτωση δε, των ανθρώπων που γράφουμε  ή κάνουμε κάποια μοναχική εργασία, αυτό το «άνοιγμα» στη συνεργασία είναι συναρπαστικό, απελευθερωτικό και σχεδόν πάντα γόνιμο. Αισθάνομαι ευγνωμοσύνη για τους καθηγητές, τους «συμμαθητές» και όλους τους ανθρώπους που, με την ευκαιρία αυτής της συνάντησης, μοιραστήκαμε αυτό το ταξίδι. 
Ι.Π.: Το εργαστήριο αυτό δημιούργησε το χώρο και τις συνθήκες ώστε να συμβούν τα εξής τρία ανεκτίμητα κατά τη γνώμη μου πράγματα. Το πρώτο ήταν η συγκίνηση ακριβώς του ότι βρισκόμασταν κάποιοι άνθρωποι εκεί για να ασχοληθούμε με το να γράφουμε για το θέατρο, για κάτι δηλαδή που αγαπάμε και που μας αφορά, και μάλιστα πολλούς ανθρώπους μαζί, δηλαδή αυτή η κοινή “συγγένεια”. Ήταν, επίσης, το ότι είχαμε οδηγούς , δασκάλους, στην προσπάθειά μας αυτή, ανθρώπους που το έχουν ήδη καταφέρει αυτό, δηλαδή είναι θεατρικοί συγγραφείς ή σεναριογράφοι, αγαπητοί! Πρώτα-πρώτα ήταν συναρπαστικό και μόνον το ότι θα τους γνωρίζαμε! Κάναμε ασκήσεις μαζί τους, είδαν τη δουλειά μας, μας καθοδήγησαν, κάποιες φορές, με τον τρόπο τους μας ενθουσίασαν. Ήταν διαφορετικοί ο ένας με τον άλλο και με τη διαφορετικότητά τους είχαν όλοι κάτι να δώσουν. Αφήνω για τελευταίο κάτι πολύ σημαντικό: ο τρίτος αρωγός του εγχειρήματος είναι πιστεύω ο συγχρωτισμός μεταξύ μας, οι «συμμαθητές». Το ότι υπήρχαν στην πορεία του σεμιναρίου και άλλα παιδιά που έκαναν το ίδιο, έγραφαν κι αυτά, και μπορούσαμε να δούμε πώς γράφει ο καθένας, πάνω σε τί ιδέα στήνει μιαν άσκηση, πώς εκτίθεται, το ότι ερχόταν και η δική μας στιγμή να εκτεθούμε σε αυτούς, και το ότι οι άνθρωποι αυτοί σέβονταν ο ένας τον άλλο, τον αποδέχονταν και τον παρότρυναν, αυτό είναι κάτι που απογειώνει την προσπάθεια! Οι τρεις αυτοί παράγοντες  μαζί δίνουν νομίζω μια εφόρμηση γερή ώστε να αισθανόμαστε πιο σίγουροι πλέον στο να εκτεθούμε και να εκφραστούμε.

Συνεντεύξεις

Μετάβαση στο περιεχόμενο