Μια συνάντηση με την Ιφιγένεια Ταξοπούλου και τον Γιάννη Καλαβριανό. Who wants to be agreable?

Ειρήνη Μουντράκη

Υπάρχει θεός; Και αν ναι, ποιος από όλους είναι; Ή μήπως υπάρχουν πολλοί; Ακούει κανείς τις προσευχές μας; Μας προσέχει κανείς ή μήπως ο ουρανός από πάνω μας είναι άδειος;

Τι σημαίνει είμαι ελεύθερος και πόση ελευθερία μας επιτρέπει η θρησκεία; Μπορούμε να συμβιώσουμε ομαλά; Μπορούν οι άνθρωποι διαφορετικής καταγωγής, αντιλήψεων, παραδόσεων και πεποιθήσεων να βρουν κοινούς τόπους, να ανεχτούν ο ένας τον άλλο, να τον κατανοήσουν και να αποδεχθούν την ισότητα μέσα στη διαφορετικότητα; Ερωτήματα πολύ καυτά στο ευρωπαϊκό τραπέζι συζητήσεων καθώς το μεταναστευτικό ζήτημα είναι οξύτατο ως αποτέλεσμα των πολεμικών συρράξεων σε Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική αλλά και εξαιτίας του κλονισμού της ψευδαίσθησης της ευρωπαϊκής ασφάλειας μετά τις επιθέσεις σε Παρίσι, Στοκχόλμη και Κοπεγχάγη.

Αυτά τα ερωτήματα ώθησαν τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή του Deutches Theater στο Βερολίνο, Ulrich Khuon, να οργανώσει το ρεπερτόριο της περιόδου 2015-2016 με άξονα τη θεματική του Θείου και την εμπλοκή του στην καθημερινή ζωή του ανθρώπου, και μότο Ο άδειος ουρανός (Der leere Himmel). Ως εναρκτήριο έργο επέλεξε το έργο του Γκότχολντ Εφραίμ Λέσινγκ Νάθαν, ο σοφός σε σκηνοθεσία Αντρέας Κρίγκενμπουργκ. Βασικό θέμα του έργου είναι το ποια από τις τρεις θρησκείες (χριστιανισμός, ιουδαϊσμός, ισλαμισμός) είναι η σωστή. Ο Εβραίος έμπορος Νάθαν χρησιμοποιεί την περίφημη «Παραβολή του δαχτυλιδιού» για να αποδείξει ότι δεν μπορούμε να ξέρουμε την αλήθεια καθώς κάθε πιστός πιστεύει τη δική του αλήθεια.

Ο Khuon σε συνεργασία με το δίκτυο θεάτρων mitos21 στο οποίο μετέχει το θέατρό του είχε την ιδέα να δώσει την παραβολή αυτή σε πέντε σκηνοθέτες (από τη Σουηδία, τη Δανία, τη Μεγάλη Βρετανία, τη Γερμανία και την Ελλάδα) και να τους ζητήσει να δουλέψουν ελεύθερα πάνω σε αυτή. Το αποτέλεσμα της εργασίας αυτής, οι πέντε διαφορετικές εκδοχές της Παραβολής, παρουσιάστηκε σε μια κοινή παράσταση στις 3, 4 και 5 Σεπτεμβρίου στο Deutsches Theatre με τον γενικό τίτλο Το χαμένο δαχτυλίδι (Der verlorene Ring).

Ο Έλληνας σκηνοθέτης που κλήθηκε στο Βερολίνο για να δουλέψει και να παρουσιάσει τη δική του εκδοχή ήταν ο Γιάννης Καλαβριανός, αν και κανένα ελληνικό θέατρο δεν μετέχει στο δίκτυο mitos21. Ωστόσο, η Γενική Γραμματέας του δικτύου είναι μια Ελληνίδα: η Ιφιγένεια Ταξοπούλου. Το δίκτυο που γεννήθηκε το 2008 και αριθμεί 14 θέατρα μέλη επιχειρεί να φέρει σε επαφή τους ανθρώπους του θεάτρου και να δημιουργήσει γέφυρες συνεργασίας και συνθήκες ανταλλαγής.

 

– Κα Ταξοπούλου για ποιους λόγους επιλέξατε τον Γιάννη Καλαβριανό; Τι ήταν αυτό που ψάχνατε από τον Έλληνα σκηνοθέτη που θα συμμετείχε;

– Ι.Τ.: Είχα προτείνει τον Καλαβριανό στο Ντόιτσες Τεάτερ για το προηγούμενο πρότζεκτ του mitos21, με τίτλο Davids Formidable Speech on Europe. Το εν λόγω πρότζεκτ (2013) είχε την ίδια περίπου δομή με το φετινό: ήταν δηλαδή και πάλι μια συνεργασία πολλών σκηνοθετών από τα θέατρα-μέλη του δικτύου μας, μια σπονδυλωτή παράσταση, συναρμολογημένη από μικρές επινοημένες περφόρμανς με άξονα την ομιλία του Κάμερον (23/1/2013) σχετικά με την ενωμένη Ευρώπη και τη θέση της Βρετανίας εντός αυτής. Το Ντόιτσες Τεάτερ θέλησε να συνεργαστεί εκ νέου με κάποιους από τους καλλιτέχνες που είχαν δουλέψει εκεί το 2013 και, καθώς η δουλειά του Γιάννη και του Γιώργου (Γλάστρα) είχε αφήσει εξαιρετικές εντυπώσεις, τους ζήτησαν να επανέλθουν και να ενταχτούν στην καινούργια ομάδα εργασίας. 

Η αρχική μου ωστόσο πρόταση στον Γιάννη ήταν γιατί πίστευα ότι έχει την ευελιξία να προσαρμοστεί άριστα σε μια τέτοια συλλογική δουλειά, μια δημιουργική διαδικασία που έχει μεγάλο βαθμό ελευθερίας, αλλά και αυστηρούς κανόνες (το θέμα, ο σκηνικός χώρος, η διάρκεια, ο μικρός αριθμός συνεργατών κ.λπ.). Επιπλέον, ήμουν βέβαιη ότι μπορούσε να ανταποκριθεί στο «πνεύμα» των πρότζεκτ, δηλαδή να επινοήσει ένα δικό του, επίκαιρο θεατρικό σύμπαν, πολιτικό και ουμανιστικό ταυτόχρονα, με αφορμή το δεδομένο κείμενο. Και πράγματι, τα κατάφερε περίφημα και στις δύο περιπτώσεις – πράγμα για το οποίο του είμαι ευγνώμων.

Να διευκρινίσω εδώ ότι το πρώτο συλλογικό πρότζεκτ αυτού του είδους «εφευρέθηκε» για το δίκτυο mitos21 το 2009, από τον τότε διευθυντή του Βασιλικού Θέατρου της Σουηδίας, Στάφαν Χολμ, ο οποίος είχε συγκεντρώσει 12 ομάδες καλλιτεχνών από όλα τα θέατρα του δικτύου για να δουλέψουν επάνω στην ομιλία του Μπαράκ Ομπάμα, εκείνη που έμεινε γνωστή ως Obama Victory Speech. Ο στόχος αυτών των εγχειρημάτων υπήρξε από την αρχή να δοθεί η δυνατότητα μιας συνύπαρξης και συνεργασίας καλλιτεχνών από διαφορετικές χώρες, που να αποτυπώνει τις διαφορές των αισθητικών προσεγγίσεων, αλλά και που, ταυτόχρονα, να τις γεφυρώνει προς ένα κοινό σκηνικό αποτέλεσμα. Κατά δεύτερο λόγο, μέσα από αυτές τις δράσεις, το δίκτυο είναι προσανατολισμένο στο να αναδεικνύει πολιτικού και κοινωνικού ενδιαφέροντος ζητήματα, μέσα από κείμενα στενά συνδεδεμένα με τη διεθνή επικαιρότητα.

 

– Ποια ήταν η δομή και η συνθήκη αυτής της συνεργασίας;

– Γ.Κ.:  Από τους 12 σκηνοθέτες μείναμε οι πέντε οι οποίοι φέραμε έναν ηθοποιό από τη χώρα μας και πήραμε έναν Γερμανό από το Deutsches. Φτιάχτηκαν έτσι 5 μεικτές ομάδες. Εγώ επέλεξα και πάλι τον Γιώργο Γλάστρα, έναν ηθοποιό που εκτιμώ βαθιά, όχι μόνο για την παιδεία, την ευρυμάθεια και την τεχνική του κατάρτιση αλλά κυρίως για τη συμπαγή του στάση απέναντι στην τρέχουσα καλλιτεχνική προχειρότητα που απειλεί να πνίξει τα πάντα. Ο δεύτερος ηθοποιός μου ήταν ο Asad Schwarz-Msesilamba, Γερμανός με μητέρα χριστιανή και πατέρα μουσουλμάνο,  μεγαλωμένος στο Ανατολικό Βερολίνο, που τον απασχόλησαν από νωρίς ζητήματα θρησκευτικής ελευθερίας και συνύπαρξης.

Οι πρόβες ξεκίνησαν τον Ιούνιο όπου είχαμε τις πρώτες συναντήσεις με 3 ειδικούς σε θρησκευτικά ζητήματα, τον Ιμάμη του Βερολίνου, έναν Δομηνικανό μοναχό και έναν διδάκτορα εβραϊκών σπουδών. Σχεδόν όλοι οι συμμετέχοντες δήλωσαν πως δεν θεωρούν τους εαυτούς τους πιστούς στο δόγμα με το οποίο ανατράφηκαν από τις οικογένειές τους, οπότε οι ειδικοί διευκρίνισαν κάθε είδους ζητήματα, από θεολογικού-φιλοσοφικού περιεχομένου μέχρι τυπικού και καθημερινής λειτουργίας.

Μετά την πρώτη εβδομάδα, οι ομάδες χωρίστηκαν και οι πρόβες συνεχίστηκαν στα θέατρα των σκηνοθετών. Επειδή εμείς δεν υποστηριζόμασταν επίσημα από κάποιο ελληνικό θέατρο, οι πρόβες μας φιλοξενήθηκαν στο Βερολίνo και το Deutsches Theater, το οποίο ανέλαβε και όλα τα έξοδα μετακίνησης, διαμονής και αμοιβών μας. 

 

– Ποια ήταν η δική σας εκδοχή για την Παραβολή;

– Γ.Κ.: Η δική μας εκδοχή έχει τίτλο Who wants to be agreeable? (μια φράση από το έργο του Λέσιννγκ) και είναι ένα τηλεπαιχνίδι, στο οποίο δύο καθημερινοί άνθρωποι προσπαθούν να κερδίσουν, απαντώντας σε ερωτήσεις σχετικές με τις 3 μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες, τον Χριστιανισμό, τον Ιουδαϊσμό και το Ισλάμ, καθοδηγούμενοι από τη φωνή ενός παρουσιαστή που προσπαθεί να τους προκαλέσει, αυξάνοντας συνεχώς την ένταση. Στο τέλος του επεισοδίου, οι δύο παίκτες, χωρίς να είναι πιστοί κάποιας θρησκείας και χωρίς να έχουν ανταγωνιστική διάθεση, καταλήγουν να αιμορραγούν μόνοι μέσα σε ένα άδειο τηλεοπτικό στούντιο, αδυνατώντας να καταλάβουν τι ήταν όλη αυτή η διαδικασία στην οποία ενεπλάκησαν.

Μαζί με τις παραστάσεις του Lost Ring, ο κύκλος –με συνολικότερο τίτλο Gods (Götter), περιλαμβάνει άλλα 2 projects, το Ten believers, όπου εκπρόσωποι 10 δογμάτων (Καθολικός ιερέας, Iμάμης, ιερέας πίστης Μπαχάι, Σούφι κ.λ.π.) περιμένουν σε 10 δωμάτια τους θεατές και απαντούν στις ερωτήσεις τους και το Urban prayer, μια μεικτή χορωδία 38 πιστών διαφορετικών θρησκειών.

 

– Τι ήταν αυτό που κυρίως σας ιντρίγκαρε στην όλη διαδικασία;

Γ.Κ.: Καταρχήν το ίδιο το θέμα της «Παραβολής του δαχτυλιδιού» και η συζήτηση περί θρησκείας. Δεν είμαι πιστός, οπότε οι προβληματισμοί μου μέχρι στιγμής ήταν φιλοσοφικοί και όχι πρακτικοί ή τήρησης και με ποιον τρόπο των κανόνων του εκκλησιαστικού τυπικού.

Έπειτα ήταν ο τρόπος εργασίας. Το να δουλέψεις εμπνεόμενος από ένα κείμενο που το έχει επιλέξει κάποιος άλλος, παρέχει τεράστια ελευθερία, αλλά και απουσία εκκίνησης, μια και δεν υπάρχουν οι προσωπικοί αρχικοί λόγοι επιλογής του.

Αν σε αυτό προστεθεί και το ότι η επιλογή του Γερμανού ηθοποιού, έγινε από το DeutschesTheater, έχουμε ένα άθροισμα ολότελα διαφορετικών συνθηκών από αυτές που είχα συνηθίσει, οπότε η περιέργειά μου ήταν αναμενόμενα μεγάλη.

 

– Υπήρξε κάποιου είδους αντίδραση στο πρότζεκτ λόγω του θέματός του; 

– Ι.Τ.: Υπήρξε αντίδραση μερίδας των θεατών στην αρχή της παράστασης, κατά τη διάρκεια της περφόρμανς του σπουδαίου Δανού καλλιτέχνη Νίλσεν, ο οποίος δημιούργησε ένα σκηνικό-κείμενο πρόκληση για τις προκαταλήψεις που όλοι, έστω και άθελά μας, κουβαλάμε…. Χρειαζόταν λίγα λεπτά της ώρας για να κατανοήσει ο θεατής ότι επρόκειτο για μια ανατρεπτική προσέγγιση – και σε αυτά τα πρώτα λεπτά, μέχρι να γίνει αντιληπτή η σύμβαση, ακουστήκανε αρκετές διαμαρτυρίες! Συνολικά, βέβαια, το πρότζεκτ έγινε δεκτό με εξαιρετικά θετικά σχόλια, τόσο για την επιλογή του θέματος, όσο και για την έμπρακτη αποτύπωση μιας κουλτούρας συνύπαρξης και συνεννόησης, πρώτα-πρώτα ανάμεσα στους ίδιους τους συμμετέχοντες καλλιτέχνες. 

Θεωρώ ότι ήταν έξοχη η ιδέα των συναδέλφων μας στο Ντόιτσες Τεάτερ να πλαισιώσουν την παράσταση με τη δράση Ten Believers, που στην ουσία έδινε στους θεατές τη δυνατότητα να συναντηθούν και να συνομιλήσουν (αμέσως μετά το τέλος της παράστασης) με εκπροσώπους δέκα διαφορετικών θρησκειών. Αυτό το πρωτότυπο speed-dating πρόσφερε επιπλέον βάθος και νόημα στο πρότζεκτ, το «προσγείωνε» στον πραγματικό κόσμο και δεν άφηνε καμία αμφιβολία για τον αρχικό και κεντρικό στόχο: μόνο γνωρίζοντας τον «άλλο» μπορείς να τον κατανοήσεις – και μόνο μια συνθήκη αμοιβαίας κατανόησης μπορεί να περιθωριοποιήσει τους κάθε είδους φανατισμούς.

 

– Γ.Κ.: Στη Γερμανία η συζήτηση περί θρησκειών είναι πολύ παλιά. Υπάρχουν εκκλησίες όλων των δογμάτων και με το δεδομένο διαχωρισμό κράτους και εκκλησίας, τα ζητήματα της θρησκευτικής ελευθερίας είναι τακτοποιημένα. Αντιδράσεις υπήρξαν σε δύο περιπτώσεις, αλλά όχι λόγω του θέματος. Οι πρώτες, κατά τη διάρκεια των συναντήσεων σκηνοθετών και ηθοποιών με εκπροσώπους εκκλησιών, (κυρίως με τον ιμάμη του Βερολίνου και σε θέματα καθημερινότητας, η οποία στον Μουσουλμανισμό υπαγορεύεται σε μεγάλο βαθμό από το Κοράνι, γεγονός που για τους περισσότερους από εμάς ήταν δυσνόητο) και οι επόμενες κατά τη διάρκεια των παραστάσεων εξαιτίας του τρόπου παρουσίασης του θέματος (όταν ο Δανός σκηνοθέτης εκφώνησε έναν αντισημιτικό λόγο μίσους).

 

 

– Ποια είναι τα σχέδιά σας για το μέλλον της δουλειάς αυτής; Θα έρθει στην Ελλάδα; 

Ι.Τ.: Έχουμε πάρει μια μικρή χρηματοδότηση από το πολιτιστικό ίδρυμα της εταιρείας Allianz, που θέλησε έτσι να υποστηρίξει την ευρωπαϊκή περιοδεία της παράστασης. Με αυτή τη χρηματοδότηση ελπίζουμε να καλύψουμε μέρος του κόστους, έτσι ώστε, μέσα στο 2016, να παρουσιάσουμε το πρότζεκτ τουλάχιστον στις χώρες από τις οποίες προέρχονται οι καλλιτέχνες που το δημιούργησαν. Ήδη ενδιαφέρονται στη Στοκχόλμη, το Λονδίνο, την Κοπεγχάγη, τη Βουδαπέστη… Εμείς θα αναζητήσουμε και στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη φορείς-συμπαραγωγούς, που θα ήθελαν να το φιλοξενήσουν.

 

– Ποια είναι η γνώμη σας για το σύγχρονο θέατρο στην Ελλάδα και ποιο πιστεύετε ότι είναι το βασικό μας ζήτημα στην επαφή με την υπόλοιπη Ευρώπη;

Ι.Τ.: Σχετικά με το σύγχρονο θέατρο στην Ελλάδα, νομίζω ότι υπάρχει μια προβληματική αναλογία ανάμεσα στην ποσότητα του παραγόμενου θεάτρου και την ποιότητά του. Από την άλλη, λόγω των πολυάριθμων μικρών και μεγάλων θεατρικών εγχειρημάτων, αναδεικνύονται συχνά (και ευκολότερα) νέοι άνθρωποι, με γνώση και ταλέντο. Εδώ, πάλι, το πρόβλημα που προκύπτει είναι αυτό του κατακερματισμού των δυνάμεων. Βιώνουμε το παράδοξο φαινόμενο της ατομικής δημιουργίας σε ένα κατεξοχήν ομαδικό καλλιτεχνικό είδος. Υπάρχουν πολλοί καλοί ηθοποιοί, σκηνοθέτες, σκηνογράφοι, φωτιστές στη νεότερη γενιά… και υπάρχουν τόσοι πολλοί προικισμένοι καλλιτέχνες που θέλουν να είναι όλα αυτά ταυτόχρονα… Χρειάζεται να επιτευχθεί ένας βαθμός ωριμότητας. Χρειάζεται περισσότερη υπομονή, γενναιοδωρία και, ίσως, κάποια αυταπάρνηση. Πιστεύω ότι θα δούμε πολύ σημαντικότερα πράγματα στο ελληνικό θέατρο, με μεγαλύτερη εμβέλεια και αντοχές στον χρόνο, εάν υπάρξουν διακριτοί ρόλοι και συλλογικές προσπάθειες με συνέχεια.

Ως ένα βαθμό, οι παραπάνω συνθήκες δυσχεραίνουν την επικοινωνία του ελληνικού θεάτρου με την Ευρώπη. Η ρευστότητα του τοπίου, η ασάφεια των ρόλων, η διάσπαση των δυνάμεων, οι καλλιτεχνικές ασυνέχειες, δεν δημιουργούν τις προϋποθέσεις για να χτιστούν σχέσεις συνεργασίας, με συνέπεια, σε βάθος χρόνου. Αν δει κανείς τους καλλιτέχνες ή τους θιάσους που έχουν εδραιώσει έναν ανοιχτό διάλογο με το εξωτερικό, θα διαπιστώσει ότι είναι κυρίως εκείνοι που προβάλλουν τη δουλειά τους με τα βασικά στοιχεία μιας σταθερής ταυτότητας. Και, φυσικά, εκείνοι που πέρασαν με επιτυχία από το στάδιο της μίμησης (πρωτίστως του γερμανικού θεάτρου), στο στάδιο της κατάκτησης ενός προσωπικού, ευρωπαϊκού αλλά και ελληνικού, ιδιώματος.

 

– Γ.Κ.: Όπως και σε όλα τα υπόλοιπα, μας λείπει ο προγραμματισμός. Αυτές τις ημέρες, η ομάδα των δραματουργών, του καλλιτεχνικού διευθυντή και της παραγωγής του Deutsches Theater Berlin, συναντήθηκαν για να συζητηθεί ο άξονας του ρεπερτορίου της επόμενης χρονιάς 2016-2017. Και μόλις έχουν αρχίσει οι παραστάσεις του 2015. Μας λείπει η μεθοδολογία. Όπως και η καθαρή πρόθεση εξαγωγής της σύγχρονης θεατρικής μας παραγωγής. Όσο και να παρουσιάζονται σε φεστιβάλ και θέατρα οι παραστάσεις μας, δεν παύουν να είναι σποραδικά και μεμονομένα φαινόμενα. Το άλλοθι της κρίσης και των περιορισμένων οικονομικών δεν μπορεί πια να χρησιμοποιείται από κανέναν. Είναι ζήτημα προτεραιοτήτων. Μικρότερες και πιο φτωχές από την Ελλάδα χώρες όπως η Λίθουανία, έφτιαξαν δομές από την αρχή, επένδυσαν σε νέους καλλιτέχνες, έφτιαξαν ακαδημίες, οργάνωσαν φεστιβάλ και πέτυχαν να εξάγουν την παραγωγή τους και να κερδίσουν μια θέση στον χάρτη του σύγχρονου ευρωπαϊκού θεάτρου. Πρέπει πλέον να σταματήσουμε μόνο να εισάγουμε, αλλά να οργανώσουμε επιτελικά καινούριες δομές. Σχέδιο που απαιτεί μακροχρόνιο σχεδιασμό, πέραν της τυπικής θητείας του εκάστοτε υπουργού πολιτισμού ή καλλιτεχνικού διευθυντή. Ελπίζω πως στο άμεσο μέλλον, η συζήτηση αυτή θα μοιάζει παρωχημένη και πως οι έλληνες καλλιτέχνες θα συνομιλούν ισότιμα με τους υπόλοιπους ευρωπαίους συναδέλφους τους. Δεν μας λείπει το ταλέντο, μας λείπει ο τρόπος.

 

– Η Ελλάδα δεν εκπροσωπείται με κάποιο θέατρο στο mitos21. Ωστόσο υπάρχει ελληνική παρουσία.

– Ι.Τ.: Πράγματι, αλλά έχουμε προσπαθήσει, όποτε ήταν εφικτό, να υπάρχει μια ελληνική συμμετοχή – με έμφαση στη νεότερη γενιά των καλλιτεχνών του θεάτρου. Έτσι, ο Γιάννης Καλαβριανός συμμετείχε στα δύο προαναφερθέντα πρότζεκτ, η Ελένη Ευθυμίου συμμετείχε σε ένα ανάλογο με τίτλο I was hit at 14.45 (με θέμα την ενδοοικογενειακή βία, στο Βασιλικό Θέατρο της Σουηδίας το 2012), ενώ και οι Ζαφείρης Νικήτας, Ελένη Ευθυμίου και Κίρκη Κάραλη συμμετείχαν στα εργαστήρια για νέους σκηνοθέτες που οργανώνει κάθε δύο χρόνια το Ινστιτούτο Τόμας Μπέρνχαρτ του Πανεπιστημίου Μοτζαρτέουμ, στο Ζάλτσμπουργκ.

 

 

 

 

 

 

 

 

  
 

 

 

 

 

 

Συνεντεύξεις

Μετάβαση στο περιεχόμενο