LEBENSRAUM του Θανάση Τριαρίδη σε σκηνοθεσία Έλενας Σωκράτους

Ο Θανάσης Τριαρίδης είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση στο ελληνικό θέατρο. Γράφει τα έργα του μοναχικά και ακολουθώντας έναν δικό του τρόπο τα δημοσιεύει έντυπα και ηλεκτρονικά και τα αφήνει αυτόνομα και ελεύθερα από κάθε είδους δικαίωμα στα χέρια των ενδιαφερόμενων δημιουργών. Η δραματουργία του βασίζεται κυρίως στην υπαρξιακή του αγωνία και στα ερωτήματά του για την φύση του ανθρώπου. Είναι ουσιαστικά μία φωνή που υψώνεται πάνω από τη σύγχρονη ιδεολογική και πολιτική βαβέλ για να μιλήσει για την αλήθεια του ανθρώπου, για να επισημάνει τον κίνδυνο σε σχέση με το πόσο ανυπεράσπιστος είναι ο άνθρωπος απέναντι στον άνθρωπο και το πόσο εύθραυστες είναι οι ισορροπίες. Ισορροπίες που στηρίζονται σε εύθραυστες φιλοσοφικές σταθερές μπροστά στην απειλή, υπαρκτή ή μη. Για τα έργα του αντλεί υλικό κυρίως από μία από τις πιο σκοτεινές και απότροπαιες περιόδους της πρόσφατης ιστορίας και της ανθρωπότητας: τη ναζιστική Γερμανία και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Έχει κάνεις την αίσθηση πως στο σύνολό τους πρόκειται για κεφάλαια – με κάποια αυτονομία – του ίδιου βιβλίου.

Το Lebensraum (Ζωτικός Χώρος) με τον υπότιτλο «μονόπρακτο πείραμα για την καλοσύνη» δανείζεται τον τίτλο του από την πολιτική και οικονομική θεωρία που έκανε την εμφάνισή της στις αρχές του αιώνα και σύμφωνα με την οποία ένας λαός έχει το δικαίωμα να επεκτείνεται σε εδάφη που κρίνονται ως αναγκαία για αυτόν προκειμένου να ικανοποιηθούν οι δημογραφικές και οι οικονομικές του ανάγκες, θεωρία η οποία αποτέλεσε αργότερα τη βάση του χιτλερικού κινήματος.

Ο Τριαρίδης χρησιμοποιεί την θεωρία αυτή ως αφορμή για να αναρωτηθεί και να πειραματιστεί στο κατά πόσο ο άνθρωπος είναι έτοιμος να παραδώσει τον ζωτικό χώρο του μυαλού του δείχνοντας εμπιστοσύνη στον Άλλο και διακινδυνεύοντας έτσι την κυριαρχία του επί του εαυτού του; Πόσο εύκολο είναι να γίνουμε καθοδηγήσιμοι και πιόνια στα χέρια των δημαγωγών; Πόσο εύκολο είναι να «μαζοποιηθούμε»; Πόσο ασφαλείς μπορούμε να νιώθουμε; Πως ο φόβος μπορεί να μας οδηγήσει στην στοχοποίηση ορισμένων κοινωνικών ομάδων και στην επίρριψη όλων των δεινών μας σε αυτούς. Ο θεατής γίνεται παρατηρητής ενός πειράματος ενώ στη συνέχεια αναγκάζεται να αποποιηθεί τον απενεχοποιημένο ρόλο του θεατή, αποδεικνύεται ο ίδιος μέρος του πειράματος και καλείται να αποφασίσει για την κατάληξη του πειράματος. 

Η νεαρή κύπρια Έλενα Σωκράτους που ζει και εργάζεται στη Γερμανία (Βερολίνο) – όπως και οι συνεργάτες και οι ηθοποιοί της – προχώρησε σε ένα τολμηρό εγχείρημα σκηνοθετώντας το έργο παράλληλα στα γερμανικά και στα ελληνικά και οργανώνοντας μία περιοδεία που περιελάμβανε τρεις χώρες (Γερμανία, Ελλάδα και Κύπρο) και επτά πόλεις (Βερολίνο, Φρανκφούρτη, Αθήνα – Θέατρο Θησείο, Θεσσαλονίκη – BlackBox, Πάτρα- Λιθογραφείο, Λευκωσία και Λεμεσό). Η παράσταση που έστησε ήταν μια αποκάλυψη καθώς κατάφερε να βρει και να δώσει την  απαραίτητη ισορροπία ανάμεσα στη φιλοσοφική φύση του έργου και τη σκηνική πραγμάτωσή του. Το προίκισε με χιούμορ, έδωσε χαρακτηριστικά και περισσότερες διαστάσεις στα δύο πρόσωπα του έργου, έπαιξε με το κοινό και το μυαλό του (συνεργασία στη δραματουργία του Γεράσιμου Μπέκα). Έστησε ένα θέατρο μέσα στο θέατρο και στη συνέχεια προσπάθησε επιτυχώς να ανατρέψει εκ των έσω τη σύμβαση. Πόσο τελικά ο άνθρωπος σέβεται την ανθρώπινη ζωή και πόσο εύκολο είναι να γίνει θύτης;  Και το κοινό, που αμέριμνο παρακολουθεί τα επί σκηνής τεκταινόμενα δίχως καμιά ευθύνη, τι θα κάνει όταν καλείται να αποφασίσει για την τύχη των συνανθρώπων του, ιδίως όταν το αποτέλεσμα της πράξης του δεν επηρεάζει άμεσα τη δική του ζωή; 

Στην προσπάθειά της είχε πολύτιμους αρωγούς τους δύο ικανότατους ηθοποιούς της. Ο γνωστός μας από την ήδη αξιόλογη πορεία του Κωστής Καλλιβρετάκης και ο νεαρός Κωνσταντίνος Γεράκης μας καθήλωσαν κυριολεκτικά και μας παρέσυραν σε ένα παιχνίδι του μυαλού. Ο Καλλιβρετάκης στο ρόλο του Χειριστή του πειράματος καθοδηγούσε την παράσταση, έδινε τον ρυθμό και την ένταση, με μια αξιοσημείωτη ερμηνευτική ωριμότητα, με την εντυπωσιακή αμεσότητά του, το γενναιόδωρο παίξιμο του που δεν είχε την παραμικρή μιζέρια, κανένα είδος ψευτοστοχαστικού κουλτουριάρικου ύφους, απόλυτα μετρημένος με εκπληκτική δύναμη των εκφραστικών του μέσων. Ένας εξαιρετικός συνδυασμός ενός ώριμου και έμπειρου ηθοποιού που γνωρίζει πολύ καλά την τέχνη του σε έναν δύσκολο ρόλο που τον θέλει να υποδύεται υποδυόμενος ενώ παράλληλα καταργεί τη σύμβαση της παράστασης και κάνει τον θεατή μέτοχο, συνένοχο και προωθητή της δράσης. Αλλά και έναν νέο ηθοποιό, τον Κωνσταντίνο Γεράκη, στον ρόλο του επ’ αμοιβή πειραματόζωου που με την δουλεμένη του απλότητα, τις εξαιρετικές του διακυμάνσεις, την ευθύτητά του μας κέρδισε ολοκληρωτικά (δύσκολο στην αρχή να μην πιστέψει κανείς πως επρόκειτο πράγματι για έναν τυχαία επιλεγμένο θεατή).

Στο λιτό σκηνικό που επιμελήθηκε η Βασιλική Χριστοπούλου κυριαρχεί ένα γραφείο και μια υδρόγειος σφαίρα που περιμένει εκεί εκτεθειμένη να βρεθεί κάποιος να την αγγίξει σε ένα μακρινό μέρος του κόσμου, πχ. στην Κουάλα Λουμπούρ και ένας πυροβολισμός να σκοτώσει έναν θεατή. Η μουσική επιμέλεια του Πάνου Βούλγαρη ευστόχως ακολούθησε τις υποδείξεις του συγγραφέα, ενώ οι φωτισμοί του Δημήτρη Σταμάτη έπαιξαν με τις συμβάσεις που έφτιαχνε και καταργούσε η παράσταση.

Πιστεύω πως η παράσταση αυτή σε υπαρξιακό, φιλοσοφικό και θεατρικό επίπεδο πέτυχε απόλυτα στον διάλογο μεταξύ δύο χωρών που βρίσκονται σε τελείως διαφορετική συνθήκη ύπαρξης και αναζήτησης. Το θέατρο στα χέρια των νέων αυτών ταλαντούχων παιδιών έγινε μια γέφυρα επικοινωνίας και ένα μέσο αφύπνισης και προβληματισμού χωρίς να το κραυγάζει. Μια συνεργασία που αξίζει να έχει συνέχεια. 

Μουντράκη

Απόψεις

Μετάβαση στο περιεχόμενο