Τα ψηλά βουνά του Ζαχαρία Παπαντωνίου στο Θέατρο Ακροπόλ

 

Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου γράφει τα Ψηλά βουνά το 1918, σχεδόν 100 χρόνια πριν, στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης του Ελευθέριου Βενιζέλου, η οποία καθιέρωνε για πρώτη φορά τη χρήση της δημοτικής γλώσσας στα σχολεία. Το βιβλίο χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως αναγνωστικό της Γ΄ τάξης του Δημοτικού αλλά ακολούθησε στη συνέχεια τη δική του αυτόνομη λογοτεχνική πορεία και αποτέλεσε για πολλά χρόνια  ένα από τα πιο αγαπημένα αναγνώσματα των παιδιών –  σύμφωνα μάλιστα με το website της παράστασης (www.tapsilavouna.gr) βρίσκεται ακόμα ανάμεσα στις πρώτες επιλογές στα προγράμματα φιλαναγνωσίας των δημοτικών σχολείων.

Στα Ψηλά βουνά μια παρέα παιδιών αποφασίζουν, έπειτα από παρότρυνση του δασκάλου τους, να περάσουν μόνα τους τις καλοκαιρινές διακοπές τους σε ένα γειτονικό βουνό. Οργανώνουν σιγά-σιγά μια μικρή κοινότητα και μέσα από τις προκλήσεις και τις δυσκολίες της καθημερινότητας μακριά από τα σπίτια τους και τη φροντίδα των γονιών τους, μαθαίνουν να στηρίζονται στις δικές τους δυνάμεις. Αναλαμβάνουν ευθύνες, ξεπερνούν τα προβλήματα με τρόπο ευφάνταστο και δημιουργικό, αναγνωρίζουν την αξία της συλλογικής προσπάθειας και της αλληλεγγύης, ανακαλύπτουν τους θησαυρούς της φύσης ενώ ταυτόχρονα έρχονται σε επαφή με την ελληνική λαϊκή παράδοση.

Γραμμένο στη δημοτική γλώσσα, το βιβλίο που συνοδεύεται από σκίτσα του ίδιου του συγγραφέα ενώ τα σχέδια είναι του Πέτρου Ρούμπου, αφηγείται με τρόπο απλό αλλά συνάμα γοητευτικό τις περιπέτειες των παιδιών ενώ προβάλλει αξίες διαχρονικές.

Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου έβαλε ένα δύσκολο στοίχημα: να μεταφέρει με τους συνεργάτες του στη σκηνή ένα βιβλίο-θρύλο. Κι ενώ το βιβλίο διαθέτει στοιχεία θεατρικότητας, η μεταφορά του στη σκηνή με στόχο μία ολοκληρωμένη θεατρική παράσταση κάθε άλλο παρά εύκολη μπορεί να χαρακτηριστεί. Το θέμα του προέρχεται από μια μακρινή για τα σύγχρονα παιδιά εποχή, η ζωή τους ελάχιστα κοινά έχει με εκείνη των ηρώων, οι οποίοι στο σύνολό τους είναι σχηματικοί, ακροβατούν ανάμεσα στους τύπους και τα πρόσωπα, ο διδακτισμός ελλοχεύει και οι δραματικές εντάσεις του κειμένου είναι λιγοστές. Όμως ο Μαυρογεωργίου το κερδίζει το στοίχημα. Χωρίς ριζικές παρεμβάσεις στο κείμενο, αποφεύγει κάθε προσπάθεια να μας πείσει ότι βλέπουμε ένα αυτόνομο θεατρικό έργο αλλά  αντίθετα δεν παύει να μας υπενθυμίζει ότι μέσα από την παράσταση «ξαναδιαβάζουμε» και απολαμβάνουμε όλοι μαζί το βιβλίο του Παπαντωνίου. Με αφοπλιστική ευθύτητα και σεβασμό απέναντι στον λόγο του συγγραφέα και δίχως καμία προσπάθεια για βίαιο εκσυγχρονισμό του πρωτότυπου έργου, ο Μαυρογεωργίου αφήνει τις αρετές του βιβλίου να ξεδιπλωθούν μπροστά στα μάτια μας κρατώντας όλους τους χυμούς του και δημιουργεί μια ζωντανή παράσταση, με υπέροχο ρυθμό που παρασύρει μικρούς και μεγάλους από την αρχή ως το τέλος.

Η ιδέα για ψηφιακές προβολές βίντεο και animation (Νίκος Τσιμούρης / Βαγγέλης Σιγάλας) εμπνευσμένες από τα πρωτότυπα σκίτσα και σχέδια της πρώτης έκδοσης του βιβλίου είναι απόλυτα επιτυχημένη. Από την παρουσίαση – σύσταση των ηρώων, το ξεφύλλισμα των σελίδων του βιβλίου, την αναπαράσταση του βλάχικου γάμου μέχρι το animation που ζωντανεύει τον Γκέκα, το τζομπανόσκυλο του Λάμπρου, δημιουργούν μια σχεδόν κινηματογραφική αίσθηση. Ανεβάζουν το κοινό μαζί με τους ήρωες στα ψηλά βουνά, γίνονται κομμάτι του σκηνικού και καθώς οι ηθοποιοί τις εντάσσουν στη δράση εικονοποιούν επιτυχώς το περιβάλλον του βιβλίου.

Τα σκηνικά του Κωνσταντίνου Ζαμάνη σε απόλυτη αρμονία με τις προβολές και το ύφος της παράστασης ενώ τα κοστούμια του, παιδικά παντελονάκια μιας άλλης εποχής, διατηρούν μια αίσθηση παιδικής αθωότητας. Η κίνηση (Δημήτρης Μαργαρίτης) και η μουσική (Θωμάς Καραχάλιος) συμβάλλουν με τρόπο ουσιαστικό στον ρυθμό της παράστασης.

Ο Άρης Τρουπάκης στον ρόλο του αφηγητή μας εισάγει καίρια στην ατμόσφαιρα της παράστασης ενώ η συμμετοχή του σε κάποιες σκηνές δράσης κλείνει το μάτι στο παιχνίδι της μεταμόρφωσης πάνω στη σκηνή και εντυπωσιάζει τα παιδιά. Η Κλεοπάτρα Μάρκου ξεχωρίζει με τη φωνή της στην ερμηνεία του τραγουδιού στον βλάχικο γάμο ενώ όλοι οι ηθοποιοί υπηρετούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τη μεταφορά του βιβλίου στη σκηνή.

Τα Ψηλά βουνά είναι μια παράσταση που αποτίει φόρο τιμής σε έναν μεγάλο Έλληνα συγγραφέα και καταφέρνει να μας τον επανασυστήσει με τρόπο φρέσκο και δημιουργικό. Και κάτι ακόμα, ίσως πιο σημαντικό: είναι μια παράσταση που με την προσεκτική επιλογή ενός βιβλίου κομβικού στην ελληνική παιδική λογοτεχνία,  με τον τρόπο μεταφοράς του στη σκηνή, με τη χρήση των νέων τεχνολογιών και κυρίως με τον τρόπο που επιλέγει να απευθυνθεί στα παιδιά δίνει το σήμα μιας προσπάθειας που ξεφεύγει από τα κλισέ και τις παραδεδομένες τεχνικές του παιδικού θεάτρου στην Ελλάδα αναζητώντας έναν ουσιαστικό τρόπο έκφρασης.

 

Καρανάνου

Απόψεις

Μετάβαση στο περιεχόμενο