Κάθε πρωί η Άννα σηκωνόταν κι έστρωνε το κρεβάτι της προσεκτικά, σαν κάποιος να επέβλεπε την επίδοσή της. Πήγαινε κι έφευγε από τη δουλειά της πάντα στην ώρα της. Κάποτε, στα νιάτα της, είχε μπλεξίματα αλλά αυτά είχαν πια περάσει. Τώρα προσπαθούσε να ζήσει μια ήρεμη ζωή, μοναχική, ίσως από επιλογή, ίσως όχι. Μέχρι που μια μέρα το μέλλον έγινε ακόμα πιο αβέβαιο. Κι ένας φάκελος θα της αποκάλυπτε αν θα επιζούσε ή όχι. Τι σκέφτεται ένας άνθρωπος τη στιγμή αυτή; Πώς έρχεται η ροή των σκέψεων, και πώς τις βάζεις σε μια τάξη; Και γιατί αυτό να ενδιαφέρει και κάποιον άλλον πέραν από εκείνη;
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό. Πολιτική απορρήτουΕντάξει