υρηνικές οικογένειες και ψυχαναλυτικά μοτίβα στη δραματουργία του Χαράλαμπου Γιάννου[*]
Ο Χαράλαμπος Γιάννου είναι ένας συγγραφέας που δεν είναι εύκολο να τον εντοπιστεί στον χάρτη: γεννήθηκε στην Αμμόχωστο, μεγάλωσε στη Λεμεσό, σπούδασε στη Λευκωσία και στην Αθήνα και ζει στην Αθήνα, μπήκε σε σχέσεις μαθητείας (εργαστήρια γραφής, coaching και ανατροφοδότηση μέσω δοκιμαστικών αναγνώσεων) στην Αθήνα, στο Βισμπάντεν (Γερμανία), στη Βαρκελώνη και στη Λευκωσία, διακρίθηκε στο πλαίσιο ελληνικών και κυπριακών θεσμών και έργα του παρουσιάστηκαν μέχρι σήμερα σε αναλόγια ή σε ολοκληρωμένες παραστάσεις σε Αθήνα, Βαρκελώνη και Λευκωσία, ενώ αναμένεται μια παραγωγή το 2016 στη Λεμεσό. Είναι ανοικτός σε διάφορες μεθόδους εργασίας ως προς τη συγγραφή και σε εναλλακτικά μοντέλα ως προς τις παραστάσεις των έργων του. Χαρακτηριστικά, ένα από τα έργα του γράφτηκε κατά παραγγελία ύστερα από την πρόσκληση του εικαστικού καλλιτέχνη Παναγιώτη Μιχαήλ, για να παιχτεί σε ένα εκ των προτέρων σχεδιασμένο σκηνικό, κοινό με άλλα δύο έργα στη Λευκωσία. Είναι δε παραγωγικός συγγραφέας αφού, από το 2005 έως σήμερα, γράφει κατά μέσο όρο ένα έργο τον χρόνο.
Η θεματολογία των έργων δεν του προσδίδει ελληνική ή κυπριακή ιθαγένεια: η δράση κατά κανόνα τοποθετείται σε μη καθορισμένο χωροχρόνο, υπάρχουν όμως ενίοτε έμμεσες, αλλά όχι δεσμευτικές για τη φαντασία του αναγνώστη ή του σκηνοθέτη, ενδείξεις. Στη δραματουργική παραγωγή του Γιάννου κυριαρχούν ιδιόρρυθμες οικογένειες χωρίς εμφανή ταυτότητα ως προς τον τόπο: θα μπορούσαν να είναι ελληνικές, κυπριακές, μεσογειακές ή να προέρχονται από πολλά άλλα μέρη του κόσμου. Μόνο στο πρώτο έργο Ποιος είναι ο εχθρός υπάρχουν ενδείξεις που το συνδέουν με τη γενέτειρα του συγγραφέα. Το πρωτόλειό του παρουσιάζει ενδιαφέρον τόσο για την τολμηρή του θεματολογία όσο και για τις επιλογές του ως προς τη μορφή. Παρότι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εξπρεσιονιστικό ως προς το ύφος και συμβολικό ως προς τη γλώσσα των προσώπων, το έργο αποτελεί μια ευανάγνωστη αναφορά στη σύγχρονη κυπριακή ιστορία: στο άνοιγμα των οδοφραγμάτων και στην πρώτη μεγάλης κλίμακας συνάντηση ανθρώπων από την ελληνοκυπριακή και την τουρκοκυπριακή κοινότητα το 2003, παραπέμπει δε σε προβληματισμούς και συναισθήματα που κινητοποίησε το γεγονός.
Η ατμόσφαιρα στη δραματουργία του Γιάννου κυμαίνεται συχνά από το παράδοξο στο γκροτέσκ και τον εφιάλτη, ενίοτε δε ανακαλεί το φιλμ νουάρ. Ο ίδιος ο συγγραφέας χαρακτηρίζει τέσσερα από τα έργα του (Πέφτοντας από τις σκάλες, Her life as dead, Ο σκύλος που καπνίζει, Πείνα) ως μαύρες κωμωδίες. Στοιχεία από την αισθητική των κόμικς είναι ορατά, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το σύντομο Her life as dead, στο οποίο οι ήρωες πεθαίνουν και ανασταίνονται με μεγάλη ευκολία. Εντούτοις το μονόπρακτο τελειώνει με τους δύο κεντρικούς και συγκρουόμενους χαρακτήρες να αγκαλιάζονται. Η ξαφνική τρυφερότητα ανατρέπει το ασπρόμαυρο καρτουνίστικο κλίμα και ανοίγει ορίζοντες στις αποχρώσεις των συναισθηματικών αιτημάτων: της ανάγκης για συντροφικότητα και ερωτισμό. Το εν λόγω έργο είναι το κωμικό alter ego του Από μια κλωστή: και τα δύο είναι γραμμένα το 2011 και έχουν ίση περίπου διάρκεια (γύρω στα είκοσι λεπτά). Το δεύτερο, που σε κάποιες στιγμές είναι δραματικό, σε άλλες παράδοξο και σε άλλες γλυκόπικρο, έχει ως θέμα τη συνάντηση μιας μορφής, που ταυτίζεται σταδιακά με τον θάνατο, με μια ηλικιωμένη γυναίκα.
Στη δραματουργία του Γιάννου είναι επίμονοι οι συμβολισμοί των σκηνικών εικόνων, άλλοτε ευανάγνωστοι κι άλλοτε σιβυλλικοί, ενώ κατά κανόνα ο διάλογος είναι καταιγιστικός και συχνά ελλειπτικός. Ανιχνεύονται σουρεαλιστικοί απόηχοι (π.χ. η μεταμόρφωση στο Πέντε χτυπήματα στη βροχή)· επίσης, στην κληρονομιά του εξπρεσιονιστικού θεάτρου παραπέμπει η επιλογή του συγγραφέα να μη δίνει στις περισσότερες περιπτώσεις ονόματα στους ήρωές του πέρα από τον προσδιορισμό του φύλου (Άντρας, Γυναίκα) ή της συγγένειας (Μητέρα, Πατέρας, Γιος, Κόρη). Στον Σκύλο που καπνίζει οι ήρωες έχουν ονόματα σκυλιών (Μαξ, Ντόλυ, Χάπυ και Μόλυ), ενώ ο απειλητικός πιντερικός επισκέπτης από το σκοτεινό παρελθόν της οικογένειας δεν έχει όνομα. Η επιλογή αυτή μπορεί να συνδεθεί επίσης με την πρόθεση της οικουμενικότητας αλλά και με την αρχετυπική διάσταση των χαρακτήρων.
Κατ’ εξαίρεση, το Γυναίκα σε μετανάστευση διαπνέεται από λυρική διάθεση, χωρίς τον χαρακτηριστικό κοφτό διάλογο. Επιπλέον, ποιητικές εικόνες απελευθερώνονται από την τηλεόραση –την οποία ακούμε αλλά πότε δεν βλέπουμε τι προβάλλει– στο πιο πρόσφατο έργο του, με τον τίτλο Σπίτι.
Το πιο εμφανές και επανερχόμενο μοτίβο στη δραματουργία του Γιάννου είναι η πυρηνική οικογένεια, κατά κανόνα μη λειτουργική, η οποία θα μπορούσε να μελετηθεί και ως ένα συλλογικό θεατρικό πρόσωπο στο εκάστοτε έργο. Στα έξι από τα έργα του (Ποιος είναι ο εχθρός, Πέφτοντας από τις σκάλες, Her life as dead, Ο σκύλος που καπνίζει, Πείνα και Σπίτι) πρωταγωνιστούν τέτοιες οικογένειες. Στο μονόπρακτο Από μια κλωστή η αινιγματική σχέση παραπέμπει σε γιαγιά και εγγονό, στο Πέντε κτυπήματα στη βροχή τα πρόσωπα συμβιώνουν σε ένα κλειστοφοβικό σπίτι, ενώ στο Γυναίκα σε μετανάστευση πρωταγωνιστεί ένα μοναχικό πρόσωπο ή/και ο αφηγητής της ιστορίας της· είναι όμως αισθητή η απουσία πλαισίου –τόπου και οικείων ανθρώπων– όπου η ηρωίδα ιδανικά θα εγγραφόταν.
Οι εκφάνσεις των ενδοοικογενειακών σχέσεων μπορεί εύλογα να οδηγήσουν στον συσχετισμό της δραματουργίας του με βασικές έννοιες της ψυχαναλυτικής θεωρίας. Κύριο χαρακτηριστικό είναι ότι τα μέλη των οικογενειών, σε πρώτο επίπεδο, δεν αποζητούν τα αγαθά της αγάπης και της επικοινωνίας επειδή διακυβεύονται, ελλείπουν ή καταστρατηγούνται τα πλέον θεμελιώδη στην πυραμίδα των ανθρώπινων αναγκών: τροφή (Ο Σκύλος που καπνίζει, Πείνα, Πέφτοντας από τις σκάλες), στέγη (Σπίτι, Πέντε χτυπήματα στη βροχή, Γυναίκα σε μετανάστευση), ασφάλεια (Πέφτοντας από τις σκάλες, Γυναίκα σε μετανάστευση, Ποιος είναι ο εχθρός), αυτοδιάθεση (Γυναίκα σε μετανάστευση, Her life as dead, Πέφτοντας από τις σκάλες), ακόμα και η επιβίωση καθαυτή (Ποιος είναι ο εχθρός, Από μια κλωστή, Πείνα).
Ένα από τα μοτίβα που συνδέονται με την ψυχαναλυτική θεωρία είναι η καθήλωση στο στοματικό στάδιο: στον Σκύλο που καπνίζει όλοι λαχταρούν με κίνδυνο της ζωής τους ένα απαγορευμένο τσιγάρο, ενώ το πολυ-αναμενόμενο φαγητό καίγεται κατ’ επανάληψη κατά την ετήσια οικογενειακή γιορτή. Η βραβευμένη Πείνα είναι μια μαύρη κωμωδία γύρω από την τροφή, κυριολεκτική και συναισθηματική, τις υπερβολές και την αστοχία της φροντίδας. Η απαγόρευση του τσιγάρου στην εφηβεία στοιχειώνει ακόμα τους σαραντάρηδες γιους στο Σπίτι, παράλληλα γίνεται λόγος για τη δυσκολία που είχαν τα δύο αγόρια να απαλλαγούν από τη συνήθεια να πιπιλούν το δάχτυλό τους, ο δε πατέρας χρησιμοποιεί την πιπίλα της εγγονής για να καταφέρει να κοιμηθεί. Στο Πέφτοντας από τις σκάλες η τρομακτική μητέρα με το επαμφοτερίζον φύλο είναι εξαρτημένη από τις σοκολάτες.
Στο ίδιο έργο δεσπόζει ο παλιμπαιδισμός και η άρνηση ή η αποτυχία της ενηλικίωσης. Συναφείς καταστάσεις συναντώνται στα έργα Πείνα, Σπίτι και Από μια κλωστή. Στο τελευταίο, όπως και στο Πέφτοντας από τις σκάλες, κυριαρχεί το όνειρο-εφιάλτης. Η καταπιεσμένη ή ματαιωμένη λίμπιντο εισβάλλει στο Σπίτι μέσα από την πορνογραφική ταινία που προβάλλει η τηλεόραση. Το Πέφτοντας από τις σκάλες, εξάλλου, αναπαράγει ήρωες και θέματα από το κλασικό παραμύθι των αδερφών Γκριμ Χάνσελ και Γκρέτελ· οι αρχετυπικές σχέσεις και τα σύμβολα στα παραδοσιακά παραμύθια έχουν, ως γνωστόν, ερμηνευθεί επανειλημμένα με ψυχαναλυτικά εργαλεία. Στο Σπίτι δε ο μεγάλος γιος επιστρέφει στο πατρικό (ή μητρικό) σπίτι και ενδίδει, με χλιαρή διαμαρτυρία, στις υπερβολικές ίσως φροντίδες της μητέρας.
Δευτερευόντως, διακρίνουμε στο έργο του Γιάννου λανθάνουσες ή σαφέστερες κοινωνικές και πολιτικές συνδηλώσεις: στο μινιμαλιστικό Πέντε χτυπήματα στη βροχή είναι σαφείς οι αναφορές στην εμπορεία προσώπων (trafficking). Καθώς φωτίζεται σταδιακά το νεφελώδες τοπίο του έργου, διακρίνουμε τη σχέση του προαγωγού Τόμυ και της ανήλικης πόρνης Μαϊλίντα. Στο έργο περιέχεται άσκηση βίας και εγκλεισμός αφενός, παιχνίδι συμβόλων και εναλλαγής ρόλων αφετέρου. Τα πρόσωπα έχουν εν προκειμένω ονόματα, αλλά το τρίτο πρόσωπο είναι μια αινιγματική μορφή ονόματι Άγιος. Στο Σπίτι γίνεται ρητή αναφορά σε ενδοοικογενειακή βία, ενώ συναφείς νύξεις διατρέχουν το Πέφτοντας από τις σκάλες. Το Γυναίκα σε μετανάστευση είναι ένα αμφίσημο έργο: μια γυναίκα σε κυριολεκτική μετανάστευση, έρημη, που το περιστατικό της ρίχνει αμυδρό φως στην υπαρξιακή πλευρά ενός πολιτικού ζητήματος. Με μια άλλη ανάγνωση, το έργο αναφέρεται στη μετάβαση της ηρωίδας στην άλλη όχθη, της ψυχοπαθολογίας. Τέλος, μέσα από μια διευρυμένη οπτική, το έργο θα μπορούσε να αναφέρεται σε μια εσωτερική διαδρομή επώδυνου επαναπροσδιορισμού.
Το τελευταίο προσώρας έργο του Γιάννου –με το οποίο ο συγγραφέας κάνει ένα αποφασιστικό βήμα προς την ωριμότητα, δίνοντας ένα σφιχτοδεμένο, βαθύ και πολυπεπίπεδο έργο– επικεντρώνεται στον αρχετυπικό χώρο όπου εγγράφεται η οικογένεια: το σπίτι ως σύμβολο, χωρίς άρθρο, Σπίτι όπως home. Οιονεί πέμπτο πρόσωπο, πέρα από το κλασικό σχήμα Μητέρα, Πατέρας, Μεγάλος (γιος) και Μικρός (γιος), εισβάλλει η τηλεόραση: παλαιική, πρωτότοκη (αγορασμένη πριν από τη γέννηση των παιδιών), λειτουργεί αρχικά ως αγγελιοφόρος της επερχόμενης ανατροπής και όταν στη συνέχεια χαλάει, πιάνει μόνο ένα κανάλι, το οποίο προβάλλει αποκλειστικά πορνογραφικές ταινίες. Το έργο έχει ως μότο τον τίτλο του πίνακα του Paul Gauguin «Από πού ερχόμαστε; Τι είμαστε; Πού πάμε;», ο οποίος δίνει τους τίτλους στις τρεις πράξεις του έργου, υπονομεύοντας τον ρεαλιστικό χαρακτήρα του και τοποθετώντας το προγραμματικά σε ένα διευρυμένο, οικουμενικότερο, υπαρξιακό πλάνο.
Συνολικές αξιολογικές διαπιστώσεις είναι παρακινδυνευμένο να γίνουν για έναν νέο συγγραφέα το έργο του οποίου είναι εν εξελίξει και υπό διαμόρφωση. Το βέβαιο είναι ότι τόσο η ελληνική όσο και η κυπριακή δραματουργία –καθώς ο Γιάννου μπορεί να ενταχθεί και στις δύο– έχουν εμπλουτιστεί με μια ενδιαφέρουσα νέα φωνή με ξεκάθαρο προσωπικό στίγμα.
[*] Το κείμενο στηρίχθηκε σε αδημοσίευτη ανακοίνωση που έγινε στο συνέδριο «Το θέατρο στη νεότερη και σύγχρονη Κύπρο», Λεμεσός, 30/10-1/11/2015.