Η ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΔΙΑΛΕΓΜΕΝΟΥ

Συντάκτης: Ειρήνη Μουντράκη

Το θέατρο του Γιώργου Διαλεγμένου είναι η απόπειρα επικοινωνίας ενός ανθρώπου. Μια απόπειρα ζωής. Κάθε του έργο είναι ανοιχτό σε αναγνώσεις και ερμηνείες, ο κόσμος που περιγράφει υπάρχει μέσα του και γύρω του, οι ήρωες του έχουν εντοπιότητα, ταυτότητα, παρελθόν και εμπειρίες. Η γραφή του δίνει την αίσθηση πως ρέει αυτόματα και αβίαστα επάνω στο χαρτί απαλλαγμένη από κάθε είδους συγγραφικά τερτίπια, από προσπάθειες εντυπωσιασμού και υποτιθέμενων βαθυστόχαστων νοημάτων. Και αυτή η αυθεντικότητα, η ακατέργαστη διανόηση γίνεται το όχημα για την αλήθεια, για την πραγματική μέθεξη και την αληθινή συγκίνηση μέσω της περιπέτειας της ζωής. Μέσα από αυτή την περιπέτεια γεννιέται στις σελίδες του Διαλεγμένου ένα θέατρο γνησιότητας.

Τα συστατικά του τα αντλεί από την καθημερινότητα, οι ήρωες του είναι ενταγμένοι μέσα σε μια απόλυτα πραγματική πραγματικότητα, αποτελούν υπαρκτό και ανεπιτήδευτο κομμάτι του κόσμου, είναι άνθρωποι της οικείας καθημερινότητας, της διπλανής πόρτας. Αποφεύγει ωστόσο ο συγγραφέας με ευελιξία τις παγίδες της ηθογραφίας. Συνάμα δουλεύει πάνω στις πιο λεπτές υφάνσεις της ανθρώπινης ψυχής. Προχωράει στον σχεδιασμό ψυχολογικών πορτρέτων με έναν πικρό σαρκασμό και μια αιρετική διάθεση. Όταν όμως πλησιάσει κανείς τους ήρωές του θα δει πως διαθέτουν μιαν ιδιαίτερη ποιότητα. Δεν είναι αποτυχημένοι, ανόητοι, απελπισμένοι ή περιπατητές του ονείρου. Είναι άνθρωποι που βρίσκονται στα περιθώρια της ζωής, ο καθένας για διαφορετικούς λόγους. Λαϊκοί τύποι, άνεργοι, μια ξεχασμένη γηραλέα ηθοποιός και το παρηκμασμένο περιβάλλον της, μικροαπατεώνες, άστεγοι ρακοσυλλέκτες, γονείς ενός ιδιαίτερου παιδιού, ιδεαλιστές. Άνθρωποι που έχουν διασχίσει μια δύσκολη πορεία ζωής και που ο συγγραφέας τους συναντά σε ένα οριακό σημείο. Τη στιγμή που στο προσκήνιο εμφανίζεται μια «Ευκαιρία». Άλλοτε με τη μορφή ενός ρόλου, άλλοτε σαν αντιπαροχή, σαν η κατάλληλη στιγμή για μία πολυπόθητη συμφιλίωση, σα μια σύνταξη, ένα ταξίδι, σαν την απρόσμενη γέννηση ενός μωρού ή ακόμα και ενός θανάτου.

Ήδη από το πρώτο ουσιαστικά έργο του, το Χάσαμε τη θεία. Στοπ. διαπιστώνεται η αιχμηρή του ματιά και η σοφά μελετημένη δοσολογία ιλαροτραγωδίας που χρησιμοποιεί. Ένα ζευγάρι ζει μέσα στη μιζέρια και τη γκρίνια που φέρνει η φτώχια. Στο διπλανό τους δωμάτιο βρίσκεται κατάκοιτη η μελλοθάνατη θεία στην κληρονομιά της οποίας «ποντάρουν». Ένας καβγάς, μία λάθος κίνηση, επιφέρουν λίγο νωρίτερα τον θάνατό της. Έναν θάνατο που δεν φέρνει την πολυπόθητη λύση αλλά είναι ο σπινθήρας για τη μεγάλη έκρηξη. Και στο Μάνα, Μητέρα, Μαμά η λύση που ονειρεύονται οι δύο αδελφοί με τις συζύγους τους, η «τοποθέτηση» της μητέρας στο γηροκομείο και η εγκατάστασή τους στα διαμερίσματα που θα πάρουν από την αντιπαροχή δεν είναι όπως πιστεύουν η πύλη για μια «καλύτερη» ζωή. Η απομάκρυνση της μητέρας-τυράννου παρουσιάζεται ως αναγκαία για την ανάληψη εξουσίας από τη νεότερη γενιά και την απόκτηση ζωτικού χώρου. Ο άλλοτε ακρογωνιαίος λίθος της ελληνικής οικογένειας έχει μετατραπεί σε ένα δυσβάσταχτο βάρος. Όταν όμως αποδεσμεύονται από αυτόν η κατάρρευση του έως τότε σημαίνοντος συστήματος αξιών τους αφήνει εύθραυστους, αδύναμους και εξαντλημένους.  

Στο εφιαλτικής ατμόσφαιρας Σε φιλώ στη μούρη ο Μήτσος και η Γλύκα, προσπαθούν να επιβιώσουν ως ρακοσυλλέκτες έχοντας ο ένας τη βοήθεια του άλλου και εναποθέτοντας επίπλαστες ελπίδες στην έξωθεν βοήθεια. Στον υπουργό, στον Φώτη, στον μπάτσο-γιο. Η ιστορία τους, η ιστορία της απόπειρας δολοφονίας μιας πόρνης, η ιστορία του γιου και της διανοητικά ταραγμένης μητέρας του, όλα πλέκονται σε ένα υπερρεαλιστικό τοπίο και καταλήγουν στο ίδιο σημείο: η ζωή πάντα συνεχίζεται. 

Το εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι πως σχεδόν όλοι οι ήρωές του έχουν Επίγνωση. Έχουν επίγνωση της δυσκολίας και των μειωμένων ελπίδων που διαθέτουν. Όμως δεν διστάζουν να δοκιμάσουν. Οπλίζονται με θάρρος και κουράγιο και ορμούν στη μάχη ως γνήσιοι πολεμιστές. Το τρόπαιο είναι η διεκδίκηση. Όχι πως η επίτευξη του στόχου δεν τους αφορά. Απλά η αποτυχία δεν τους κάνει να υποτάσσονται. Οι ήρωές του είναι Ήρωες που το ζητούμενο της δοκιμασίας τους είναι το πόσο θα αντέξουν. Και αυτό το χαρακτηριστικό τους κάνει ιδιαίτερους, τους ατσαλώνει και τους εξυψώνει. Ο συγγραφέας είναι ειλικρινής μαζί τους και αυτό του επιτρέπει να είναι ακόμα και ωμός.

Στη Νύχτα της Κουκουβάγιας ο Διαλεγμένος βαδίζει πιο φανερά προς τον υπερρεαλισμό και την ποιητική διάθεση. Ένας περασμένης ηλικίας άνδρας, υπάλληλος στο τμήμα απολεσθέντων οστών ενός νεκροταφείου, πεθαίνει μετά από ένα έντονο επαγγελματικό τηλεφώνημα. Στο πέρασμά του από τον ένα κόσμο στον άλλο έρχεται αντιμέτωπος με μία πρώην ερωμένη του (σε μια περίπλοκη εξωσυζυγική σχέση), που είχε αυτοκτονήσει δεκαετίες νωρίτερα μην αντέχοντας την προδοσία του. Η εκδίκηση τον περιμένει και στην επόμενη ζωή. Τα πάντα υπακούουν στον κανόνα της συνέχειας, ένας κανόνας που νικήτρια βγάζει πάντα τη ζωή.

Στο Μην ακούς τη βροχή η γέννηση ενός παιδιού με ειδικές ανάγκες φθείρει τη σχέση και τη ζωή ενός νεαρού ζευγαριού. Ο αγώνας για τη συνέχιση της ζωής, για την ελπίδα είναι συνεχής. Η μοίρα και η ζωή συνεργάζονται και επιβάλουν στον ήρωα την αρχή τους: ο άνθρωπος πρέπει να αντιμετωπίζει και να ζει με αξιοπρέπεια ό,τι του επιφυλάσσεται. Η τραγικότητα εδώ μπορεί να υποστηρίζεται από την ύπαρξη του παιδιού, στο Λόγω Φάτσας όμως αυτή η τραγικότητα προέρχεται υποδόρια από το πλέγμα των σχέσεων και από τη σταδιακή και μεθοδευμένη εισχώρηση του ενός κόσμου μέσα στον άλλο και από τη διάλυση που επιφέρει. Μία ξεχασμένη από όλους ηθοποιός των μπουλουκιών ζει με την αδελφή-σκιά της και τον καθυστερημένο αδελφό τους στο πατρικό σπίτι. Το τηλεφώνημα ενός νεαρού σκηνοθέτη για ένα διαφημιστικό στην τηλεόραση θα τις ξαναβάλει στο παιχνίδι της ζωής, μόνο που θα παίξουν με λάθος συμπαίκτες.

Το Bella Venezia είναι το επιστέγασμα αυτής της εξελικτικής πορείας. Είναι η λυρική και ταυτόχρονα τραγική έκφραση της αγωνίας της ανθρώπινης ύπαρξης. Εκκινώντας από ένα ιδιότυπο ερωτικό τρίγωνο (μητέρα – κόρη – πατριός) παρουσιάζονται οι ανθρώπινες σχέσεις με τη μορφή ενός επικίνδυνου, θελκτικού και παράτολμου παιχνιδιού που οδηγεί τους «παίκτες» του σε μια σειρά κινήσεων με σκοπό όχι την οριστική νίκη αλλά την επιβίωσή τους. Το ίδιο τους το σπίτι γίνεται μία απύθμενη άβυσσος που τους ρουφάει στον όλεθρο. Οι ήρωες προσπαθώντας να ισορροπήσουν ανάμεσα σε αυτά που τους θέλγουν και σε εκείνα που το κοινωνικό κατεστημένο τους επιτάσσει, εγκλωβισμένοι σε μια πραγματικότητα που δεν τους καλύπτει, αλληλοσπαράσσονται ανελέητα για να επιβεβαιώσουν πως εξακολουθούν να υπάρχουν.

Τα έργα του Διαλεγμένου μιλούν για την τραγικότητα της αλήθειας και για τους κινδύνους που καιροφυλακτούν όταν η αλήθεια κρύβεται πίσω από σχήματα και περιποιημένες σιωπές. 

Μετάβαση στο περιεχόμενο