Ελένη Καραϊνδρου: «Σημασία έχει αυτός που γράφει μουσική να είναι αυθεντικός και αληθινός, να έχει μια στόφα αλήθειας μέσα του».
Η Ελένη Καραϊνδρου, που γεννήθηκε Νοέμβριο, είναι η αιώνια τρυφερή έφηβη που σου μεταφέρει σε κάθε συνάντηση τη χαρά της δημιουργίας. Αλλά είναι και η σοφή γυναίκα με το ανεπτυγμένο μητρικό ένστικτο για τους ανθρώπους που αγαπάει. Η διεθνώς αναγνωρισμένη συνθέτρια και πιανίστα είναι ο πιλότος ενός αεροπλάνου που συχνά έχουμε υπάρξει επιβάτες. Μαζί της εγώ αλλά και ο υπόλοιπος κόσμος έχουμε δέσει πολλές φορές τις ζώνες ασφαλείας χωρίς να νοιαζόμαστε για τον προορισμό. Της έχεις εμπιστοσύνη. Απεριόριστη. Γιατί είναι αγνή και ευαίσθητη, γιατί γράφει μιαν άγια μουσική και επιμένει να λέει ότι δεν είναι «επαγγελματίας» αλλά εραστής της τέχνης, γιατί έχει δημιουργικό άγχος. Ναι, η Ελένη Καραϊνδρου, που έχει το χάρισμα είναι τόσο σεμνή. Κι εγώ που ποτέ δεν θα μπορέσω να γράψω για εκείνη ένα πρόλογο λιτό στα όρια μιας σωστής δημοσιογραφίας της στέλνω ένα μεγάλο «ευχαριστώ» για όλα αυτά τα χρόνια που την γνωρίζω και ότι την αγαπάω πολύ.
Τι είναι το ταλέντο; πως το εξηγείτε; τι ορισμό θα δίνατε;
Το ταλέντο είναι αυτό που λέμε «χάρισμα». Το λέει και η λέξη: κάτι που χαρίζεται. Δεν ξέρουμε πως, αλλά χαρίζεται. Είναι στο DNA, είναι στη φύση του ανθρώπου, είναι στην ειδική του ευαισθησία. Στην ανάγκη του να εκφράσει τα συναισθήματα του βρίσκει μία διέξοδο, ένα τρόπο. Ο Αγγελόπουλος για παράδειγμα που έγινε ένας σπουδαίος κινηματογραφιστής έλεγε ότι «κάνω ταινίες για να ξορκίσω κάποια πράγματα». Και εγώ δεν ξέρω γιατί ανέδειξα αυτή την κλίση που είχα, αυτό το ταλέντο, αυτό το χάρισμα ας το πούμε. Το ταλέντο μου το ανακάλυψα πάρα πολύ μικρή. Δεν είναι τυχαίο ότι με αυτό εξέφραζα κάποια συναισθήματα, όπως τη λύπη μου που με είχαν πάρει από την εξοχή, από το δάσος, από το χωριό μου και με έφεραν στην Αθήνα όπου εδώ έχασα και τη μητέρα μου όταν ήμουν επτά χρονών. Δεν αποκλείεται λοιπόν αυτό το χάρισμα να βρίσκει διεξόδους εν είδει παρηγορίας.
Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να κάνουν κάτι, να βγάλουν κάτι από μέσα τους να ξορκίσουν κάποια πράγματα και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Κάπως έτσι το βλέπω αυτό και οπωσδήποτε πιστεύω ότι όλοι άνθρωποι θα μπορούσαν να έχουν μια ειδική κλήση. Αλλά δεν την ανακαλύπτουν πολλοί.
Πως θα μπορούσαν περισσότεροι άνθρωποι να ανακαλύπτουν την κλίση, το ταλέντο τους;
Πιστεύω ότι θα έπρεπε να γίνεται αυτό που έκαναν οι αρχαίοι Έλληνες που μες στην παιδεία περιελάμβαναν και η μουσική. Την ενασχόληση με τις τέχνες ώστε να βρει το παιδί σε τρυφερή ηλικία κάτι που ενδεχομένως θα το ασκήσει αργότερα. Αυτές οι πόρτες, αυτά τα παράθυρα πρέπει να ανοίγονται. Στην λογοτεχνία, στην ποίηση, στην μουσική.
Στην αρχαιότητα πίστευαν ότι τα παιδιά πρέπει να εκπαιδεύονται μέχρι την ηλικία των 18 στην μουσική. Η μουσική κάνει κάτι: ασκεί το μυαλό, το σώμα και την πειθαρχία στον άνθρωπο. Και μέσα από την πειθαρχία αυτή μπορείς σιγά-σιγά να ανακαλύψεις και να αναδείξεις αυτό το χάρισμα εάν το έχεις.
Θυμάμαι και εγώ όταν ήμουν εννέα χρονών βαριόμουν στην αρχή, όταν είχα να μελετήσω και μια μέρα – πολύ σημαντική μέρα αυτή για μένα – κάθισα κάτω κι άρχισα να μελετάω και ξαφνικά είδα ότι τα χέρια μου πετούσαν, ξαφνικά είδα ότι μπορούσα να κατακτήσω κάτι και συνειδητοποίησα ότι αν το κάνω αυτό έχω μια ανταμοιβή. Αυτή είναι ανταμοιβή που σου δίνει πειθαρχία!
Άρα το ταλέντο χωρίς τη δουλειά δεν εξελίσσεται.
Όχι δεν εξελίσσεται. Υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι που έχουν και τις ικανότητές και όλα τα αλλά, όμως χρειάζεται πάρα πολύ δουλειά. Έχουμε λαμπρά παραδείγματα και μπορώ να σας αναφέρω. Εγώ θαυμάζω πάρα πολύ τον Λεωνίδα Καβάκο για ο οποίος είναι μια εκπληκτική περίπτωση ανθρώπου που έχει το χάρισμα. Το ανέδειξε με την πειθαρχία του και τη μελέτη του. Όποτε τον ακούω αισθάνομαι ότι βρίσκομαι μπροστά σε ένα θαύμα. Δοξάζω και τον Θεό βέβαια που μπορώ και το βλέπω αυτό το θαύμα. Γιατί για να βλέπεις και κάτι πρέπει να έχεις και τα κατάλληλα εργαλεία, και τη γνώση. Επίσης θαυμάζω τον Θεόδωρο Κουρεντζή. Τον έχω δει πολλές φορές και δεν θα τον ξεχάσω στην «Ιεροτελεστία της Άνοιξης» του Ρομέο Καστελούτσι. Αυτό το πλάσμα, αυτό το ταλέντο κι αν πειθαρχεί!
Η μουσική είναι επάγγελμα; αυτό που κάνετε πως το αντιμετωπίζετε άραγε;
Εγώ προσωπικά δεν νιώθω επαγγελματίας και δεν θα ήθελα ποτέ να κάνω τη μουσική ως επάγγελμα. Είμαι ερασιτέχνης με την έννοια την παλιά, δηλαδή «εραστής της τέχνης». Εάν ήθελα να έχω γίνει επαγγελματίας του κινηματογράφου αυτή τη στιγμή θα είχα κάνει πάνω από εκατό ταινίες και θα είχα «γεμίσει» απεριόριστα χρήματα. Δεν το είδα όμως ποτέ έτσι, το είδα μόνο σαν κάτι το οποίο θα με ενέπνεε πολύ βαθιά γι αυτό και οι επιλογές μου ήταν και είναι πολύ αυστηρές γιατί ακριβώς δεν ήθελα ποτέ να νιώθω τον καταναγκασμό του επαγγελματία της τέχνης.
Πότε ένα έργο σας είναι τέλειο; πότε εσείς το αναγνωρίζετε; Σας ρωτάω γιατί ξέρω ότι είστε πολύ αυστηρή με τον εαυτό σας.
Α! εγώ ποτέ δεν αναγνωρίζω ότι ένα έργο μου είναι τέλειο. Ειδικά στην αρχή όταν έβγαινα από το στούντιο πάντα έβγαινα και ήμουνα στενοχωρημένη. Έλεγα ότι είχα κάνει το 60% από ό,τι ήθελα να κάνω. Στην ταινία «Περιπλάνηση» για παράδειγμα θυμάμαι ότι δεν πήγα καν στο μοντάζ γιατί νόμιζα ότι μπορεί να είναι χάλια. Η επιβεβαίωση έρχεται με το χρόνο. Εγώ όμως αισθάνομαι πάντα ότι είναι η πρώτη φορά, νιώθω αυτό το δημιουργικό άγχος, τη δημιουργική ευθύνη και την αβεβαιότητα για το αν θα μπορέσω να είμαι εντάξει μέσα σ’ αυτό το καινούργιο. Γι’ αυτό λοιπόν λέω ότι δεν είμαι επαγγελματίας, υπάρχουν πολλοί επαγγελματίες κινηματογράφου που έχουν γράψει ατελείωτες σελίδες μουσικής. Εγώ δεν έχω σπουδάσει μουσική κινηματογράφου. Υπάρχει μια αντίστιξη σε αυτό που κάνω αλλά ζητώ κάτι βαθύτερο. Και δεν περιγράφω, δεν μου αρέσει η περιγραφική τέχνη ούτε στη μουσική, ούτε στο θέατρο, ούτε πουθενά. Αναζητώ κάτι βαθύτερο, κάποια βαθύτερη αλήθεια. Το βρίσκω λίγο να περιγράφεις κάθε φόρα αυτό που λέει ο συγγραφέας ή να περιγράφεις αυτό που κάνει ο σκηνοθέτης. Είναι κάποια πράγματα που δεν εξηγούνται, και δόξα τον Θεό χαίρομαι που δεν εξηγούνται γιατί τότε θα ήταν πολύ βαρετή ζωή. Ενώ είναι τόσο ωραίο να ψάχνομαι!
Σημασία έχει να είναι η μουσική τι; λυτρωτική για παράδειγμα;
Όχι δεν έχει καμία σημασία, σημασία έχει αυτός που γράφει τη μουσική να είναι αυθεντικός και αληθινός, να έχει μια στόφα αλήθειας μέσα του. Δηλαδή ο διάλογος που έχει με το αντικείμενο το οποίο τον ερεθίζει θα πρέπει να είναι πραγματικά αληθινός. Δεν βγαίνει διαφορετικά κάτι άλλο. Δεν αρκεί η τεχνική, δεν αρκεί η γνώση. Χρειάζεται ένας βαθύς ειλικρινής διάλογος με αυτό που έχεις να αντιμετωπίσεις. Έγραψα την μουσική για την θεατρική παράσταση «Το γλυκό πουλί της νιότης» που μου ζήτησαν η Νικαίτη Κουντούρη και η Κάτια Δανδουλάκη. Και τώρα ακόμη σε αυτή την ηλικία που είμαι είχα άγχος. Αυτά όμως γίνονται μαγικά. Βυθίζεσαι μες στο έργο και μια μέρα κάθεσαι στο πιάνο και τα βρίσκεις όλα. Και τώρα που θα γράφω τη μουσική για τους «Πόθους κάτω από τις Λεύκες» πάλι το ίδιο δημιουργικό άγχος και την ίδια ανησυχία έχω. Αυτό νομίζω ότι είναι το όπλο μου, η σιγουριά δεν είναι καλό πράγμα.
Θα ήθελα να μου πείτε πως γράψατε το πρώτο σας θέμα.
Από την πρώτη στιγμή που έβαλα τα χέρια μου στο πιάνο αυτοσχεδίαζα. Ήμουν το πρόσωπο που περνούσαν ωραία οι φίλοι του. Όταν ήμουν μικρή μέναμε δίπλα σε ένα καλοκαιρινό σινεμά και από τα παράθυρα βλέπαμε τις ταινίες. Είχα δει θυμάμαι τότε την «Άννα Καρένινα» σε ηλικία οκτώ ετών. Η μουσική υπήρχε μέσα μου δηλαδή εγώ αυτοσχεδίαζα για την «Άννα Καρένινα». Οι αυτοσχεδιασμοί όμως αυτοί «έφευγαν στον αέρα». Όταν ήμουν όμως 16 ετών εμπνεύστηκα από ένα ποίημα του Ελύτη και τότε έγραψα ένα θέμα. Οι πολύ κοντινοί μου, μου είπαν ότι «αυτό είναι πολύ ωραίο» οπότε είπα να μην το χάσω. Έτσι λοιπόν το ηχογράφησα. Είχαμε πάρει τότε τα πρώτα μαγνητοφωνάκια με τις πομπινούλες, αφού το έγραψα εκεί στο μαγνητοφωνάκι ύστερα κάθισα και το άκουσα και το έγραψα στο χαρτί. Οπότε κατοχυρώθηκε! Αυτή ήταν η πρώτη μου σύνθεση που δεν ήταν έπεα πτερόεντα αλλά κάτι που δεν το άφησα να φύγει όπως έκανα όλα τα προηγούμενα χρόνια. Έτσι λοιπόν, έπαιζα αυτή τη σύνθεση αφού την έμαθα καλά και καλούσα τους φίλους μου να την ακούσουν – κάποιοι από τους οποίους σήμερα είναι πολύ σημαντικοί άνθρωποι. Μετά από τις σπουδές μου στην Ελλάδα συνέχισα στην Γαλλία με υποτροφία και έτσι άρχισα να κάνω αυτό που ονειρευόμουν. Σπούδασα διεύθυνση ορχήστρας και ενορχήστρωση. Ήδη όμως έγραφα μουσική. Δεν έχω διδαχτεί σύνθεση. Όταν γράφεις μουσική «φεύγει» αυτό που διδάσκεσαι.
Πότε γράφει κανείς; στα εύκολα ή στα δύσκολα; στη χαρά ή στη λύπη; τι μετουσιώνεται σε έμπνευση;
Σίγουρα στην χαρά όταν είσαι δεν κάθεσαι να γράψεις. Βέβαια μπορεί να είσαι πάρα πολύ ισορροπημένος, πολύ θετικός, πολύ ευτυχισμένος και να πρέπει να γράψεις μουσική για ένα έργο. Όταν έγραψα για παράδειγμα μουσική για το «Λιβάδι που δακρύζει» δεν ήμουν δυστυχισμένη. Όμως για να γράψεις κάτι το οποίο εκπέμπει μελαγχολία, απελπισία ή οτιδήποτε άλλο ανακαλείς πράγματα μέσα σου. Έχει τη δύναμη το θέμα να σε επηρεάσει. Για να μπορώ να εκφράσω τόσο δυνατά συναισθήματα απώλειας χωρίς να το ξέρω σίγουρα ανακαλούσα μέσα στη μνήμη μου και βυθιζόμουν σε αντίστοιχα δικά μου βιώματα.
Ποιες αγάπες έχετε ζήσει από τον κόσμο σε όλο τον κόσμο; πως έχετε επικοινωνήσει άραγε στον πλανήτη με τη μουσική σας; τι σας λένε; τι εισπράττετε;
Μου συμβαίνει κάτι το θαυμάσιο: Είτε στη Σικελία βρίσκομαι που είναι πολύ θερμοί οι άνθρωποι εκεί, είτε στην Σκωτία για παράδειγμα το κοινό είναι εκπληκτικά θερμό. Όπως στη Γερμανία, συγκεκριμένα στην Φρανκφούρτη το 2008, που συμμετείχα σε ένα υπέροχο φεστιβάλ, έζησα ένα κοινό που δεν το είχα ζήσει πουθενά! Και εκεί ήταν Γερμανοί. Ανακάλυψα ότι σε όλα τα μήκη και τα πλάτη οι άνθρωποι συνομιλούν με τον ίδιο τρόπο όταν πρόκειται για τη μουσική. Θα αναφέρω ένα ακραίο παράδειγμα στην Ιαπωνία, που έχω πάρα πολλούς φίλους και έχω δώσει συναυλίες εκεί, εκεί που έχει τύχει να υπογράφω αυτόγραφα για τέσσερις ώρες μετά τις συναυλίες μου. Έρχονταν όλοι να φωτογραφηθούν μαζί μου και μου έλεγαν υπέροχα λόγια όπως «μου αλλάξατε τη ζωή», αυτό θα το ξεχάσω ποτέ γιατί μου το είπε ένα κορίτσι είκοσι ετών. Η μουσική είναι μια παγκόσμια γλώσσα. Είμαι πάρα πολύ τυχερή που διάλεξα αυτή τη γλώσσα για να μιλήσω. Έχω φίλους παντού.
-Πως ξεκίνησε η μουσική για το θέατρο και πως εξελίχθηκε μέσα σας όλα αυτά τα χρόνια που έχετε γράψει μουσική για το θέατρο;
Έγραψα μουσική για το θέατρο το 1975, τότε ήμουν με το ένα πόδι στη Γαλλία και με το άλλο εδώ. Το παιδάκι μου ήθελε να επιστρέψουμε, ήθελε να ζήσει στην Ελλάδα με τους παππούδες του, εν τω μεταξύ έγινε και η μεταπολίτευση και άρχισα και εγώ να μετακινούμαι προς τα εδώ. Τότε κυκλοφόρησε και ο δίσκος μου με τη Μαρία Φαραντούρη που ήδη είχε γραφτεί το 1972, η «Μεγάλη αγρυπνία». Τότε με γνώρισε πολύς κόσμος και αρχίσαν διάφορες προτάσεις. Τότε ήρθε μια πρόταση από έναν κύριο που τώρα πια τον γνωρίζουμε όλοι: τον κύριο Σταύρο Τουφεξή οποίος διέπρεπε τότε στην Γερμανία. Ο Σταύρος μου ζήτησε να γράψω μουσική για το θέατρο. Του είπα τότε ότι εγώ δεν είχα κάνει μουσική για το θέατρο. Του άρεσαν οι εισαγωγές και οι ενορχηστρώσεις μου στο δίσκο με τη Φαραντούρη. Την ίδια εποχή οι σκηνοθέτες του σινεμά όπως ο Κακογιάννης και Κούνδουρος μου έλεγαν ότι θα γράψω μουσική για το σινεμά. Τελικά έγραψε μουσική για το θέατρο. Βρήκα μουσικούς που έπαιξαν μουσική ζωντανά στο θέατρο. Πήρα τότε πολύ καλές κριτικές. Στη συνέχεια έκανα και άλλα θεατρικά. Συνεργάστηκα με τον Σπύρο Ευαγγελάτο σε ένα πολύ ωραίο έργο και μπήκα στο θέατρο γιατί με πιστέψανε. Επίσης τότε έγραφα μουσική και για την τηλεόραση τότε που η ΕΡΤ έκανε αριστουργήματα. Έτσι άρχισε να με εμπιστεύεται ένα νέο παιδί τότε στο σινεμά ο Χριστόφορος Χριστοφής και έγραψα τη μουσική στην ταινία «Περιπλάνηση». Εκείνη η δουλειά έκανε αίσθηση και το 1982 έγραψα μουσική για την ταινία «Ρόζα» και έτσι άρχισε η συνεργασία μας με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο.
Τι γίνεται με τη σύνθεση της μουσικής όταν αλλάζει και ο σκηνοθέτης; αλλάζει και η κατεύθυνσή σας ή παραμένετε πιστή μόνο στο κείμενο;
Μου έχει τύχει να κάνω τον «Γλάρο» με τον Ζυλ Ντασσέν και τον «Γλάρο» με τον Αντώνη Αντύπα. Και ήταν διαφορετικές μουσικές, βέβαια υπήρχε το άρωμα του έργου, υπήρχε το άρωμα της Ρωσίας, Το άρωμα του Τσέχωφ αλλά τα πράγματα ήταν διαφορετικά, οι μουσικές ήταν εντελώς διαφορετικές. Είναι θέμα προσέγγισης του σκηνοθέτη. Ο σκηνοθέτης φωτίζει και αυτός πράγματα. Έτσι δεν είναι;
Μπορείτε να μου περιγράψετε πως γράφτηκε ένα θέμα για μια παράσταση ή για μια ταινία; να μου πείτε μια ιστορία;
Αυτή η διεργασία είναι πάντοτε επώδυνη, Όταν δουλεύεις πάνω σ’ ένα έργο πρέπει να σε διακατέχει μια σκιά από ανασφάλεια του πως θα διεισδύσεις στο έργο, του πως θα διεισδύσεις στις προθέσεις του σκηνοθέτη και βεβαίως το να γνωρίσεις τα πρόσωπα τα οποία ενσαρκώνουν κάθε φορά. Όταν έγραφα για παράδειγμα τον «Μελισσοκόμο» είχα στο μυαλό μου το πρόσωπο του Μαρτσέλο Μαστρογιάννη. Γράφω τώρα μουσική για το έργο «Πόθοι κάτω από τις λεύκες» που σκηνοθετεί ο Αντώνης Αντύπας στο Εθνικό Θέατρο το οποίο είναι συγγενικό με την τραγωδία. Είναι ένα πολύ σπουδαίο έργο, υπάρχει μια μεγάλη σκηνή μέσα σε αυτό το έργο σαν τον χορό της αρχαίας τραγωδίας. Είναι οι γείτονες καλεσμένοι για να γλεντήσουν την γέννηση του παιδιού, καταλαβαίνεις τώρα με τι πικρόχολο τρόπο και πόσο υπόγεια υποδαυλίζεται η ιστορία ότι δεν είναι δικό του παιδί. Εκεί λοιπόν υπάρχει ένας υπέροχος βιολιστής, ο Κώστας Λώλος, που αγαπάει τη δική μου δουλειά και του Αντώνη και είναι κάθε μέρα στην πρόβα. Εγώ ήδη έχω κάνει τα τρία χορευτικά θέματα τα οποία θα χορογραφήσει η χορογράφος Σταυρούλα Σιάμου και παράλληλα δουλεύω για την ψυχή του έργου και έχω στούντιο τον Δεκέμβριο – εμένα μου αρέσει να τα ετοιμάζω όλα από πριν, μου αρέσει να πιέζομαι. Ναι μεν έχω άγχος αλλά και ανασφάλεια αλλά δε μου αρέσει τα πράγματα να τα αφήνω στο τέλος και ξέρω ότι όταν έχω βάλει ημερομηνίες και προγραμματισμό έρχεται πάντοτε η έμπνευση, δεν εγκαταλείπει.
Εδώ και πολύ καιρό έχει έρθει στην Ελλάδα και με έχει βρει ένας πολύ σπουδαίος θεατράνθρωπος από την Γαλλία ο οποίος είναι καλλιτεχνικός διευθυντής στο La Colline του théâtre national στο Παρίσι. Ο Wajdi Mouawad είναι καλλιτεχνικός διευθυντής, είναι σκηνοθέτης, και συγγραφέας, Έχει γράψει 19 θεατρικά έργα και είναι επίσης πολύ καλός ηθοποιός. Αυτός ο πολύ σπουδαίος άνθρωπος γράφει ακούγοντας τη μουσική μου. Τώρα γράφει ένα καινούργιο έργο και δουλεύω πάνω σε αυτό. Είμαστε σε συνεχή επαφή. Θα ξαναπάω στο Παρίσι και αυτό θα είναι το εναρκτήριο και του χρόνου. Αυτή είναι η διαδικασία, γράφει το έργο ακούγοντας τη μουσική μου ενώ μιλάμε συνεχώς.
Ποια δυνατότητα σας δίνει το θέατρο για να δουλέψετε;
Είναι μια συνάντηση με την σκέψη και τα βιώματα ενός άλλου καλλιτέχνη, δηλαδή του συγγραφέα. Τον συγγραφέα μπορείς να μην τον συναντήσεις ποτέ πραγματικά, τον συναντάς όμως μέσα από τη δουλειά του. Είναι πάρα πολύ γοητευτικό το ταξίδι αυτό στο θέατρο διότι αυτό το ταξίδι πότε σε πάει στην Αγγλία στον Σαίξσπηρ, πότε σε πάει στην Ρωσία στον Τσέχωφ, πότε σε πηγαίνει στην Ιταλία στον Γκολντόνι. Σε πηγαίνει σε διάφορα μέρη κάθε φορά όμως υπάρχει ένα στοίχημα: το να μπορέσεις να «συναντηθείς» με τον συγγραφέα και το ενδιαφέρον στοιχείο εδώ είναι ότι υπάρχει ο μεσάζων που είναι ο σκηνοθέτης. Το θέατρο μου αρέσει γιατί είναι μια συλλογική δουλειά. Έχεις να κάνεις με τις ανάσες των ανθρώπων. Είναι ο συγγραφέας που ανασταίνεται μέσα από το έργο του, έχεις να κανείς με τον σκηνοθέτη, έχεις να κάνεις με τους ηθοποιούς, με το πως χτίζεται κάτι, το βιώνεις λίγο-λίγο. Όλα αυτά είναι υπέροχα πράγματα. Είμαι επίσης πολύ ευτυχισμένη που έχω γράψει και μουσική για το ελληνικό θέατρο.
Ποια είναι η πιο σπουδαία αξία στη ζωή για εσάς;
Η ανθρωπιά με ότι συνεπάγεται αυτό. Και το μεγάλο όπλο για να είναι κανένας ισορροπημένος θετικός είναι να νιώθει αγάπη για τα πάντα. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, καταρχήν είναι δημιουργικό και είναι πάρα πολύ καλό για εμάς τους ίδιους, όταν νιώθουμε αγάπη κερδίζουμε, εμπλουτιζόμαστε ως άνθρωποι. Είναι πάρα πολύ σημαντικό το να μπορείς να έχεις εύνοια για τον απέναντι σου και να είσαι ικανός να προσφέρεις και να δίνεις. Καλοσύνη και δικαιοσύνη μαζί δηλαδή αυτό είναι η ανθρωπιά για μένα έχει μεγάλη σημασία να είμαι πολύ εντάξει απέναντί στους ανθρώπους. Μου αρέσει να αφήνω το αποτύπωμα του ανθρώπου που είναι πάρα πολύ εντάξει.
Τι σημαίνει ευτυχία; ποιος είναι ο ευτυχισμένος άνθρωπος; Τι είναι αυτό που τον ορίζει;
Το να μπορείς να αγαπάς! Τότε είσαι ευτυχισμένος! Αυτό σε κάνει τον πιο πλούσιο άνθρωπο στον κόσμο.
Ποιοι είναι οι ήρωες σας;
Οι ήρωες μου ήτανε από μικρό παιδί οι μεγάλοι καλλιτέχνες, αυτοί που μπορούν να δημιουργήσουν, που έχουν ένα μεγάλο Ψυχικό απόθεμα μέσα τους. Ο πρώτος μου ήρωας ήταν ο Μπετόβεν. Τότε ήμουν οκτώ ετών και στο δωμάτιό μου είχα κολλήσει χαρτάκια με αποφθέγματα του με αυτά που έλεγε. Έχει πει λοιπόν ότι «η θέληση είναι η δύναμη στη ζωή μου». Ο ήρωας μου ήταν κουφός. Από μικρό παιδί έμαθα ότι όταν επιμένεις, όταν θέλεις κάτι πολύ δεν υπάρχουν εμπόδια και αυτό. Έχω πάντα στο μυαλό μου το αποφασιστικό παράδειγμα με τον Μπετόβεν, όταν διάβαζα ότι έχει διευθύνει την ενάτη συμφωνία δεν μπορούσε να ακούσει τα χειροκροτήματα του κόσμου και τον γυρίσανε. Αυτό για μένα ήταν ένα μάθημα ζωής. Δεν είναι μόνο οι μεγάλοι καλλιτέχνες οι ήρωες μου, καμιά φορά οι ήρωες είναι και οι καθημερινοί άνθρωποι, οι απλοί άνθρωποι οι οποίοι με καθαρότητα έχουν προχωρήσει στη ζωή τους. Ο πατέρας μου για μένα ήταν ένας ήρωας γιατί ξεκίνησε από μια αγροτική οικογένεια κανένας τότε δεν ήθελε να σπουδάσει, εκείνος πήγε μόνος του στο πανεπιστήμιο έγινε μαθηματικός, δεν είχε χρήματα να αγοράσει τα συγγράμματα και τα αντέγραφε με το χέρι, έκανε ό,τι δουλειές μπορεί κανείς να φανταστεί για να βγάλει πέντε δεκάρες για να μπορέσει να σπουδάσει. Ο πατέρας μου για μένα ήταν το μεγάλο παράδειγμα της θέλησης και της πειθαρχίας. Έγινε ένας υπέροχος μαθηματικός- φαινόμενο μαθηματικού- έγινε καταπληκτικός λυκειάρχης και άφησε εποχή. Με τέτοια παραδείγματα εγώ έχω προχωρήσει.
Μου αρέσει πάρα πολύ το μότο της ECM, της εταιρείας που συνεργάζεστε εδώ και πολλά χρόνια: “ο καλύτερος ήχος μετά τη σιωπή”, πείτε μου τι σκέφτεστε γι αυτό;
Αυτός είναι ένας πολύ σοφός τίτλος είναι ένα πολύ σοφό μότο. Αυτό το μότο ήταν θεϊκό γιατί η σιωπή τα περιλαμβάνει όλα και δεν μπορείς παρά να υποκλιθείς στη σιωπή. Η σιωπή είναι όλα τα πράγματα που αγγίζουν όμορφα τη φύση.
Πληροφορίες
0000-00-00 – 0000-00-00