Η Μέρα Μετά: Πένυ Φυλακτάκη

Ήταν τα γενέθλια της σήμερα. Φόρεσε το γιορτινό διαπνέον φόρεμα της, έφτιαξε τα μαλλιά της και κοίταξε το εξωτερικό θερμόμετρο. 28°Κελσίου. Όπως έπρεπε. Ασφαλής και σήμερα.

Κάθισε στον υπολογιστή και ρύθμισε την κάμερα. Το messenger είχε πάρει φωτιά, τα twits κελαηδούσαν, ο φίλος της είχε ήδη ανεβάσει στο Instagram ένα T-shirt του που έγραφε «Χρόνια πολλά μαζί, μωρό μου». Δεν ήξερε πόση ώρα πέρασε να απαντάει στα μηνύματα,να στέλνει καρδούλες στα gif και στα φλασάκια που έπεφταν βροχή. Τέσσερις ομαδικές βιντεοκλήσεις- το πάρτυ είχε ανάψει. Ένιωθε την αγάπη όλων να την πλημμυρίζει από κάθε γωνιά της γης.

Ακόμα εκεί θα κάθονταν αν δεν χτυπούσε το κουδούνι. Κοίταξε από το ματάκι της πόρτας-κανένας. Φόρεσε τη γιορτινή της μάσκα με τις παγιέτες, τα φωσφοριζέ γάντια της και άνοιξε προσεχτικά. Στο κατώφλι είχε ένα δέμα.

Δέμα.

Πλησίασε το κινητό της επάνω στο κουτί με ανοιχτή την εφαρμογή για ανίχνευση ιογενών σωματιδίων. Η οθόνη πρασίνισε-καθαρό. Το πήρε μέσα και το άνοιξε.

Τι ήταν αυτό;

Κόκκινο σαν λιωμένο ζαχαρωτό. Ρευστό και μαλακό, έπαιρνε το σχήμα της γαντοφορεμένη της παλάμης. Το ζούληξε. Έβγαλε έναν υπόκωφο ήχο σαν βαθιά θάλασσα. Το γύρισε ανάποδα- όλες οι πλευρές του ήταν ίδιες. Ζουμερές και προκλητικές να τις δαγκώσεις. Μύριζε γέλιο, ζεστή ανάσα και αναστεναγμό.

Διάβασε το καρτελάκι που ήταν δεμένο επάνω του με μια χρυσή κλωστή. «Φιλί»

Ήταν ένα φιλί.

Της το είχε περιγράψει η μαμά της. Ήταν κάτι που κυκλοφορούσε πολύ, όταν η ίδια ήταν πολύ μικρή. Μετά πέρασε η μόδα φαίνεται, μόνο στα βραδινά παραμύθια διάβαζε γι αυτό και σε παράνομα site που γρήγορα έκλειναν με κρατικές καταγγελίες.

Το περιεργάστηκε ώρα πολύ. Το έπαιζε στα χέρια της σαν πλαστελίνη ακόμα κι όταν κατέβαινε τις σκάλες. Άνοιξε την εξώπορτα και το ξανακοίταξε έτσι όπως λαμπύριζε επάνω του το φως του ήλιου.

Ύστερα, επειδή δεν ήξερε τι να το κάνει, το πέταξε στον Κοινοτικό Κάδο Ύποπτων Αντικειμένων.

Έξω ήταν πάντα 28°Κελσίου. Όπως έπρεπε.

Μετάβαση στο περιεχόμενο