Παρασκευή 10 Απριλίου, 4.57 ξημερώματα, έχω καθίσει να γράψω κι εγώ κάτι γι’ αυτόν τον τίτλο.
Σήμερα, δηλαδή χτες, έτσι για αλλαγή, στη διάρκεια του ημερήσιου προαυλισμού μου στη βεράντα της Βαλτετσίου, κάθισα σε διαφορετική καρέκλα από αυτή που κάθομαι συνήθως – κέντρο δεξιά του τραπεζιού (το αναφέρω γιατί μια ελάχιστη διαφοροποίηση στη ρουτίνα με βοηθά να ξεχωρίσω τις 10 από τις 9 και μάλλον τις 11 Απρίλη).
Ο τίτλος λοιπόν εμπεριέχει μια υπόσχεση μέλλοντος.
Και μια υπενθύμιση. Πως προηγείται ένα «τώρα».
Αυτές τις παράξενες μέρες – τις όχι το ίδιο ζόρικες, όχι το ίδιο μοναχικές ή τρομαχτικές για όλους – το «τώρα» είναι παρόν σε όλο του το μεγαλείο. Ένα παρατεταμένο, αξεδιάλυτο, αμήχανο παρόν, μια ωραία μέρα στρογγυλοκάθισε χαιρέκακα πάνω στην κοιλιά της άνοιξης. Μπίνγκο.
Ένα παρόν που δεν διεκδικεί πια τη θέση του σαν στριμωγμένο αποπαίδι-σάντουϊτς ανάμεσα στο μέλλον που κυνηγάω και το παρελθόν που αναπολώ. Την επιβάλλει.
Ο ενεστώτας διαρκείας επιβάλλεται με πραξικόπημα ως ο μόνος χρόνος που δικαιούμαι να υπάρχω.
Στην αρχή προσπάθησα να δηλώσω υπακοή και συμμόρφωση στο καθεστώς, να “make the most of it” – φοβάμαι πως στο βάθος είμαι μια ακίνδυνη, αγχώδης κονφορμίστρια: ξανάπιασα το διδακτορικό μου (γελάνε οι φίλοι μου και οι πέτρες), άρχισα να δουλεύω τα θεατρικά μου πρότζεκτς κόντρα στην αβέβαιη πρεμιέρα τους, ξέθαψα ένα στρώμα γιόγκας και ξεκίνησα γυμναστική στο youtube με την fitness coach Τζώρτζια, έφτιαξα σπιτικές μάσκες προσώπου με βάση το ελαιόλαδο, είπα να ξεσκονίσω τα ανύπαρκτα γαλλικά μου στο Frantastique, μάρκαρα στο καλεντάρι σεμινάρια, zoom meetings, open calls, παραστάσεις online, έφτιαξα λίστες, κι άλλες λίστες, μου πέρασε από το μυαλό ακόμα και να κόψω το κάπνισμα – να η ευκαιρία. Δεν τα πήγα πολύ καλά. Είχα την πολυτέλεια αλλά δεν άδραξα τη μέρα.
Αλλά ο ενεστώτας διαρκείας είναι ένας πολύ συγκαταβατικός, συγχωρητικός δυνάστης, τελικά.
Είναι οκ με τις προθεσμίες που δεν θα προλάβω, τα emails που δεν θα απαντήσω, τα ξεφτισμένα μου μπλε νύχια, το μυαλό μου σε αντιπαραγωγικό βραχυκύκλωμα, το εικοστό βιβλίο που ξαναφήνω στη μέση, το πρωινό ξύπνημα στη μία το μεσημέρι, την πόρτα του ψυγείου που κρέμασε (κι άλλο) από το πολύ άνοιξε-κλείσε.
Το πραξικόπημα προφανώς δεν θα διαρκέσει για πάντα, λίγα είναι τα ψωμιά του δυνάστη, μας το έχει δείξει η Ιστορία. Θα τον ρίξουμε, θα αναδυθούμε ξανά. Βέβαια, αν το καλοσκεφτείς, για όσο χώρο μας στερεί ο δυνάστης, άλλο τόσο χρόνο μας επιστρέφει. Αλλά για στάσου, αυτά τα δυο μαζί δεν πάνε;
Χωροχρόνος.
Πρώτη φορά η υπόστασή του σε νέο συσχετισμό δυνάμεων.
Για παράδειγμα. Από τη βεράντα στον τέταρτο, μέχρι χτες (προ Δυνάστη εποχή), έρχεται σαρωτική η βοή του πεζόδρομου της Βαλτετσίου. Σήμερα, κάνουν πουλάκια τ’ αυτιά μου.
- Ακούς το τιτίβισμα;
- Ναι, το ακούω.
- Πότε ήρθαν τα πουλιά;
- Νομίζω πάντα εδώ ήταν.
- Όχι, δεν ήταν. Πρώτη φορά τα ακούω.
- Εδώ ήταν. Τα σκέπαζαν οι φωνές από τις παρέες στα τραπεζάκια των καφέ, από τους Χάρτες μέχρι τη Σουσουράδα.
Η Μέρα Μετά. Στον χάρτη του κόσμου, σουσουράδες και άνθρωποι συλλαλούν μια νέα, αφόρητα όμορφη γλώσσα στα τραπεζάκια της Βαλτετσίου. Ακούς;