Ένας από τους πιο αγαπητούς ηθοποιούς, από αυτούς που κουβαλούν το ταλέντο, την εργασιομανία τους και τη θετική τους διάθεση σε κάθε δουλειά που βρίσκονται ― μικρότερης ή μεγαλύτερης εμβέλειας. Ένας καταπληκτικός συνεργάτης και ένας χαμογελαστός άνθρωπος: ο Νίκος Ψαρράς.
Ξεκινώντας από την πρώτη μέρα της πρόβας μέχρι την παράσταση, έχεις κάποια μέθοδο που δουλεύεις;
Έχω ναι. Έχω μία μέθοδο την οποία έμαθα στην Αμερική. Στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, απ’ όπου αποφοίτησα, είχα υπέροχους δασκάλους, αλλά ο καθένας με τον τρόπο του προσπαθούσε να μας δώσει την εμπειρία του. Από την εμπειρία του, δηλαδή, να μας δείξει τι έχει μάθει ο ίδιος. Στην Αμερική τα πράγματα είναι πολύ πιο βατά, από την άποψη ότι έχουν κάτσει και έχουν κάνει μια πολύ συγκεκριμένη μέθοδο, αναλόγως σε ποια σχολή θα πας. Όλοι έχουν ως αρχή τον Στανισλάφσκι. Και όλοι ψάχνουν να βρουν την αλήθεια από διαφορετικά μονοπάτια. Εγώ, όταν πήγα στην Νέα Υόρκη την πρώτη χρονιά ήμουν σε τρεις σχολές. Στο HBC studio, με την Uta Hagen, στην Stella Adler Conservatory, όπου έκανα υποκριτική κινηματογράφου, και στο Nebohod Playhouse, όπου έκανα Meissner. Είναι τρεις μέθοδοι, φαινομενικά διαφορετικές, αλλά η ουσία είναι η ίδια. Ξέρω δηλαδή, ψάχνοντας έναν ρόλο, από το Α μέχρι το Ω, πώς να τον χτίσω. Πώς να φτιάξω το παρελθόν του, πώς να φτιάξω έναν χαρακτήρα. Αλλά μου το έμαθαν εκεί.
Πιστεύεις ότι όντας σε μία χώρα που είμαστε «απείθαρχοι» είναι δύσκολο να μάθει κανείς την πειθαρχία στη δουλειά του;
Η πειθαρχία είναι απαραίτητη στη δουλειά μας. Εγώ και στις σχολές που έχω διδάξει στο παρελθόν, και σε ένα σεμινάριο που κάνω τώρα, τους δίνω ως παράδειγμα τους χορευτές. Οι χορευτές κάθε μέρα πρέπει να κάνουνε practice. Αλλιώς δεν μπορούνε να χορέψουν έναν ρόλο ξαφνικά. Δεν μπορείς να την αφήνεις, λοιπόν, τη δικιά μας τη δουλειά. Γιατί δυόμιση μήνες που θα σου δοθούν το καλοκαίρι, παραδείγματος χάριν, για την Επίδαυρο, δεν είναι αρκετοί. Το σώμα σου πρέπει να γυμνάζεται, η φωνή σου πρέπει να γυμνάζεται, το μυαλό σου, τα ερεθίσματά σου. Να βλέπεις πολύ θέατρο. Και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό όταν μπορείς. Γιατί μέσα από τις δικές σου εμπειρίες και από τα δικά σου φίλτρα, και την δικιά σου προσωπικότητα, θα περάσει ο ρόλος.
Πώς χτίζεις έναν ρόλο;
Το πιο σημαντικό για εμένα είναι να δω το παρελθόν του ρόλου. Αυτός ο άνθρωπος που καλούμαι να υποδυθώ, από πού προέρχεται, τι κοινωνικές συναναστροφές είχε, και στο παρελθόν, τι είδους οικογένεια, τι θρησκεία, κλπ. Όλα αυτά συνθέτουν μια προσωπικότητα. Και πολλά άλλα ερωτήματα. Ποιος είναι ο στόχος της ζωής του; Τι θέλει πάνω στη σκηνή; Τι κάνει για να το αποκτήσει; Όλα αυτά συνθέτουν μια προσωπικότητα, η οποία δεν έχει καμία σχέση με τον Νίκο. Και όταν υπάρχουν καταστάσεις που μου είναι άγνωστες, υπάρχει στην υποκριτική ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο, που λέγεται «αντικατάσταση», όπου αντικαθιστάς αυτά που συμβαίνουν στον χαρακτήρα με δικά σου βιώματα. Ότι κάνουμε εκεί πάνω πρέπει να είναι προσωπικό. Πρέπει να μας αφορά. Πρέπει να καιγόμαστε. Γιατί όταν εμείς καιγόμαστε και μας αφορά αυτό που κάνουμε, τότε ενδιαφέρει και αυτόν που μας βλέπει.
Εργαλείο ή συνδημιουργός;
Συνδημιουργός. Υπάρχουν πολλοί σκηνοθέτες, και πολύ ωραίοι σκηνοθέτες, και πετυχημένοι, οι οποίοι προσπαθούν να σου επιβάλλουν κάτι. Η δικιά μας η δουλειά είναι να προσπαθήσουμε να βρούμε χώρο, μέσα σε αυτή την επιβολή και σε αυτή την επιθυμία, να τα δικαιολογήσουμε όλα αυτά. Γιατί πολλοί σκηνοθέτες σου δίνουν το αποτέλεσμα. Σου λένε θέλω να κάνεις αυτό. Η δικιά μας η δουλειά λοιπόν, είναι αυτό, να το δικαιολογήσουμε και να το υποστηρίξουμε. Να φτιάξουμε δικές μας ιστορίες. Αλλά εγώ είμαι υπέρ να υπάρχει σαφέστατα ένα όραμα από τον σκηνοθέτη και ένα σύμπαν μέσα στο οποίο θα κινηθούμε, αλλά είμαι ικανός να προτείνω πράγματα. Γιατί το δικό του ένστικτο είναι πάντα διαφορετικό από ενός ηθοποιού. Του σκηνοθέτη, εννοώ. Και πολλές φορές ένας σκηνοθέτης εκπλήσσεται από πράγματα που του προτείνεις που δεν τα είχε σκεφτεί ο ίδιος. Πρέπει να υπάρχει λοιπόν ο χώρος της πρότασης. Σαφέστατα.
Νίκο επειδή έχεις σπουδάσει την αμερικάνικη μέθοδο υποκριτικής, και πολλές φορές έχουμε ακούσει από ηθοποιούς του Χόλιγουντ, ότι μένουν στον ρόλο κατά την διάρκεια της δουλειάς, ότι είναι απρόσιτοι, κλπ. Σου έχει συμβεί αυτό; Έχει να κάνει με το θέατρο ή με το σινεμά; Υπάρχει διαφορά;
Για εμένα η υποκριτική είναι ίδια. Όπου και να παίξεις. Είτε παίξεις στην Επίδαυρο, είτε παίξεις σε ένα μικρό θέατρο, είτε παίξεις μπροστά σε μια κάμερα, ένας είναι ο τρόπος δουλειάς. Για εμένα. Υπάρχει ένα αστείο που λέμε «Έχω μπει στον ρόλο». Και λέμε «βγες, γιατί έχει μπει άλλος, πριν από εσένα». Σαφέστατα υπάρχουν ρόλοι, στους οποίους, όταν τελειώνεις υπάρχει μία ένταση. Θες ώρα να ηρεμήσεις, εγώ θέλω πάντα ένα δίωρο να ηρεμήσω. Δεν σημαίνει, όμως, ότι αυτό το δίωρο δεν μπορώ να μιλήσω, δεν μπορώ να δεχτώ συγχαρητήρια, ή δεν μπορώ να πάω να φάω μετά. Όχι. Ο ρόλος όταν βγουν τα ρούχα του, τελειώνει. Και μένει στο καμαρίνι.
Είσαι πολλά χρόνια ηθοποιός και έχεις δουλέψει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, σε διαφορετικές χώρες και διαφορετικά περιβάλλοντα. Όσο περνάν τα χρόνια εξελίσσεσαι μέσα από την δουλειά σου ή το αντίθετο; Είναι αλληλένδετα αυτά;
Στη δουλειά μας έχεις έναν στόχο. Να είσαι καλός. Κάθε φορά και κάθε βράδυ, γιατί αυτός που θα σου δώσει την επόμενη δουλειά, μπορεί να είναι από κάτω εκείνο το βράδυ, κι εσύ να έχεις 39 μισό πυρετό. Αλλά πρέπει, χωρίς να ξέρεις, να έχεις την αίσθηση ότι δίνεις οντισιόν. Επίσης, το άγχος που έχουμε όλοι οι ηθοποιοί στο πέρασμα του χρόνου είναι να συνεχίσουν να μας ζητάνε. Ας πούμε, όταν κάποιος ξεκινάει με ρόλους ζεν πρεμιέ, έρχεται μία φάση στα 35 του, που πρέπει να περάσει στους ρολίστες. Είναι ένα δύσκολο στάδιο, που πρέπει να το καταφέρεις. Και με τον χρόνο στο θέατρο πρέπει να είσαι συμφιλιωμένος. Δεν μπορείς να παίζεις συνέχεια τους εραστές, δεν μπορείς να παίζεις συνέχεια τα ίδια πράγματα. Πρέπει να ρισκάρεις, πρέπει να ρισκάρουν και αυτοί που σου δίνουν τους ρόλους. Και με τον χρόνο προχωράς. Αναλόγως την ηλικία σου, παίζεις αντίστοιχα πράγματα.
Η ζωή σου παραλληλίζεται με την δουλειά σου; Πειθαρχείς και στην ζωή σου;
Ε, δεν γίνεται στην ζωή σου να είσαι χαοτικός και στην δουλειά σου να είσαι πειθαρχημένος. Αλλά ξέρεις η δουλειά επειδή είναι κάθε μέρα, 22 προς 23 χρόνια πια, είναι κομμάτι της καθημερινότητας. Δηλαδή, δεν μπορείς να τα διαχωρίσεις από ένα σημείο και μετά. Σαφέστατα υπάρχουν στιγμές που θα πάω στο σπίτι, που θα κλείσω το κινητό, που θα ασχοληθώ μόνο με το παιδί μου, με την γυναίκα μου, με δικές μου δραστηριότητες, αλλά στο πίσω μέρος του κεφαλιού πάντα υπάρχει η δουλειά. Πάντα. Και πρέπει να υπάρχει.
Η σωματική σου προετοιμασία ποια είναι; Πώς δουλεύεις; Το σώμα σου εξελίχθηκε με τα χρόνια; Το δούλεψες ιδιαίτερα; Σε σχέση και με τη φωνή και το μυαλό;
Πολύ σημαντικό. Με τη φωνή, το σώμα και το μυαλό μας παίζουμε. Αυτά είναι τα τρία πρώτα υλικά, και σαφέστατα με τη ψυχή μας. Αλλά το σώμα θέλει άσκηση, ναι. Εγώ έχω κάνει πάρα πολλά πράγματα, από σπαθί, και πολύ χορό, μέχρι πάρα πολλά χρόνια γυμναστήριο, και φέτος ξεκίνησα, να κάνω κάτι που ήθελα πολλά χρόνια, αλλά δεν υπήρχε ο χώρος και ο χρόνος. Κάνω aikido. Κάνω γιαπωνέζική πολεμική τέχνη. Όλα αυτά είναι πολύ χρήσιμα. Εγώ θυμάμαι όταν κάναμε πρόβες με τον Ανατόλι Βασίλιεφ, για την Μήδεια που κάναμε στην Επίδαυρο το 2008, οι πρόβες ήταν δωδεκάωρες. το πρώτο τρίωρο, λοιπόν, ήταν ζέσταμα σώματος. Και κάναμε έναν συνδυασμό Σαολίν, Κουνγκ-φου και ΤαιΤσι, που κράταγε τρεις ώρες. Μετά δύο ώρες φωνή. Πέντε ώρες, λοιπόν. Και τότε ερχόταν ο Βασίλιεφ και έλεγε, τώρα είστε έτοιμοι να ξεκινήσουμε δουλειά. Δεν γίνεται αλλιώς. Δεν γίνεται να είσαι με το τσιγάρο και τον καφέ στην κουίντα και να βγαίνεις να παίζεις. Γιατί στην σκηνή θα φέρεις το τσιγάρο και τον καφέ. Δεν γίνεται να το παρατάς το σώμα σου. Για πολλούς ρόλους χρειάζεται να πάρεις κιλά, όπως έχω πάρει φέτος, γιατί χρειάζεται για αυτό τον ρόλο, για άλλους να χάσεις. Πρέπει να υπάρχει αυτή η ευελιξία. Πρέπει.
Όμως αυτή η προετοιμασία, δεν συμβαίνει με όλους τους σκηνοθέτες έτσι;
Όχι. Αλλά όταν έχεις ένα πεντάωρο πρόβας, είναι στο χέρι σου να έρθεις νωρίτερα να ζεσταθείς. Κανένας δεν θα σου πει όχι. Δεν μπορείς, ας πούμε, το καλοκαίρι να ξεκινήσεις πρόβα σε αρχαία τραγωδία, σε ανοιχτό θέατρο, και να μην έχει κάνει ζέσταμα φωνής. Κάποιοι, λοιπόν, κάνουν επειδή το θεωρούν απαραίτητο, κάποιοι όχι. Δεν μπορείς, όμως, εσύ, αν κάποιος το θεωρεί αυτό μείζων θέμα, να πεις όχι, να μπεις ξεκούρδιστος σε μία πρόβα. Θα χτυπήσεις την φωνή σου, δηλαδή, θα τραυματιστείς και θα το βρεις αυτό μπροστά σου. Δεν γίνεται.
Πώς τοποθετείς τον εαυτό σου μέσα σε αυτό το ετερόκλιτο σύνολο που λέγεται θέατρο;
Είναι πολύ διαφορετικά τα πράγματα τώρα, απ’ ότι ήτανε όταν ξεκίναγα αυτή τη δουλειά. Όταν ξεκινάς και είσαι νέος, και έχεις πολλά όνειρα, πρέπει καταρχάς, να ξέρεις που θες να είσαι σε αυτό το θέατρο. Τι είδους θέατρο θες να κάνεις. Με ποιες θεατρικές παρέες θέλεις να συνυπάρξεις. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό να είσαι ενήμερος και να βλέπεις πολύ θέατρο. Στο πέρασμα του χρόνου, όμως, έχεις την πολυτέλεια να μπορείς να διαλέξεις. Γιατί σου γίνονται προσφορές. Και όταν μπορείς να βρεθείς με κοινούς φίλους, με ανθρώπους που έχετε μια κοινή αισθητική, μια αγωνία για αυτή τη δουλειά και μια κοινή γλώσσα θεατρική, ε τότε νομίζω ότι είσαι ευτυχής. Έτσι είναι το θέμα πάντως. Εκτός από τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο, που τον γνώρισα εδώ καλά, με τα άλλα παιδιά έχω παίξει με όλους. Και με τον Αιμίλιο Χειλάκη, και με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη, και με τον Προμηθέα Αλειφερόπουλο. Με τον Προμηθέα στο Εθνικό ήμασταν μαζί δύο-τρία χρόνια στο ίδιο καμαρίνι. Και είναι πολύ ωραίο να βρίσκεσαι με ανθρώπους.
Τι σημαίνει για εσένα το καμαρίνι;
Χώρος προετοιμασίας, χώρος συγκέντρωσης, χώρος που αλλάζεις. Όπως για τους θεατές ξεκινάει η παράσταση από την ώρα που φτάνουν στο ταμείο, για εμάς ξεκινάει από την ώρα που φτάνουμε στο καμαρίνι. Ο χώρος σου.
Σου αρέσει κάποια στιγμή ιδιαίτερα απ΄ όλη τη διαδικασία προετοιμασίας της παράστασης;
Όλες είναι αγαπημένες. Η πιο άτσαλη, αλλά ταυτόχρονα πιο προκλητική και πιο ωραία, είναι η περίοδος των προβών. Όπου ξεκινάς ένα πράγμα το οποίο ούτε ξέρεις που θα φτάσει. Πολύ ωραία είναι η αγωνία της έναρξης, όπου πάντα υπάρχει ένα ξάφνιασμα, στις αντιδράσεις του κόσμου, ειδικά αν παίζεις κάτι κωμικό, ας πούμε. Το κοινό δεν ξέρεις ποτέ που θα γελάσει. Σε ξαφνιάζει. Μπορεί να γελάσει σε μια παύση σου, σε μια γκριμάτσα σου. Αλλά απ’ όλα για εμένα το πιο σημαντικό είναι η συνάντηση με ανθρώπους πάνω στη σκηνή. Τι έχεις να πάρεις από τον άλλο, πώς τον ακούς και τι του δίνεις πίσω. Αυτό νομίζω είναι το πιο ωραίο πράγμα σε αυτή την δουλειά. Συναντήσεις ψάχνουμε.
Και αν δεν υπάρχει σημείο συνάντησης;
Όταν δεν υπάρχει είναι αιματηρό. Είναι πολύ δύσκολο. Να προσπαθείς να επικοινωνήσεις με έναν άνθρωπο και να μην συμβαίνει. Μου έχει συμβεί πολλές φορές, δεν το συζητώ. Και με πολύ ωραίους ηθοποιούς. Να μην υπάρχει χημεία. Είναι δύσκολο. Άτσαλο πράγμα όταν συμβαίνει.
Ισχύει το ίδιο με την επιτυχία και την αποτυχία;
Μου έχει τύχει να είμαι σε παράσταση όπου γινόταν λαϊκό προσκύνημα, κι εγώ ήμουν δυστυχισμένος. Που έλεγα θεέ μου, πότε θα τελειώσει , και όταν εκείνη πήρε τρεις εβδομάδες παράταση, ήθελα να «κόψω φλέβα»… και υπάρχουν παραστάσεις, που τις αγαπάει πολύ το κοινό κι εσύ δεν περνάς καλά. Όταν όλα αυτά συνδυάζονται όμως, όταν εσύ είσαι καλά, και αυτοί που έρχονται το γουστάρουν τρελά αυτό που βλέπουν, εσύ φεύγεις από εδώ με φως.
Για εσένα που έχεις παίξει παντού, έχει διαφορά η μικρή από τη μεγάλη σκηνή;
Για εμένα όχι. Απλώς στην Επίδαυρο είναι τόσο αγχωμένοι όλοι γύρω σου που θέλοντας και μη αγχώνεσαι κι εσύ. Εγώ μία φορά μόνο στην Επίδαυρο βγήκα σε πρεμιέρα και το μυαλό μου ήταν αλλού. Όταν δύο μέρες μετά είχαμε δημοψήφισμα για ναι ή όχι στην Ευρώπη. Κι εγώ Παρασκευή και Σάββατο έπαιζα τις Τρωάδες στην Επίδαυρο με το Εθνικό Θέατρο. Δεν υπήρχε μυαλό γιατί το άλλο ήταν τόσο ισχυρό που… Αλλά είναι η Επίδαυρος άγριο πράγμα. Δηλαδή τελειώνεις και θες μια εβδομάδα να συνέλθεις, φαντάσου. Είναι όλο. Φεύγεις σαν να έχεις φάει ξύλο από όλους αυτούς τους θεατές. Φεύγεις ψόφιος. Αλλά εντάξει, το ξέρεις. Υπάρχει μια μεγάλη πρωταγωνίστρια η οποία παίζει πάρα πολύ συχνά στην Επίδαυρο, και όποτε ξανά ξεκινάει τις πρόβες λέει «όχι πάλι Επίδαυρος! Δεν αντέχω, θεέ μου! Δεν αντέχω!». Το θέλει πολύ βέβαια, από την άλλη…
Σε επηρεάζουν τα κοινωνικά θέματα, δηλαδή, στην δουλειά σου; Σε απασχολεί η κοινωνία;
Ναι με απασχολεί. Με αφορά τρελά. Αλλά κυρίως με επηρεάζει. Όπως μας επηρεάζει όλους. Εμείς κάνουμε μια δουλειά που είναι είδος πολυτελείας. Δηλαδή, ο άλλος αν δεν έχει φάει, δεν θα έρθει θέατρο. Θα προτιμήσει να φάει ένα burger, παρά να έρθει να δει εμένα. Άρα, σαφέστατα και με αφορά. Αλλά με επηρεάζει και εμένα. Με θυμώνει, με νευριάζει, με στεναχωρούν οι απεργίες, οι κλειστοί δρόμοι, οι αγχωμένοι νευρικοί άνθρωποι. Αλλά κυρίως, με στεναχωρεί που, πάντα, για αυτό που περνάμε, φταίει κάποιος άλλος. Για όλους μας. Και αυτό με λυπεί. Γιατί εγώ δεν θα πω «μαζί τα φάγαμε» αλλά θεωρώ ότι αν για μία μέρα όλοι, φερόμασταν στους άλλους, και στο κράτος, και στους συντοπίτες μας, στους πάντες, όπως θέλαμε να μας φερθούν, θα ήμασταν πολύ καλύτεροι άνθρωποι.
Τι εύχεσαι;
Για την δουλειά μου, να συνεχίσουμε να παράγουμε τόσο ωραίες παραστάσεις και με τέτοιον μεγάλο αριθμό. Κάτι σημαίνει για αυτή την πόλη. Εύχομαι να φύγουμε από αυτή την μαυρίλα που έχουμε όλοι οι Έλληνες. Να ξανανιώσουμε περήφανα ως λαός. Να έχουνε δουλειά όλοι, και να μην υπάρχει αυτή η ανέχεια και η στεναχώρια που είναι από πάνω μας τόσο πολλά χρόνια πια. Μας έχει γίνει συνήθεια, και αυτό είναι πιο τρομακτικό, ξέρεις. Όπως μας έχει γίνει συνήθεια ότι ένα φορτηγό πάει και πατάει 10-20 ανθρώπους και τους σκοτώνει και δεν σοκαριζόμαστε, πια, όπως την πρώτη φορά, έτσι δεν σοκαριζόμαστε και με τα μέτρα, και με τις περικοπές, και με τα ελάχιστα χρήματα που παίρνουμε, από την άλλη από τις απίστευτες και αφόρητες υποχρεώσεις μας. Εύχομαι αυτή η συνήθεια να φύγει από πάνω μας γρήγορα.
Δημιουργία Video: Filmcat Productions
Συνεντεύξεις