Η Ζωρζίνα Τζουμάκα είναι μια νέα δυναμική γυναίκα. Με σπουδές θεατρολογίας και Υποκριτικής ασχολείται με το θέατρο από διάφορα πόστα εδώ και αρκετά χρόνια ενώ φέτος έχει μια ιδιαίτερα δυναμική παρουσία με τρεις σκηνοθεσίες, δύο από τις οποίες είναι ελληνικών έργων.
Αυτές τις μέρες ήδη παίζεται στο θέατρο Αλκμήνη σε σκηνοθεσία της το Διαδικασίες Διακανονισμού Διαφορών του Δημήτρη Δημητριάδη.
Ποια ήταν η πρώτη επαφή σας με το έργο – εννοώ συνολικά- του Δημητριάδη;
Η πρώτη μου επαφή ήταν με το Πεθαίνω σα χώρα. Το διάβασα σε ανύποπτο χρόνο και ένιωσα ότι μου ταίριαξε, μ’ έναν τρόπο, η προφητική, σκληρή, βίαιη και σχεδόν τρυφερή γραφή του. Τη δεκαετία 1992-2002 ζούσα στο Παρίσι και ενώ παρακολουθούσα τη θεατρική δραστηριότητα της Αθήνας, – σε μια εποχή που ήταν ευκολότερο, ακόμη και από το εξωτερικό, γιατί σήμερα με την πληθώρα των παραστάσεων είναι σχεδόν αδύνατο να έχεις πραγματική εποπτεία για το τι συμβαίνει – δεν είχε τύχει να δω παράσταση έργου του. Η πρώτη που είδα ήταν ο Ευαγγελισμός της Κασσάνδρας το 2007 στους Δελφούς όπου είχα και την ευκαιρία να γνωρίσω τον Δημήτρη Δημητριάδη. Ακόμα και σήμερα, δεν έχω δει όλες τις παραστάσεις που έχουν παιχτεί στην Αθήνα, έχω διαβάσει όμως, νομίζω, όλα τα δημοσιευμένα έργα του.
Τι ήταν αυτό που σας έκανε να επιλέξετε το συγκεκριμένο έργο;
Το θέμα φυσικά. Ο έρωτας ή μάλλον το δράμα του έρωτα! Είναι ένα έργο που εξερευνά τα σκοτάδια της ανθρώπινης ψυχής και που μπορεί να μας κάνει να πιστέψουμε πως ίσως τελικά, όταν ερωτευόμαστε να πέφτουμε θύματα θεϊκής ή διαβολικής πλεκτάνης! Όταν η Βίκυ Μιχαλοπούλου, που υπήρξε αγαπημένη μου μαθήτρια στη δραματική σχολή «Θεμέλιο», και η Καλλιόπη Μανδρέκα μου ζήτησαν να τις σκηνοθετήσω για το Off off Athens στο Επί Κολωνώ, τους πρότεινα αυτό το έργο πιστεύοντας ότι, παρά τη νεότητά τους, ή μάλλον χάρη σ’ αυτήν, θα ήθελαν να αποτολμήσουν αυτήν την κατάβαση. Και όντως, το έκαναν με όλες τους τις δυνάμεις, με κέφι και πάθος.
Υπάρχουν αλλαγές από την εκδοχή που παρουσιάστηκε στο Off off Athens;
Ναι βέβαια. Κατ’ αρχάς μια αντικατάσταση. Στο ρόλο του Τόνυ είναι μαζί μας ο Δημήτρης Τσολάκης, ο οποίος παρά τον ελάχιστο χρόνο που είχε για να «καταπιεί» ένα δύσκολο και απαιτητικό κείμενο, ενστερνίστηκε με ζέση την αρχική μας πρόταση. Έπειτα, στο φεστιβάλ παρουσιάσαμε ένα πρώτο σχεδίασμα, μια πρώτη προσέγγιση των χαρακτήρων και των δραματικών καταστάσεων και βέβαια χωρίς την τελευταία πράξη του δράματος.
Σας προβλημάτισε το γεγονός ότι ο συγγραφέας είναι παρών για να κρίνει το αποτέλεσμα της δουλειάς σας;
Είναι αυτό μια δημιουργική πρόκληση ή μια αναστολή;
Καθόλου. Πριν από κάποια χρόνια, όταν ήμουν πολύ νέα, μπορεί να σου έλεγα για την ιερότητα των κειμένων, για το αδιανόητο του να προσεγγίζεις κείμενα που θαυμάζεις. Αυτό δεν ισχύει. Το θέατρο είναι δοκιμή, δοκιμασία, βάσανος. Και αυτό ισχύει για όλους τους συντελεστές μιας παράστασης. Μόνο στο σανίδι το έργο βρίσκει τελικά τον προορισμό του, και κάθε εποχή, ηλικία, χρονική συγκυρία θα του δώσει το νόημα που πάντα επιζητά. Έπειτα, είναι και το συγκεκριμένο έργο. Επειδή ως δραματολόγος έχω εντρυφήσει στην ανάλυση κειμένων ομολογώ ότι αυτό το έργο με δυσκόλεψε, υπό την έννοια ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι να το διαβάσεις. Ένα πραγματικά «ανοιχτό κείμενο» όπως θα έλεγε ο Ουμπέρτο Έκο. Τόσο ανοιχτό που σε καταπιέζει με την ελευθερία που σου προσφέρει! Αντίφαση; Σίγουρα. Πίστεψέ με, όμως, έτσι είναι. Νομίζω λοιπόν ότι κάπου ο συγγραφέας περιμένει ακόμα τους ερμηνευτές του.
Είναι ανεξέλεγκτος ο έρωτας κατά τη γνώμη σας; Ποια είναι η λειτουργία του πάθους;
Ο έρωτας είναι σίγουρα ανεξέλεγκτος. Και σίγουρα ο κάθε άνθρώπος έχει μια εντελώς διαφορετική εμπειρία την οποία επιζητά ή όχι να δει και να αναγνωρίσει στη σκηνή του θεάτρου. Κάποιοι θέλουν να βιώσουν το πάθος μέσω μιας παράστασης. Τον έλεο, τον φόβο, την μέθεξη. Κάποιοι τρομάζουν και αποζητούν πιο εύκολα θεάματα. Είναι καθαρά θέμα επιλογής. Και όλες οι επιλογές είναι σεβαστές. Ο έρωτας στο σύμπαν του Δημητριάδη είναι κάτι κακό. Ένας δαίμων. Κάτι που σε κυριεύει σαν πονηρό πνεύμα και μετά παύεις να είσαι ο εαυτός σου. Είσαι ένα πλάσμα κατοικημένο, διπλό – στην περίπτωσή μας τριπλό γιατί το έργο μιλά για ένα ερωτικό τρίγωνο –, είσαι ένα τέρας. Ένα αδηφάγο τέρας. Ζητάς από το αντικείμενο του πόθου σου τα πάντα, να το κατακτήσεις, να το κάνεις κτήμα σου, να το καταβροχθίσεις, να το έχεις ολοκληρωτικά και για πάντα δικό σου. Αλλά και εσύ με τη σειρά σου αλλοιώνεσαι, αλλοτριώνεσαι, αναλώνεσαι. Ο τόπος και ο χρόνος, όλα κτητικά, υπερμεγέθη, υπερβολικά, παράφορα. Ή αλλιώς «ο ρομαντισμός του ολόκληρου» όπως το ονομάζει η Δήμητρα Κονδυλάκη. Το αδιέξοδο του απόλυτου έρωτα. Δύσκολη συνθήκη, δύσκολη διαδικασία, δύσκολη διαπραγμάτευση και για τη ζωή και για τη σκηνή!
Η ίδια έχετε μια κυκλική λειτουργία στο θέατρο. Ηθοποιός, σκηνοθέτις, διασκευάστρια ή οργανώτρια. Ποια ιδιότητά σας κυριαρχεί; Ή πως λειτουργεί αυτή σας η δράση;
Κατ’ αρχάς στην εποχή μας θα σας έλεγα ότι δεν μπορεί εύκολα να σταθείς στο θέατρο αν δεν είσαι η ίδια οργανώτρια, παραγωγός και διακινητής της δουλειάς σου. Και έχει χρειαστεί να τα κάνω όλα αυτά! Στη συγκεκριμένη παραγωγή βέβαια όλη η ευθύνη βαραίνει την Καλλιόπη Μανδρέκα και την Βίκυ Μιχαλοπούλου. Από ‘κει και πέρα, ο σκηνοθέτης έχει τη γενικότερη επίβλεψη και ευθύνη των πάντων. Η διασκευή, δραματουργική επιμέλεια και συγγραφή κειμένων είναι σίγουρα πολύ σημαντικό κομμάτι της δουλειάς μου. Έχει να κάνει με τις σπουδές μου αλλά και με τις επιλογές μου, με το είδος του θεάτρου που αγαπώ. Όσο για το ηθοποιός δεν θεωρώ τον εαυτό μου ηθοποιό. Πάνε πολλά χρόνια που εκτέθηκα επί σκηνής ως ηθοποιός. Τώρα εκτίθεμαι με τις ιδέες μου. Αλλιώς, είμαι μια φωνή σε ένα μικρόφωνο, και μάλιστα σε έργα που εγώ έχω δημιουργήσει αυτή τη συνθήκη! Όπως για παράδειγμα στο Κασσάνδρα / voces ή την περφόρμανς «Τώρα θα μιλήσω για την Πολυξένη» που σκηνοθετήσαμε μαζί με την Ιουλία Σιάμου.
Υπάρχουν μελλοντικά σχέδια;
Ναι! Είναι μια πολύ δημιουργική περίοδος για μένα. Στις 18 Νοεμβρίου 2016 ανεβαίνει σε σκηνοθεσία δική μου η αγαπημένη μου Κλυταιμνήστρα; του Ανδρέα Στάικου, στην Κυψέλη, στο θέατρο Μπιπ με την Μαρία Μπρανίδου και την Χριστίνα Δενδρινού και στις 21 Ιανουαρίου 2017 κάνει πρεμιέρα Το χέρι του Γιάνος του Αργεντινού Daniel Dimeco στο θέατρο του Νέου Κόσμου με τους Νικόλα Αγγελή, Μάνο Καρατζογιάννη, Ελένη Ζαραφίδου, Έβρη Σωφρονιάδου και Καλλιόπη Παναγιωτίδου, σε σκηνοθεσία δική μου και της Ιουλίας Σιάμου.
Πώς θα περιγράφατε το σύγχρονο ελληνικό θέατρο; Τι θα βάζατε στα θετικά του και τι στα αρνητικά;
Νομίζω ότι τα θετικά είναι και τα αρνητικά του. Δηλαδή η υπερ-πληθώρα παραγωγής που είναι μεν αξιοθαύμαστη, από την άλλη όμως κάνει τα πάντα να περνούν ανεξέλεγκτα και πολλές φορές ανεπαίσθητα, ενώ μπορεί να πρόκειται για ενδιαφέρουσες καλλιτεχνικές προτάσεις. Όσο για το σύγχρονο ελληνικό έργο, θα έλεγα ότι βρίσκεται σε καλή φάση αφού υπάρχουν πλέον πολλοί νέοι συγγραφείς που ασχολούνται με αυτό και εύχομαι πραγματικά να βρεθούν οι κατάλληλες συνθήκες που θα επιτρέψουν σε όλους εμάς να σκηνοθετήσουμε και να προωθήσουμε αυτά τα νέα έργα που σίγουρα εκφράζουν τον καιρό μας και άρα έχει νόημα να βρουν το δρόμο τους πάνω στο σανίδι.
Συνεντεύξεις