Ακολουθία του ανοσίου τραγογένη σπανού. Αυτό το ιδιόμορφο κείμενο του Βυζαντίου, μια τολμηρή σάτιρα σε μορφή εκκλησιαστικής ακολουθίας γραμμένη από άγνωστο δημιουργό, ήταν το έναυσμα και το κύριο υλικό για μια μοναδική παράσταση κυριολεκτικά και μεταφορικά από την ομάδα «Οθόνιον», μια ομάδα που συνδυάζει την τέχνη και την επιστήμη, την έρευνα με τη σκηνική επιτέλεση. Γραμμένο προς το τέλος του Βυζαντίου (14ος -15ος αιώνας) το έργο ανήκει στο είδος της παραϋμνογραφίας που είχε ιδιαίτερη διάδοση στο Βυζάντιο και ασκεί κριτική σε πρόσωπα, εξουσία, νόμους, κείμενα και συνήθειες. Ο Γιώργος Σεφέρης σημείωνε «…ένα κείμενο γραμμένο με τη μορφή δήθεν λειτουργίας μ’ έναν τρόπο αρκετά σκανδαλώδη. Με διασκεδάζει ιδιαίτερα, γιατί δε βλέπω αρκετά ελαφρά κωμικά έργα στη λογοτεχνία μας. Είτε οι άνθρωποι δεν τολμούσαν να γράψουν τέτοια κείμενα είτε τέτοια κείμενα αποκλείονταν από τους σοβαροφανείς δασκάλους».
Ο Σπανός είναι ένας καλόγερος που ζει απομονωμένος σε ένα μοναστήρι. Οι άλλοι μοναχοί τον πειράζουν, τον περιπαίζουν, βάζουν σε δοκιμασία την ίδια του την πίστη. Ένα βράδυ μέσα στο όνειρό του εμφανίζονται οι μοναχοί να επιτελούν μια παράξενη λειτουργία ειδικά για αυτόν στην οποία τον εξαναγκάζουν να λάβει μέρος. Είναι η ακολουθία για τον σπανό καλόγερο ο οποίος στα μάτια των άλλων «κανονικών» μοναχών είναι διαφορετικός και για αυτό όχι επιθυμητός. Γίνεται αντικείμενο χλευασμού, διαπόμπευσης και γελοιοποίησης.
Ίσως στον Σπανό να αντανακλάται μια μακρά παράδοση παρωδίας των εκκλησιαστικών τελετών και των μοναστηριακών συνηθειών. Σε αυτή την αντίστροφή λειτουργία γράφεται ένα κείμενο ανίερο με γλώσσα δημώδη που βρίθει από βρισιές και από ελευθεροστομία και είναι σαφές ότι ο συγγραφέας του ήταν άνθρωπος με γερή παιδεία αλλά και γνώστης των λειτουργικών τυπικών έχοντας όμως και επαφή με τον κόσμο και τη λαϊκή παράδοση. Είναι σίγουρο ότι το έργο δεν γράφτηκε για να παιχτεί δημοσίως αλλά η ύπαρξή του αποδεικνύει πως υπήρχε ένα κοινό εξοικειωμένο με την κωμωδία που απολάμβανε αυτού του είδους τη σάτιρα. Το έργο πουλιόταν στα πανηγύρια και όπως μας παραδίδει ο Μανουήλ Γυδεών ήταν αγαπημένη συνήθεια να τον τραγουδούν σε οικογενειακές συναναστροφές και διαχύσεις. Πολλές οι υποθέσεις και οι εικασίες για το ποιος κρύβεται πίσω από το πρόσωπο του Σπανού χωρίς να υπάρχει απάντηση για το αν πράγματι γράφτηκε για κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο. Ο ήρωας της παράστασης θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε είναι απλά «διαφορετικός», οποιοσδήποτε διαφέρει από αυτό που αποδέχεται η εκάστοτε κοινωνία ως «κανονικό». Με ευφυΐα η διαφορετικότητα αναδεικνύεται στο κυρίαρχο θέμα της παράστασης και ένα κείμενο από τον Μεσαίωνα αναδεικνύεται στη σκηνική του επιτέλεση, έξι αιώνες σχεδόν μετά, σύγχρονο και εύφορο.
Στην παράσταση που εμπνεύστηκε, έγραψε και σκηνοθέτησε ο Ιωσήφ Βιβιλάκης – πρόεδρος του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ και ειδήμων της σχέσης θεάτρου-εκκλησίας – βρίσκουμε με τρόπο συναρπαστικό μια πληθώρα θεμάτων και ατμόσφαιρων: το θέμα του φύλου, η αληθινή πίστη και ο ηθικισμός, η προσφορά και η υποκρισία, ο ύμνος και η ύβρις, η κατάνυξη και ο χλευασμός. Οι ανθρώπινες επιλογές και οι επιπτώσεις τους μέσα σε μια κοινωνία που προσποιείται. Θα έλεγα ότι η παράσταση διαρθρώνεται σε τρία μέρη/επίπεδα: το πρώτο είναι αυτό της αφήγησης όπου χρησιμοποιείται εύστοχα το θέατρο σκιών με τη συνδρομή του Άθου Δανέλλη (Β παίκτης σκιών ο Νικόλας Τζιβελέκης και βοηθός παικτών-τραγούδι η Κατερίνα Μιχαλάκη). Μέσα από τους αγαπημένους ήρωες σκιών βλέπουμε την ιστορία στο μοναστήρι και μαθαίνουμε για τη νεαρή γυναίκα που αποφασίζει να εγκαταλείψει τα εγκόσμια και να αφοσιωθεί στον θεό με κρυμμένη την πραγματική της ταυτότητα. Το δεύτερο είναι αυτό του ονείρου του Σπανού όπου όλα ζωντανεύουν, οι ήρωες παίρνουν σάρκα και οστά και ο εφιάλτης του γίνεται πιο πραγματικός από τη ζωή. Και το τρίτο, είναι το φινάλε της παράστασης εκεί που οι δύο κόσμοι συναντιούνται σε μια προσπάθεια να συμφιλιωθούν.
Καθώς πρόκειται για έργο γραμμένο στο μουσικό και μετρικό υπόδειγμα μια ολόκληρης ακολουθίας με στιχηρά, απολυτίκια, κανόνες, κοντάκια, εξαποστειλάρια, όπως σημειώνει ο Κ. Μητσάκης, ιδιοφυώς προωθήθηκε η ιδέα της συμμετοχής χορού ψαλτών. Κορυφαίος ο Αχιλλέας Χαλδαιάκης – ο καθηγητής μουσικολογίας στο ΕΚΠΑ και νυν κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής, ενώ τα μέλη ήταν ο Δημήτρης Μηλιώτης, Γιάννης Πλευρίτης, Χάρης Τρασάνης και ο Νίκος Χαλδαιάκης. Οι μελωδίες τους μας ταξίδεψαν και ανέδειξαν και υπενθύμισαν την ομορφιά μιας μουσικής που κρύβεται πίσω από το τελετουργικό, τη συνήθεια και το άχαρο καμιά φορά του τυπικού. Τη δαιμονική τους κίνηση επιμελήθηκε η Κορίνα Κόκκαλη.
Υπό την καθοδήγηση του Γεράσιμου Παπαδόπουλου μια ομάδα εξαιρετικών μουσικών (Θεολόγος Παπανικολάου, Αλεξάνδρα Παπαστεργιοπούλου, Ηλιάνα Φιλέα) επί σκηνής με ούτι, βιολί, τσαμπούνα, ακορντεόν και κρουστά κυρίαρχα μουσικά όργανα κρουστά, τσαμπούνα, βιολί και ούτι συνδιαλέγονται με τον Χορό.
Τον ρόλο του Σπανού ερμήνευσε η Στεφανία Γουλιώτη, μία ηθοποιός με ισχυρό αποτύπωμα, που μπορεί να συνδυάσει πάνω στη σκηνή το βαθιά ανθρώπινο με το ζωώδες, το μεταφυσικό με το πραγματικό αλλά και την τρυφερότητα με τη σκληρότητα, την ταπεινότητα με την υπέρβαση, πέρα από φύλα και κοινωνικούς ρόλους. Άυλη σχεδόν και ταυτόχρονα χοϊκή, σπάνιας εκφραστικότητας ηθοποιός ήταν η ιδανική επιλογή για το σκηνικό αυτό εγχείρημα.
Τον σκηνικό χώρο και τα κοστούμια επιμελήθηκε ο έμπειρος και ευρηματικός Κωνσταντίνος Ζαμάνης και τους διακριτικούς φωτισμούς που σέβονταν τον χώρο και τον έναστρο ουρανό, η Βαλεντίνα Ταμιωλάκη.
Ο Σπανός ήταν μια μοναδική ευκαιρία να συνδεθούν το χθες με το σήμερα, σε έναν ιερό τόπο του αρχαίου κόσμου που εξελίχθηκε σε τόπο κατάνυξης του σύγχρονου κόσμου, με αφορμή ένα κείμενο τελετουργικό μιας θρησκείας νεότερης που συναντιέται με την τελετουργία ενός αρχαίου θεού και τη λατρεία του, με έναν σύγχρονο Χορό κατά το παράδειγμα του Χορού της τραγωδίας με μνήμες παγανιστικές και καρναβαλικές. Μια εμπειρία και μια ευκαιρία για όλους τους θεατές να αναλογιστούμε τον χρόνο και τη ροή της ιστορίας. Η παράσταση του Σπανού είναι πέρα από την κριτική – εδώ μετράει η τόλμη, η πίστη και το όραμα του σκηνοθέτη – μελετητή.
Οφείλω να σημειώσω το υποδειγματικό από άποψη ύλης πρόγραμμα – που επιμελήθηκαν από κοινού ο Ιωσήφ Βιβιλάκης και ο Μάνος Δαμασκηνός, ο οποίος είχε και τον ρόλο του βοηθού σκηνοθέτη – με πληθώρα πρωτότυπων κειμένων και διευκρινιστικών σημειωμάτων ρίχνοντας φως σε ένα σύμπαν όχι τόσο γνωστό.
Η παράσταση, ενταγμένη στο πρόγραμμα του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού «Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός» υπέστη και αυτή την ταλαιπωρία του φετινού καλοκαιριού. Προγραμματισμένη αρχικά να παρουσιαστεί στο αρχαίο θέατρο της Δωδώνης στις 8-9 Αυγούστου αναβλήθηκε λόγω των πυρκαγιών και μεταφέρθηκε για τις 2-3 Σεπτεμβρίου με την ίδια τύχη λόγω του εθνικού πένθους για τον Μίκη Θεοδωράκη. Αυτό όμως έγινε η αφορμή για να τη δούμε τελικά σε μία και μοναδική παράσταση στις 27 Σεπτεμβρίου σε έναν εξίσου μαγικό χώρο, αυτόν της Ιεράς Μονής Δαφνίου που αποτελεί μνημείο παγκόσμιας κληρονομίας της Unesco από το 1990. Η Μονή χτισμένη πάνω στα ερείπια του ναού του Δαφναίου Απόλλωνα –αξίζει να σημειωθεί πως και από εδώ ο περίφημος Λόρδος Έλγιν έχει αφαιρέσει και μεταφέρει στο Λονδίνο κίονες – μαρτυρά τη συνέχεια στο χρόνο και την ενότητα. Σε αυτόν τον υπέροχο περίβολο της εκκλησίας, υπό τη σκέπη της αλλά και κάτω από τον έναστρο ουρανό γίναμε μέτοχοι μιας μοναδικής εμπειρίας.
Πρέπει να αναφέρω την άψογη φιλοξενία του Δήμου Χαϊδαρίου που το τελευταίο διάστημα με τον αντιδήμαρχο πολιτισμού Μάνο Πετούση βάζει γερές βάσεις για την ανάπτυξη της πολιτιστικής δραστηριότητας στα δυτικά μας προάστια.
Μουντράκη
Απόψεις