Ο Καραφλομπέκατσος και η Σπυριδούλα στο θέατρο Σταθμός

Κάθε φορά που παρακολουθείς ένα έργο της Λένας Κιτσοπούλου ― παρά τις όποιες ενστάσεις μπορεί κανείς να έχει ― δεν μπορείς παρά να θαυμάσεις την αμεσότητα του λόγου της, τη χειμαρρώδη του ροή, την ευθύτητα που οι λέξεις βρίσκουν τον στόχο της, δηλαδή τον θεατή. Ένα μεγάλο ΓΙΑΤΙ προς όλες τις κατευθύνσεις και ένας ασυγκράτητος θυμός, τόσο διογκωμένος σαν την απελπισία, ορμάει καταπάνω μας. Κάποιες φορές ιδιαίτερα προκλητικά και άλλοτε πιο μετρημένα (και πιο αποτελεσματικά), όπως στις περιπτώσεις του Καραφλομπέκατσου και της Σπυριδούλας που παίζονται στο θέατρο Σταθμός σε σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Μάρκελλου. Δύο καταιγιστικοί μονόλογοι, στην πραγματικότητα δύο διηγήματά από τη συλλογή της «Το μάτι του ψαριού»,

Ο πρώτος ερμηνεύεται από τον έμπειρο Κωνσταντίνο Αβαρικιώτη. Ο Δημήτρης Καραόλης, ένας απογοητευμένος πενηντάρης σε ένα «άδειο» διαμέρισμα του Κολωνού θρηνεί όχι μόνο για την αγάπη που έχασε (και που μένει στην απέναντι πολυκατοικία) αλλά και την χαμένη του αξιοπρέπεια. Μπροστά μας ολοφάνερο το τραύμα του ανθρώπου που προσπαθεί να πείσει τον ευατό του ότι είναι καλά με τη μοναξιά του ενώ το είναι του ουρλιάζει πως του είναι ανυπόφορη αυτή η ζωή. Δεν μπορώ να μην παραδεχθώ ότι γέλασα, λυπήθηκα, παρασύρθηκα από τον τρόπο της εξομολόγησής του, από τις διακυμάνσεις τις ψυχολογικές του, τον αυτοσαρκασμό του ήρωα αλλά και του ηθοποιού, την ερμηνευτική του άνεση. Όμως, ομολογώ πως έχω δει πολλές φορές τον Αβαρικιώτη να παίζει ανάλογα ή πανομοιότυπα και πιστεύω πως ένας ηθοποιός με τις δικές του δυνατότητες θα πρέπει να απεγκλωβιστεί από την μανιέρα του και να κολυμπήσει άφοβα σε βαθύτερα νερά και σε αυτό φυσικά οφείλει να τον βοηθάει ο σκηνοθέτης του.

Στον δεύτερο μονόλογο η νεαρή ηθοποιός Ελένη Στεργίου αναλαμβάνει έναν δύσκολο ρόλο. Εμφανίζεται αρχικά ως τραγουδίστρια fados ντυμένη στα κατακόκκινα, κάτι ανάμεσα σε Τζέσικα Ράμπιτ και Τζίλντα. Στο διήγημα υπάρχει η έκπληξη καθώς διαβάζουμε την ιστορία ενός κοριτσιού για τον κρυφό της έρωτα με τον οικογενειακό φίλο κ. Άρη για να μας αποκαλυφθεί στο τέλος πως πρόκειται για ένα αγόρι. Εδώ όμως έχουμε μπροστά μας μία γυναίκα που παριστάνει τον άντρα ο οποίος είναι ντυμένος γυναίκα για να αποκαλυφθεί στο τέλος πως είναι άντρας. Το όλο εγχείρημα έχει λοιπόν έναν επιπρόσθετο βαθμό δυσκολίας καθώς δεν μπορεί να λειτουργήσει η ανατροπή αυτή όπως στο διήγημα. Έτσι, παρά τα ευρηματικά σκηνικά του Γιώργου Βαφιά που επιστρατεύονται (οι άδειοι τοίχοι του πρώτου μονολόγου πέφτουν ή ανοίγουν αποκαλύπτοντας νέους δραματικούς τόπους) και τις φιλότιμες προσπάθειες της ικανής ηθοποιού το δεύτερο αυτό μέρος δεν καταφέρνει να μας κρατήσει και η παράσταση δεν ισορροπεί ανάμεσα στα δύο μέρη.

Ο νέος σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Μάρκελλος (ιδρυτικό μέλος της θεατρικής ομάδας This famous Tiny Circus μαζί με την Στεργίου) είναι σαφές πως έχει ικανότητες και αίσθηση στήνοντας σωστά την παράσταση, βρίσκοντας ρυθμούς και συναρτήσεις. Αφέθηκε όμως πιο ανοιχτός στους δρόμους που τον οδήγησαν οι ηθοποιοί του και δεν τιθάσευσε το υλικό που του πρόσφεραν ώστε να καταφέρει την αρμονία στο ύφος, τις ιδανικές εντάσεις και διακυμάνσεις. Εκτιμώ επίσης ιδιαίτερα την πρόσφατη ενασχόλησή του με το σύγχρονο ελληνικό έργο ― μεγάλο και δύσκολο το άλμα από την Αναγνωστάκη στην Κιτσοπούλου. Ωστόσο, ακόμη κι αν εδώ δεν βρήκε τη χρυσή ισορροπία, απέδειξε πως μπορούμε να περιμένουμε πολλά από αυτόν.  


Περισσότερα για την παράσταση: http://www.greek-theatre.gr/public/gr/greekplay/index/performanceview/1457

Μουντράκη

Απόψεις

Μετάβαση στο περιεχόμενο