Κριτική της κριτικής

της Ιωάννας Μπλάτσου 

Στην αλλόκοτη, μετά-μεταμοντέρνα εποχή μας, όπου η σχέση σημαίνοντος και σημαινομένου έχει διαρραγεί, όπου τα διαδικτυακά fora, sites και social media εύκολα και με συνοπτικές διαδικασίες χρίζουν «κριτικό» οιονδήποτε καταθέτει οιαδήποτε άποψη, συνήθως χωρίς καμία θεωρητική τεκμηρίωση και χωρίς εξειδικευμένη πανεπιστημιακή μόρφωση, ζούμε την «αποθέωση της κριτικής», η οποία έχει φέρει νέα «επαγγελματικά ήθη» σε μία ποικιλοτρόπως χειμάζουσα αγορά. Ο καθείς δηλώνει ό,τι θέλει, γράφει ό,τι πιστεύει, καταθέτει γραπτώς τις εντυπώσεις του απλοϊκά, θυμικά, χωρίς να εντρυφήσει στις θεωρητικές συνιστώσες που ορίζουν και καθορίζουν το παραστατικό αποτέλεσμα.

 

Το όλο γραπτό «κριτικό» εγχείρημα αγγίζει τα όρια της γελοιότητας, όταν επιχειρείται από τον γράφοντα μια κάποια «τεκμηρίωση» η οποία, όμως, στερείται βασικών θεωρητικών εργαλείων, τα οποία μόνον η εξειδικευμένη μόρφωση μπορεί να προσφέρει. Έτσι, συχνά διαβάζουμε λεκτικούς πιθηκισμούς, ακυρολεξίες, πομπώδεις διατυπώσεις κενές περιεχομένου και ακόμη χειρότερα αγιογραφίες προσώπων εν είδει κριτικής, οι οποίες αποσκοπούν στο χτίσιμο της προσωπικής ατζέντας του γράφοντος, στις δημόσιες σχέσεις που ο ίδιος προφανώς θέλει να καλλιεργήσει με τον καλλιτεχνικό κόσμο.

 

Όμως εδώ βρίσκεται η έτερη μεγάλη παγίδα. Η κριτική πρέπει να βρίσκεται απέναντι από το καλλιτεχνικό γεγονός το οποίο αναλύει και όχι συντεχνιακά δίπλα του. Πρέπει να διατηρεί καθαρή ματιά και πένα, ανεπηρέαστη από αρέσκειες και απαρέσκειες, προσωπικές ατζέντες και δημόσιες σχέσεις. Πρέπει να τηρεί βασικούς κανόνες δεοντολογίας. Ο κριτικός όπως είναι αυτονόητο ότι δεν πρέπει να συνδέεται επαγγελματικά με πολιτιστικούς οργανισμούς που φιλοξενούν παραστάσεις στις οποίες κάνει στη συνέχεια κριτική, ομοίως δεν πρέπει να χρησιμοποιεί τον ρόλο του για να χειραγωγεί ή και να εκφοβίζει τον καλλιτεχνικό κόσμο. Πρέπει να διδάσκει με το επαγγελματικό του ήθος και την ακεραιότητά του τους αναγνώστες του αλλά και την καλλιτεχνική κοινότητα στην οποία αναφέρεται. Μόνον έτσι θα αναβαθμιστεί ο ρόλος της κριτικής και θα γίνει πραγματικότητα αυτό που πρέσβευε ο μέγας Βρετανός κριτικός Kenneth Tynan: «Οι κριτικές είναι γράμματα προς τις επόμενες γενιές. Οι κριτικές είναι η παροντική, εμπεριστατωμένη καταγραφή ενός εφήμερου συμβάντος, όπως είναι μία θεατρική παράσταση, οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν σημείο αναφοράς και μνήμης για το παροντικό και το μελλοντικό κοινό, για την καλλιτεχνική κοινότητα και τους επιστημονικούς μελετητές του σήμερα και του αύριο».

 

Για επίλογο, ας κρατήσουμε τις ρήσεις ενός γκουρού της παγκόσμιας θεατρικής κριτικής, του Michael Billington. Όταν τον ρώτησα, ποιες είναι οι ποιότητες ενός καλού κριτικού, μου απάντησε: «Παθιασμένη αγάπη για το θέατρο. Θεωρητική κατάρτιση ώστε να γνωρίζει για τι γράφει. Ικανότητα να γράφει με τέτοιο τρόπο ώστε να ξεσηκώνει και να παρακινεί ακόμα και ανθρώπους που δεν πάνε στο θέατρο. Μια συνολική εικόνα του τι είναι θέατρο και που αυτό οδηγείται την εποχή που γράφει γι’ αυτό. Ικανότητα να συγκεντρώνεται στην παράσταση που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια του και να μην επηρεάζεται από τις αντιδράσεις του συνοδού του ή του κοινού. Ετοιμότητα να θυσιάσει τις θεατρικές του φιλίες για να πει ξεκάθαρα την αλήθεια». Και ποια είναι τα «μη» ενός κριτικού; «Να μην αποκοιμιέται στις παραστάσεις. Να μη συγχέει έναν αφροδισιακό ηθοποιό με έναν καλό ηθοποιό. Να μην πιστεύει ό,τι διαβάζει στις εφημερίδες για τους ηθοποιούς». 

 

Μπλάτσου

Απόψεις

Μετάβαση στο περιεχόμενο