Μονόπρακτο. Μια μητέρα έχασε το παιδί της. Τη βρίσκουμε βράδυ, ακίνητη, αμίλητη και μόνη στην άκρη ενός βράχου που βλέπει τη θάλασσα, να κάθεται σε ένα παγκάκι και να κοιτά προς τον ορίζοντα. Δίχως να βλέπει. Δίχως να καταλαβαίνει. Δίχως πλέον να αντιλαμβάνεται ή να ενδιαφέρεται για τον πραγματικό κόσμο. Δίπλα της ένας άντρας… Ο γιος της. Μιλούν χωρίς να συνομιλούν. Ακούνε χωρίς να καταλαβαίνουν. Το τέλος του κόσμου (τους) έχει έρθει. Και για τους δυο μαζί, αλλά και για τον καθένα ξεχωριστά. Τους συνδέει ένα νανούρισμα, ένα παιδικό τραγούδι που μοιράζονταν παλιά, όταν όλα ήταν ακόμα φωτεινά, όταν η ζωή δεν είχε συντριβεί στα βράχια. Ένα παλιό παιδικό τραγούδι τους κρατά δεμένους. Η μητέρα πιστεύει πως είναι παρηγοριά και καταφύγιο. Αλλά κάθε νότα, κάθε στίχος, πληγώνει όλο και πιο πολύ.
Μπορούμε να ξεπεράσουμε την απώλεια; Πρέπει; Πρέπει να προχωρούμε όταν όλα έχουν χαθεί; Όταν ο κόσμος έχει πια καταρρεύσει και τίποτα σπουδαίο, ωραίο ή αγνό πλέον δεν υπάρχει, ή εμείς νιώθουμε και πιστεύουμε πως δεν υπάρχει, έχουμε την επιλογή, τη δυνατότητα ή τη θέληση να συνεχίσουμε όπως πριν να πορευόμαστε;
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το έργο γράφτηκε ύστερα από πρόσκληση των εκδόσεων ΑΝΕΜΟΕΣΣΑ την περίοδο του εγκλεισμού (άνοιξη 2020) λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, προκειμένου να ενταχθεί σε συλλογικό τόμο με τίτλο «Εν αρχή ην το τέλος» και θέμα «Το τέλος του κόσμου». Υπήρχε περιορισμός λέξεων (μέχρι 3.000). Ο σκοπός της έκδοσης είναι κοινωφελής και μέρος των εσόδων θα διατεθούν στο περιοδικό δρόμου «Σχεδία».
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό. Πολιτική απορρήτουΕντάξει