Ο τίτλος του έργου σχολιάζει την εβδομαδιαία ραδιοφωνική εκπομπή του ΡΙΚ, που ονομάζεται «Κυπριώτικο σκετς» και που μεταδίδεται ανελλιπώς από το 1953, με την έναρξη της λειτουργίας της ραδιοφωνίας στην Κύπρο. Ένα είδος κυπριακής σαπουνόπερας, παγιδευμένης σε στερεότυπη θεματολογία και κώδικες
Η δράση στο μονόπρακτο Ένα κυριακάτικο σκετς λαμβάνει χώρα σε ένα γηροκομείο στη Λευκωσία, γύρω από το μεσημεριανό τραπέζι ενώ ακούν ένα κυπριώτικο σκετς .
Στο έργο, σε αντιπαράθεση με τα ηθογραφικά στερεότυπα τις απιθανότητες και το διδακτικό χαρακτήρα του εμπεριεχόμενου σκετς, ακούγονται διαφορετικές απόψεις για τη σύγχρονη πολιτική και κοινωνική κατάσταση. Φορείς των απόψεων είναι αφενός οι δύο γυναίκες που ζουν στο γηροκομείο και αφετέρου, η επισκέπτριά τους, φερέφωνο των πραγματιστικών ή κυνικών πολιτικών θέσεων των «κυρίων» της. Με αφορμή τη μητέρα του αγνοούμενου (μια κατάκοιτη συγκάτοικος τους) το έργο αγγίζει το θέμα-ταμπού για τη δεκαετία του 1980: την πιθανότητα να μη ζουν οι αγνοούμενοι. Το έργο, μετά την οριστική σύγκρουση των γυναικών, κλείνει κυκλικά, με το ραδιόφωνο και πάλι, που μεταδίδει αυτή τη φορά μηνύματα προς τους εγκλωβισμένους.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό. Πολιτική απορρήτουΕντάξει