Γουρούνα. Αθώος., 2016

1 άνδρας - 1 γυναίκα

Τζένη Δάγλα

Πρώτη του Μάρτη. Σε ένα καφέ πλάι στη θάλασσα. Δυο άνθρωποι κάθονται σε κοντινά τραπεζάκια, αυτή, μια αισθητικός πρόφατα χωρισμένη από ένα σκληρό Εισαγγελέα που την αποκαλούσε «Γουρούνα» στους καβγάδες τους, και αυτός, πρώην ιατρικός επισκέπτης, πρόσφατα αποφυλακισμένος, έχοντας κάνει άδικα φυλακή για το έγκλημα ενός άλλου, ο «Αθώος». Οι δυο άγνωστοι κρυφοκοιτάζονται, ενώ καθένας είναι χαμένος στις σκέψεις του. Μεταξύ τους δεν μιλούν καθόλου, δυο παράλληλοι εσωτερικοί μονόλογοι που «κουμπώνουν» στη ροή τους εντελώς τυχαία, ώστε να παρουσιάζουν μια υποτυπώδη συνοχή: οι μονόλογοι αλληλοπλέκονται χωρίς απεύθυνση. Οι δυο άγνωστοι δεν έχουν καθαυτή νομική παιδεία, διαθέτουν όμως οξυμένη κρίση και ευρεία αντίληψη περί Δικαίου, έχοντας έρθει σε επαφή -διαφορετικά ο καθένας- με εκπροσώπους της Δικαιοσύνης και με τη νομική σκέψη. Τοποθετούνται πάνω στο ισχύον δικαιικό σύστημα, στις ελλείψεις του, σε πιθανούς τρόπους βελτίωσής του για μια ουσιαστικότερη απονομή δικαιοσύνης, αλλά και στην ίδια την ουσία του Δικαίου ως προαιώνιου Νόμου που στέκεται πάνω από τους θεσπισμένους κανόνες: Όπως λέει η Γουρούνα «…διάβαζε ο Εισαγγελέας για να βρει το δίκιο…όμως το δίκιο αναβλύζει σαν το νερό της πηγής…», και ο Αθώος -όντας άνεργος και προβληματισμένος για το μέλλον του-, αφού αναλογιστεί όσα βίωσε στη φυλακή από ένα λάθος της Δικαιοσύνης, αποφασίζει τι δουλειά θα κάνει στο εξής: «…θα δουλέψει δικαστής...».

Το κείμενο ερευνά την απόσταση της ισχύουσας έννομης τάξης από το Φυσικό Δίκαιο, από τον Ηθικό Νόμο που δεν αρκείται στην τυπική εξωτερική συμμόρφωση με τους κανόνες δικαίου, αλλά απαιτεί και εσωτερική σύγκλιση, το ήθος του ατόμου.  

Οι δυο παράλληλοι μονόλογοι είναι γραμμένοι με τη τεχνική της συνειδησιακής ροής «stream of consciousness».           

ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ